Το «(500) Μέρες Με τη Σάμερ» δεν είναι η τυπική ρομαντική κομεντί που θα βλέπατε στο πρώτο ραντεβού, αλλά σε κάθε περίπτωση αφηγείται μια ιστορία αγάπης που σίγουρα θα μπορούσε να συμβεί στον καθένα. O Toμ και η Σάμερ (δεν) ήταν φτιαγμένοι για να είναι μαζί. Και η ταινία τους (δεν) είναι ένα love story. Περισσότερο κομμάτια μνήμης μιας σχέσης που βασίστηκε πιο πολύ στην αβεβαιότητα παρά στον έρωτα, το «(500) Μέρες Με Τη Σάμερ» διεκδικεί σχεδόν δικαιωματικά τον τίτλο της πρώτης ρομαντικής κομεντί που βλέπει τον κόσμο από τα μάτια του αγοριού. Και μπορεί η Σάμερ να βρίσκεται πανηγυρικά στον ευφυή τίτλο, αλλά ο Τομ και ο ανδρικός του εγωισμός είναι αυτός που δεν θα καταλάβει ποτέ γιατί το κορίτσι που αγάπησε δεν κατάφερε ποτέ να τον… αγαπήσει. Φτιαγμένο με την γλύκα ανεξάρτητης Αμερικανικής ταινίας που θέλει να διαφέρει και ποτισμένο με την μουσική υπόκρουση μιας ολόκληρης γενιάς που μεγάλωσε ακούγοντας τον Morrissey να επιμένει πως στο «τέλος όλοι θα πεθάνουμε μόνοι», το φιλμ που αναδεικνύει ιδανικά τις ερμηνευτικές ικανότητες του Τζόζεφ Γκόρντον Λέβιτ και της Ζόι Ντεσανέλ δεν προσποιείται πως ξέρει τις απαντήσεις στην προαιώνια απορία του τι συμβαίνει όταν το αγόρι γνωρίζει το κορίτσι αλλά το κορίτσι αρνείται να παραδοθεί. Μαζί με τον θεατή, το ντεμπούτο του Μαρκ Γουεμπ αναρωτιέται τι είναι αυτό που ενώνει (και τελικά χωρίζει) δύο ανθρώπους που φαινομενικά είναι φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλο. Χωρίς να καταλήγει ποτέ σε βιαστικά συμπεράσματα. Και χωρίς να αρνείται πως το πιο δύσκολο πράγμα σε αυτή τη ζωή είναι να εκφράσεις αυτό που δεν θέλεις. Μελαγχολικές, σε στιγμές ιδιοφυείς και τελικά όσο αποστασιοποιημένες πρέπει από μελοδραματικές εξάρσεις, αυτές οι «(500) Μέρες» μπορεί να μην μείνουν στην ιστορία ως η επιτομή του νεανικού date movie, αλλά με τον δικό τους αθεράπευτα ρομαντικό τρόπο επιβεβαιώνουν το γεγονός πως οι σημαντικότερες στιγμές του σινεμά είναι αυτές που αντιγράφουν με τόλμη τη ζωή. To «(500) Μέρες Με Τη Σάμερ» θα παίζεται στους κινηματογράφους από τις 26 Νοεμβρίου.