Η Ναταλία Μελά, η επιφανής γλύπτρια και εγγονή του Παύλου Μελά, πέθανε σε ηλικία 96 ετών στις 14/4/19.
Η θρυλική βασίλισσα του μετάλλου γεννήθηκε το 1923 και μεγάλωσε σε μια μεγαλοαστική οικογένεια. Το 1942 εγγράφεται στην Α.Σ.Κ.Τ με καθηγητές των Κώστα Δημητριάδη και τον Μιχάλη Τόμπρο. Μετά την αποφοίτηση της από την σχολή, συνεργάστηκε με τον γνωστό αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη για τη στήλη στον τάφο του Μητροπολίτη Χρύσανθου και αργότερα για το Μνημείο Πεσόντων στο Λεόντιο της Νεμέας στην Πελοπόννησο. Στο έργο της Μελά μπορεί κανείς να παρατηρήσει τις επιρροές που είχε από τον αρχιτέκτονα, κυρίως λόγω της χρήσης του μαρμάρου.
Το εργαστήριό της βρισκόταν στην αρχή στον τελευταίο όροφο ενός σπιτιού στην Βασιλίσσης Σοφίας, ενώ αργότερα βρισκόταν στον στάβλο ενός σπιτιού στην οδό Μουρούζη. Διακεκριμένοι καλλιτέχνες όπως ο Εγγονόπουλος, ο Εμπειρίκος, ο Τσαρούχης και ο Μόραλης, συνήθιζαν να επισκέπτονται το εργαστήριο της.
Το 1951 παντρεύεται τον αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά και για δέκα χρόνια άφησε πίσω την τέχνη της. Ωστόσο, για ένα διάστημα ασχολήθηκε με την κατασκευή σκηνικών στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Όταν επέστρεψε από το Παρίσι το 1960, η Μελά, στράφηκε προς την χρήση του μετάλλου, επηρεασμένη από την αφηρημένη τέχνη που κυριαρχούσε εκείνο το διάστημα στην Δύση.
Εγκαταλείπει το μάρμαρο, που συνιστά ένα ελληνικό παραδοσιακό υλικό γλυπτικής, και μέσα από τα διδάγματα του μοντερνισμού στρέφεται στην αφαίρεση και το ready-made. Χρησιμοποιεί έτοιμα υλικά, σιδερικά ή και εργαλεία τα οποία έβρισκε στην οδό Αθηνάς, με τα οποία κατασκευάζει γλυπτά μέσω της οξυγονοκόλλησης, τεχνικής που έμαθε στο Παρίσι. Εμπνέεται από την φύση, τα ζώα και την ελληνική μυθολογία. Η ίδια, στην ώριμη φάση της δημιουργίας της, είχε δηλώσει για τα υλικά της, αλλά και την στροφή της στην αφαίρεση : «Έμαθα να αγαπώ τα υλικά με τα οποία δούλευα. Το μέταλλο είναι όπλο». Και για όσους έβλεπαν επιρροές από τον Πικάσο εκείνη εξηγούσε: «Τα γλυπτά μου αποτελούν πλαστικές μεταφορές… δεν είναι trompe l’ oeil αλλά trompe l’ esprit. Γυρεύω να εξαπατήσω τον νου περισσότερο από το μάτι».
Το 2008 πραγματοποιήθηκε η πρώτη αναδρομική έκθεση προς τιμήν της στο Μουσείο Μπενάκη, στο κτίριο της οδού Πειραιώς, και παρουσιάστηκαν κορυφαίες στιγμές της πορείας της στον χώρο των τεχνών και του θεάτρου. Η πορεία της είχε χαραχθεί από την επαφή της με τον κύκλο των διανοουμένων, την καλλιτεχνική ομάδα “Αρμός”, στην οποία ήταν και ιδρυτικό μέλος αλλά και από την οξυδέρκειά της.
Η μεγάλη γλύπτρια είχε δηλώσει για το κύμα του μοντερνισμού που χαρακτήριζε το έργο της: «Η τέχνη δεν πρέπει να είναι απεικόνιση της φυσικής πραγματικότητας. Ούτε στην παραμικρή της λεπτομέρεια. Είναι περίεργο, αλλά αυτό που μοιάζει πιο φυσικό στην τέχνη είναι τόσο μακριά από την πραγματικότητα». Με αυτή τη ρήση της η περίφημη γλύπτρια Ναταλία Μελά δεν συμπυκνώνει απλώς το κύμα του μοντερνισμού αλλά χαρακτηρίζει και το ιδιαίτερο στίγμα του δικού της έργου, η απήχηση του οποίου ξεπέρασε τα σύνορα της Ελλάδας.
Από την Αγγελική Μπάρα