Under the sounds of PJ Harvey: Παλμός, ενέργεια και η ατμόσφαιρα γίνεται αισθητή ήδη πριν η παράσταση αρχίσει… Η μουσική της PJ Harvey μαγνητίζει την αίθουσα και οχτώ γυναίκες αποτολμούν να ερμηνεύσουν χορευτικά κάθε της νότα. Με αφορμή τις πρόσφατες παραστάσεις της Mathilde Monnier του έργου Publique στο Théâtre de Gennevilliers στο Παρίσι, η διεθνούς φήμης γαλλίδα χορογράφος και καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού Χορογραφικού Κέντρου του Μονπελιέ, μιλάει στο OZON Raw γι’ αυτή την καθαρά γυναικεία συνεργασία.
Το έργο σας Publique έκανε την πρεμιέρα του το 2004 ενώ παρουσιάστηκε φέτος στο θέατρο του Gennevilliers στις αρχές Μαΐου. Πρόκειται για ένα έργο γραμμένο από μία γυναίκα, εμπνευσμένο από μια άλλη και ερμηνευμένο από οκτώ χορεύτριες. Ποια είναι η θέση που αποδίδετε στο γυναικείο στοιχείο σ’ αυτό το έργο;
Μου φαίνεται δύσκολο να εξετάσω ένα έργο μόνο υπό το πρίσμα του γυναικείου. Η τάση του να σκηνοθετεί κανείς μια μειοψηφία και να την κάνει πιο διακριτή, δεν αποτέλεσε σε καμία περίπτωση εφαλτήριο σημείο του έργου μου. Ωστόσο είναι γεγονός ότι υπάρχουν μόνο γυναίκες στη σκηνή. Ο μοναδικός λόγος είναι η ατμόσφαιρα και ο κόσμος της PJ Harvey, τα κείμενα, τα τραγούδια και η μουσική της, που επικαλούνται μια γυναικεία ευαισθησία. Είχα επίσης την επιθυμία να δουλέψω μόνο με γυναίκες. Οφείλω να πω ότι κατά κάποιο τρόπο με «κακομάθανε» και ότι χωρίς αμφιβολία ήταν μία παραγωγή στην οποία δυσκολεύτηκα ελάχιστα. Δεν αναπτύχθηκαν σχέσεις εξουσίας ή εντάσεις.
Η αναπαράσταση που τουλάχιστον παλαιότερα είχαμε για τη φιγούρα της χορεύτριας ήταν κατά βάση στερημένη κάθε γυναικείου στοιχείου. Στο κλασσικό μπαλέτο για παράδειγμα το σώμα της γυναίκας γίνεται αντιληπτό σαν ένα εφηβικό σώμα. Αργότερα δε, η χορογραφική αφαίρεση απέφυγε συστηματικά την ανάδειξη του φύλου των χορευτών. Θεωρείτε το Publique ενός είδους σχόλιο στα κλισέ που υπήρξαν στο χορό γύρω από τη φιγούρα της χορεύτριας ή και το γυναικείο φύλο;
Στο Publique η εικόνα της γυναίκας που προτείνεται είναι κατά κάποιο τρόπο αυτή της καθημερινής γυναίκας του δρόμου. Η σχέση με το σώμα της χορεύτριας περνάει κυρίως μέσα από το κουστούμι και από την αρχή είχαμε ξεκινήσει τις πρόβες με πολλά και διαφορετικά ρούχα διαφορετικών στυλ… Δεν υπάρχει σχέση με την εικόνα της χορεύτριας με το ιδιαίτερα έντονο εφηβικό στοιχείο, που παραμένει προσκολλημένη στην ανάμνηση μιας στιγμής της ιστορίας του σώματός της. Το Publique αποτελεί κατά μία έννοια την προσωπική ιστορία μου με τον χορό. Ξεκίνησα τον χορό στα club και στα πάρτι πολύ προτού ξεκινήσω να δουλεύω στο στούντιο. Εκείνες οι εμπειρίες αποτελούν τελικά τα αρχικά μου βήματα στη σχέση μου με αυτό το επάγγελμα. Επιλέξατε να δουλέψετε με αφετηρία το έργο της PJ Harvey, εμβληματικής φυσιογνωμίας στη μουσική σκηνή ροκ της δεκαετίας του ’90.
Ποιο στοιχείο της καλλιτεχνικής της διαδρομής, σας ενέπνευσε σε σχέση με τον προβληματισμό σας πάνω στο γυναικείο στοιχείο;
Η PJ Harvey είναι κατά κάποιο τρόπο το παιδί της Patty Smith. Χειραφετείται μουσικά και είναι ταυτόχρονα δημοφιλής, underground αλλά και πειραματική. Πέρα από ένα μουσικό συγκρότημα, είναι πρώτα απ’ όλα μια προσωπικότητα που προτείνει μια πολύ ξεκάθαρη γυναικεία εικόνα μιας ποιήτριας και μιας μουσικού παράλληλα. Μιας γυναίκας που είναι ελεύθερη να διαχειριστεί την καριέρα της χωρίς να γίνει σύμβολο του σεξ, ενός είδους ξωτικού που μεταμορφώνεται αδιάκοπα.
Ποια θέση έχει η μουσική της PJ Harvey στη σκηνοθεσία του Publique; Είχατε την ευκαιρία να τη συναντήσετε και να δουλέψετε μαζί;
Δεν συνάντησα την PJ αν και θα το ήθελα πολύ. Δούλεψα πάνω στην μουσική της, όπως δουλεύω πάνω στο έργο ενός συνθέτη. Με απασχόλησε το όλον της δηλαδή και όχι κάθε τραγούδι ξεχωριστά. Δούλεψα σχεδόν πάνω σε όλους της τους δίσκους. Έτσι η μουσική, μπορεί ακόμα να αλλάξει από παράσταση σε παράσταση.
Ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες που βρίσκετε στη μουσική και τη φωνή της PJ Harvey και που θελήσατε να επανεξετάσετε μέσα από την κίνηση;
Θεωρώ σημαντική τη δουλειά της πάνω στην εναρμόνιση της φωνής της με τις ενορχηστρώσεις. Επίσης μου αρέσουν πολύ οι επιρροές που βρίσκω στο ροκ πλαίσιο της μουσικής της, από την soul και το blues.
Στο Publique μιλάτε για το χορό σαν εμπειρία. Συναντά αυτή η σκέψη τη γενικότερη αντίληψή σας για την τέχνη και για το ρόλο σας σαν σύγχρονη καλλιτέχνη;
Η έννοια της εμπειρίας είναι χωρίς αμφιβολία το στοιχείο που με ενδιαφέρει και με τρελαίνει περισσότερο. Θεμελιωδώς η τέχνη αποτελεί την ιστορία της εμπειρίας όχι μόνο για τον καλλιτέχνη αλλά και για το θεατή. Αλλά τί είναι αυτή η ιστορία της εμπειρίας αν δεν προϋποθέτει τη δυνατότητα να ξεχάσουμε κάποια στιγμή τα επιβεβλημένα και να δεχτούμε να κοιτάξουμε διαφορετικά κάτι άγνωστο; Αυτό σημαίνει επίσης την αποδοχή της αλλαγής.Εκεί είναι που η τέχνη μπορεί κάποιες φορές να έχει αντίκτυπο στη ζωή. Η τέχνη για μένα επιτρέπει μια μορφή απόστασης από τη ζωή, σχετική με το χρόνο και την οπτική. Όχι την ωραιοποίηση της, αλλά αντίθετα μια εντονότερη παρουσία, ένα επιπλέον βάθος και ένταση.
Διευθύνετε το Εθνικό Χορογραφικό Κέντρο του Μονπελιέ από το 1994. Τι πιστεύετε ότι
προσφέρατε στο χώρο του σύγχρονου χορού μέσα από αυτόν το θεσμό;
Πάντα διαφοροποιούσα το χορογραφικό μου έργο σε σχέση με τη διεύθυνση του Εθνικού Χορογραφικού Κέντρου του Μονπελιέ. Σα διευθύντρια αυτού του χώρου πιστεύω ότι ένας θεσμός οφείλει να δημιουργεί δυνατές δεσμεύσεις απέναντι στο κοινό, στον καλλιτεχνικό κόσμο και στην κοινωνία των χορευτών. Παρότι μπορεί να φαίνεται κάπως
παράδοξο εργάζομαι σ’ ένα χώρο πολύ ανοιχτό και προσβάσιμο, αλλά συγχρόνως πειραματικό. Το κοινό συναισθάνεται ότι αποτελεί και το ίδιο μέρος αυτής της επινόησης και της περιπέτειας.