Art & Design

Αφιέρωμα στα κινούμενα κοστούμια του Oskar Schlemmer της σχολής του Bauhaus

Η καλλιτεχνική και αρχιτεκτονική σχολή του Bauhaus που ιδρύθηκε από τον Walter Gropius και λειτούργησε κατά την περίοδο 1919-1933, στόχευε σε μια αναβάθμιση της ποιότητας της καθημερινής ζωής και του περιβάλλοντος χώρου και το κατάφερε μέσω των εφαρμοσμένων τεχνών και του προηγμένου design.

Απόδειξη της ιδιαιτερότητας της σχολής αποτελεί το θεατρικό εργαστήρι του Bauhaus, το οποίο υποστήριζε την σχέση του θεάτρου, του χορού και των κοστουμιών με την αρχιτεκτονική. Ο Oskar Schlemmer, μέχρι το 1923, διετέλεσε διευθυντής του τμήματος γλυπτικής, μέχρι που ανέλαβε το θεατρικό εργαστήρι της Σχολής του Bauhaus και το αναβάθμισε σημαντικά.

Ο Schlemmer ήθελε να ανανεώσει το θέατρο και κυρίως τον χορό δίνοντας έμφαση στις τυποποιημένες κινήσεις, στα κοστούμια και στην «μάσκα» ως μέρος μιας ιεροτελεστίας. Ο χώρος διέπεται από αφηρημένους και μαθηματικούς νόμους και το σώμα ως «μέτρο όλων των πραγμάτων» μέσω του χορευτή ξεπερνά τα συναισθηματικά όρια για να συνδεθεί με τον χώρο. Ο χορός γίνεται από έναν χορευτή μαριονέτα που είναι ανέκφραστος και κάνει μηχανικές κινήσεις, στοχεύοντας σε μια μεταφυσικότητα.


Το 1923 στην Εβδομάδα του Bauhaus παρουσιάστηκε το Das Triadische Ballet (Τριαδικό Μπαλέτο) που ήταν μια καθοριστική παράσταση για το κίνημα. Ο Schlemmer δημιούργησε τρεις μορφές με κοστούμια που διέθεταν γεωμετρικά στιλιζαρισμένα στοιχεία και τόνιζαν τον ιδιότυπο χαρακτήρα των σκηνικών. Όλα τα στοιχεία ήταν σε αρμονία, καθώς η μουσική λειτουργούσε παράλληλα με τα κοστούμια και τις μηχανικές κινήσεις των σωμάτων. Τα «κουκλίστικα» κοστούμια- μορφές ήταν σημεία αναφοράς στην σύνθεση της μουσικής, δημιουργώντας μια ενιαία ατμόσφαιρα.

Ο Oskar Schlemmer δήλωσε μετά την παράσταση: «Κατ’ αρχάς, επινόησα τα κοστούμια. Μετά αναζήτησα την μουσική που θα μπορούσε να ανταποκριθεί σε αυτά. Από τη μουσική και από τα κοστούμια δημιουργήθηκε ο χορός…».

Τα κοστούμια, φυσικά, δεν ακολουθούσαν την φυσιολογία του ανθρώπινου σώματος, ώστε ο χορευτής να παραπέμπει σε μια μεταφυσική μορφή ή μια μαριονέτα. Σύμφωνα με μια από τις χορεύτριες που συμμετείχαν στη συγκεκριμένη παράσταση, στο Τριαδικό Μπαλέτο τα κοστούμια εξυπηρετούσαν μόνο μια επινοημένη κινησιολογία που δεν είχε ανθρώπινα χαρακτηριστικά : «Ο τίτλος ήταν ενδεικτικός της πρωτοτυπίας του. Προερχόταν από την «τριάδα» που ήταν ένας χορός χωρισμένος σε τρία μέρη με κλιμάκωση από το αστείο στο σοβαρό. Ανάμεσα σε αυτούς τους πόλους αναπτυσσόταν ο τριαδικός χορός, χωρισμένος σε 12 σκηνές σε κάθε μια από τις οποίες δύο ή τρεις χορευτές περνούσαν αργά σε διαφορετικές ψυχολογικές καταστάσεις, χρωματικά χαρακτηρισμένες».

Από την Αγγελική Μπάρα