Film & Theatre

O Πυγμαλίων Δαδακαρίδης πιστεύει ότι ο άνθρωπος πρέπει να αγωνίζεται για την αγάπη

Ένα ξύπνημα. Ένα γλυκό, θεατρικό ξύπνημα σε ένα από τα σημαντικότερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Τόσο μακρινό, όσο τα γεγονότα που διαδραματίζονται εξαιτίας της γαλλικής εισβολής στη Ρωσία – από τον πόλεμο του 1805, που κλείνει με την ήττα του ρωσικού στρατού στη μάχη του Αούστερλιτς, μέχρι τη μάχη του Μποροντίνο το 1812, που επέτρεψε την επέλαση των Γάλλων προς τη Μόσχα, την υποχώρησή τους και την τελική καταστροφή της Μεγάλης Στρατιάς του Ναπολέοντα. Αλλά και τόσο οικείο και διαχρονικό, όσο οι πίκρες, τα βάσανα, τα οικογενειακά και συναισθηματικά αδιέξοδα και κυρίως ο έρωτας σε κάθε εποχή, μέσα από τα μάτια δύο οικογενειών, των Ροστώφ και Μπολόνσκι, καθώς στροβιλίζονται στη δίνη των γεγονότων του πολέμου και της ειρήνης.

Αυτό είναι το «Πόλεμος και Ειρήνη» των Ιόλη Ανδρεάδη και Άρη Ασπρούλη, που μέσα από μια λιτή και σφιχτή σκηνοθεσία και τη ζεστή, στιβαρή αφήγηση του Κώστα Καζάκου στον ρόλο του θεατρικού συγγραφέα Λέοντα Τολστόι, και τις εξαιρετικές ερμηνείες ενός υπέροχου καστ ηθοποιών, καταφέρνει να μεταφέρει την ιστορική ατμόσφαιρα της εποχής αναδεικνύοντας με τον πιο αυθεντικό και άμεσο τρόπο τον ανθρώπινο χαρακτήρα του σπουδαίου αυτού κειμένου, κεντρικός χαρακτήρας του οποίου είναι ο Αντρέι Μπολόνσκι, που υποδύεται ο Πυγμαλίωνας Δαδακαρίδης. «Πρέπει μέσα σου να αγαπάς κομμάτια του ήρωα και να πιστεύεις ότι τα πρεσβεύεις σαν άνθρωπος» μας λέει ο ίδιος μιλώντας για τον χαρακτήρα του, τον έρωτα, τον πόλεμο αλλά και τον ίδιο, λίγο πριν ξεκινήσει ακόμα μια παράσταση στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.


Γεννήθηκες στο Μάντσεστερ, στην Αγγλία, το 1977. Μέχρι ποια ηλικία έμεινες εκεί;

Έμεινα μέχρι τα τέσσερα, οπότε και γύρισα με τη μητέρα μου και τον πατέρα μου πίσω, αλλά μετά πήραν οι γονείς μου διαζύγιο, οπότε από τα τέσσερα και μετά έμεινα με τον πατέρα μου στην Ελλάδα και πηγαινοερχόμουν Χριστούγεννα, Πάσχα και καλοκαίρι μέχρι τα δεκαεφτά-δεκαοχτώ, που πήγα για έναν ολόκληρο χρόνο. Στα δεκαεννέα επέστρεψα και τώρα απλά πηγαίνω ως επισκέπτης για να δω τους συγγενείς μου.

Ακολούθησες άλλες σπουδές πέρα από την υποκριτική;

Προσπάθησα να σπουδάσω Computing and Business στο Μάντσεστερ, αλλά μετά τον πρώτο χρόνο, ενώ είχα περάσει όλα μου τα μαθήματα, δεν το συνέχισα. Εκείνη τη χρονιά προέκυψε και η ιδέα να γίνω ηθοποιός, όταν η γιαγιά μου έτυχε και μου μίλησε για μια οντισιόν, για τον «Εδουάρδο Β» του Κρίστοφερ Μάρλοου, που γινόταν στο Octagon Theatre του Μάντσεστερ. Πήγα και με πήραν. Εν τω μεταξύ, έπρεπε παράλληλα να δουλεύω και αλλού για να επιβιώσω, οπότε λέω μάλλον κάτι δεν έχω κάνει καλά και εκεί πήρα τη συνειδητή απόφαση, στα δεκαεννιά μου, ότι αυτός είναι ο δρόμος που θα ήθελα να ακολουθήσω. Τουλάχιστον για την ψυχική μου ηρεμία. Δεν ήξερα αν θα ήμουν καλός ή κακός ηθοποιός και ακόμα δεν το ξέρω. Το λέω αντικειμενικά, ένας αγώνας είναι κάθε ρόλος. Κάθε φορά ξεκινάς από την αρχή.

Από εκεί και πέρα πώς εξελίχθηκε η καριέρα σου;

Γύρισα πίσω στην Ελλάδα, σπούδασα στην ανώτερη δραματική σχολή Θεμέλιο – είναι μια σχολή που δεν υπάρχει πια, δυστυχώς – που την είχε ο Νίκος ο Βασταρδής και η Ζωζώ Ζάρπα, έδωσα εξετάσεις στο Υπουργείο Πολιτισμού, έκανα τα τρία χρόνια φοίτησης και μετά πήγα φαντάρος.

Καριέρα στο εξωτερικό σκέφτηκες ποτέ να κάνεις;

Το έχω σκεφτεί, αλλά από την άλλη μεριά, αν δεν υπάρχει κάτι χειροπιαστό να πάω να πολεμήσω δεν υπάρχει λόγος, από τη στιγμή που εδώ έχω την δουλειά μου, κάνω πράγματα που αγαπάω και μου αρέσει η χώρα μου πολύ, οπότε δε θέλω να πάω κάπου που θα πεθάνω στη βροχή, μέσα στο κρύο και στην έλλειψη σιδήρου που έχουν οι άνθρωποι εκεί. Εντάξει, έχω συγγενείς εκεί, αλλά εδώ έχω τη ζωή μου, τις στιγμές μου, τις μυρωδιές μου, τα χρώματά μου, τα βιώματά μου, τα πάντα.

Μίλησε μου για τον ρόλο που υποδύεσαι στο «Πόλεμος και Ειρήνη», εδώ στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.

Υποδύομαι τον Αντρέι Μπαλκόνσκι. Είναι ένας ιδιαίτερος χαρακτήρας, γιατί ουσιαστικά στην επεξεργασία που έχουν κάνει ο Άρης Ασπρούλης και η Ιόλη Ανδρεάδη, συναντάμε τον Αντρέι πλέον ενήλικα, παντρεμένο, να έχει φτάσει σε ένα τέλμα με τον εαυτό του, με τους ανθρώπους γύρω του, ενώ παράλληλα ιστορικά εξελίσσεται ο πόλεμος και αποφασίζει, έχοντας την εμπειρία και τη γνώση του στρατού, να ηγηθεί και να στελεχώσει και αυτός με τη σειρά του τον ρωσικό στρατό και να αρχίσει να πολεμάει. Είναι ένας άνθρωπος που μοιάζει να έχουν στερέψει τα όνειρα του, να έχει κουραστεί από μια συνθήκη συμβίωσης με πράγματα, από πράξεις και συμπεριφορές γύρω του, και αναζητά κι εκείνος το καλύτερο δικό του αύριο, το δικό του ονειρικό κομμάτι, που θα του δώσει όλα αυτά τα κίνητρα που έχει χάσει, έχοντας παγιώσει τον εαυτό του μέσα σε διάφορες σχέσεις στον τόπο διαμονής του.

Αυτός ο χαρακτήρας είναι σαν να πρεσβεύει το κομμάτι εκείνο από τον Τολστόι, της νεότητας της Ρωσίας, η οποία πέφτει, τραυματίζεται, ξανασηκώνεται, χτυπάει, ξεσκονίζει τον εαυτό του, την ψυχή του, ξαναδημιουργεί, παλεύει με την ευγένεια, τη συνθήκη, την αγάπη, τον έρωτα, χάνει την γυναίκα του και, ουσιαστικά, αντιμετωπίζοντας τα δικά του φαντάσματα του παρελθόντος, αγωνίζεται για ένα καλύτερο αύριο για τη χώρα του, όπως το ονειρεύεται ο ίδιος. Είναι ένας ιδιαίτερος χαρακτήρας, πολύ σοβαρός, πολύ έντιμος, γενναίος και με ένα τεράστιο κομμάτι της ψυχής του δεσμευμένο σε αυτό που λέμε αγάπη.

Ποια είναι η πρόκληση ενός τέτοιου ρόλου για έναν ηθοποιό και πώς προσπάθησες να προσεγγίσεις εσύ αυτόν τον ρόλο;

Η πρόκληση είναι να ακουμπήσεις ένα συναίσθημα βαθύτερο, σαφώς ρομαντικό αλλά και απόλυτα ισχυρό, απέναντι στα ιδανικά που πρεσβεύει κάθε χαρακτήρας σε αυτό το υπέροχο κείμενο του Τολστόι, να υπάρχει μια ολοκληρωματική αφήγηση του ρόλου, με αρχή, μέση και τέλος, και να είναι έντιμο το συναίσθημα που βγάζει ο χαρακτήρας.

Πώς προετοιμάζεται κανείς για έναν τέτοιο ρόλο;

Διαβάζει πάρα πολύ και, μεγαλώνοντας, πιστεύω ότι πρέπει να αγαπά κανείς τους χαρακτήρες που υποδύεται. Πρέπει να βρίσκεις πράγματα που θαυμάζεις και εσύ ο ίδιος. Διαφορετικά είναι σαν όλες τις άλλες δουλειές. Για εμάς η ουσία αυτής της δουλειάς, ο καμβάς, είναι το κείμενο, οπότε πρέπει μέσα σου να αγαπάς κομμάτια του ήρωα και να πιστεύεις ότι τα πρεσβεύεις ως άνθρωπος.

Ποια κομμάτια αυτού του ήρωα είναι εκείνα που αγαπάς και πρεσβεύεις και εσύ ο ίδιος;

Την εντιμότητα, την αλληλεγγύη, την ευγένεια, τις αρχές που έχει ως άνθρωπος, τη σοβαρότητα, όχι τη σοβαροφάνεια, την παιδεία και τη συμπεριφορά του. Έχει την ικανότητα να είναι χιόνι και να είναι και χιονοθύελλα ταυτόχρονα αυτός ο χαρακτήρας. Από τη μία έχει αυτήν την ομορφιά και αυτήν την απλότητα και από την άλλη έχει την καταστροφή μέσα του.

Πάντως τελικά και στην ειρήνη και στον πόλεμο, ένας πόλεμος είναι η ζωή του ανθρώπου.

Δεν ξέρω, γιατί για μένα ο πόλεμος είναι κάτι πολύ βίαιο, δύσκολο και εγωιστικό. Εγώ πιστεύω ότι τα πάντα ξεκινάνε μέσα από το συναίσθημα του έρωτα, αυτό μπορεί να σε οδηγήσει σε πόλεμο ή σε ειρήνη. Ο τρόπος δηλαδή που ο έρωτας με έναν σύντροφο, με ένα ιδανικό, με μια αξία, μπορεί να σε διαβρώσει με τέτοιο τρόπο, ώστε να σε μεταμορφώσει σε ένα τέρας που είναι αδηφάγο και τρώει τα πάντα ή να σε μετουσιώσει σε κάτι που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «ειρήνη», «αγάπη» και να είσαι μια ανοιχτή αγκαλιά, ένα άσπρο σύννεφο, ένας όμορφος, γαλάζιος ουρανός για όλο τον κόσμο.

Γιατί πιστεύεις ότι πολεμά τελικά ο άνθρωπος;

Εύχομαι και ελπίζω να πολεμάει για ένα καλύτερο αύριο. Να πολεμά για την αγάπη· αλλά από την άλλη, αναφέροντας τη λέξη «πολεμά», πάλι κακό κάνουμε. Δεν γίνεται δυστυχώς να ζούμε σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η ίδια η φύση διαμορφώνει τα πράγματα, φτιάχνει, καταστρέφει, δημιουργεί. Δυστυχώς οι άνθρωποι που πολεμούν χωρίς ιδέες και ιδανικά, νομίζω ότι είναι σε ένα βαθύτερο τέλμα από τους υπόλοιπους. Νομίζω η σωστή λέξη είναι «αγωνίζομαι», η οποία έχει και την ειρήνη μέσα της.

Ποια είναι τα δικά σου οράματα και ιδανικά για έναν καλύτερο κόσμο;

Να βρεις όσο πιο γρήγορα γίνεται αυτό που αγαπάς και να το αφήσεις να σε «σκοτώσει». Να προσπαθείς δηλαδή κάθε μέρα επί της ουσίας να γίνεσαι καλύτερος σε αυτό. Καλύτερος δάσκαλος, καλύτερος γιατρός, καλύτερος χημικός, καλύτερος ζωγράφος.

Μίλησέ μου για την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, την ταινία του Άγγελου Φραντζή, όπου συμμετέχεις και βγαίνει στις αίθουσες στις 19 Δεκεμβρίου.

Υποδύομαι εκεί τον σύζυγο της Ευτυχίας. Είναι πραγματικά, και το λέω με πολύ συναίσθημα, μια πολύ ωραία δουλειά, με πολλή αγάπη, και δε μοιάζει σε τίποτα με καμία άλλη. Είναι μια τρομερά άρτια ταινία αλλά και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και η Κάτια Γκουλιώνη που υποδύονται τη στιχουργό σε διαφορετικές ηλικίες είναι εκπληκτικές.

Επόμενα σχέδια επαγγελματικά;

Επόμενα σχέδια είναι το τρίτο και τελευταίο μέρος του «Έτερος εγώ» και να είμαστε υγιείς.

Αν διάλεγες μια φράση από την παράσταση, ποια θα ήταν αυτή;

«Αυτό είναι ο θάνατος. Αυτό. Ένα ξύπνημα!»


«Πόλεμος και Ειρήνη»: Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, έως 28 Ιανουαρίου 2020.

Συνέντευξη: Δέσποινα Ραμαντάνη
Φωτογραφίες: Ναταλία Μαραγκού