Ο Γιώργος Λάνθιμος βρίσκεται στο εξώφυλλο του περιοδικού «New York Times», οι οποίοι υποκλίνονται στο ταλέντο του Έλληνα σκηνοθέτη.
«Ο μυστικοπαθής και ντροπαλός», όπως τον χαρακτηρίζει, Γιώργος Λάνθιμος αποθεώνεται από το αμερικανικό έντυπο για το έργο του, την ώρα που γνωρίζει την παγκόσμια καταξίωση.
Σε ένα άρθρο με τίτλο «Το όραμα του Γιώργου Λάνθιμου που προκαλεί πόλωση», η αρθρογράφος Alexandra Kleeman αναφέρεται στις έντονες αντιδράσεις για «πρωτογενή» ωμή απεικόνιση της σύγχρονης πραγματικότητας μέσα από τις ταινίες του.
Πιο συγκεκριμένα, μιλά «για τη δημιουργία σκοτεινά σουρεαλιστικών και αμήχανα ξεκαρδιστικών κινηματογραφικών κόσμων που αντικατοπτρίζουν την καθημερινότητά μας, κάτω από ένα παραμορφωτικό φως».
Η συνάντηση της αρθρογράφου με τον σκηνοθέτη έγινε στο πλαίσιο της «Εβδομάδας Μπέργκμαν», με την Kleeman να διαπιστώνει αρκετές ομοιότητες στη σκεπτική του με αυτή του κορυφαίου Σουηδού σκηνοθέτη.
«Τον περασμένο Ιούνιο, ο Έλληνας σκηνοθέτης Γιώργος Λάνθιμος ταξίδεψε στην πρώην κατοικία του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν στο Φάρο, ένα απομακρυσμένο σουηδικό νησί γεμάτο με γαλακτοκομικές επιχειρήσεις και αρχαία μνημεία από ασβεστόλιθο, το οποίο έχει πληθυσμό 500 κατοίκων με δική τους διάλεκτο. Είχε προσκληθεί για να απευθύνει ομιλία στο πλαίσιο του ετήσιου φεστιβάλ “Εβδομάδα Μπέργκμαν”, κατά το οποίο σινεφίλ παρακολουθούν διαλέξεις και προβολές και συμμετέχουν στο λεγόμενο “Σαφάρι Μπέργκμαν”, μια ξενάγησε σε διάφορες τοποθεσίες όπου ο Σουηδός σκηνοθέτης γύρισε σκηνές για τις ταινίες του. Ο Λάνθιμος μελέτησε το σπίτι του Μπέργκμαν με τις καθαρές γραμμές και τη θέα στη Βαλτική Θάλασσα. Εξέτασε προσεκτικά τις χειρόγραφες σημειώσεις του (Σουηδού) σκηνοθέτη που βρήκε σκονισμένες πάνω στα έπιπλα. (“Είμαι επιτυχής για την καριέρα μου αν και παραμένω άγρυπνος”). Είδε μια πρώτη κόπια της ταινίας “Persona” στο ιδιωτικό κινηματογράφο των 15 θέσεων -μπροστά από τις οποίες μεσουρανεί η άδεια δερμάτινη πολυθρόνα του Μπέργκμαν- καθώς και ένα απόσπασμα του ‘Κυνόδοντα” κάτι που σχεδόν ποτέ δεν κάνει. Όταν βρίσκεται στο μοντάζ (ο Λάνθιμος) παρακολουθεί την υπό εξεργασία ταινία του ξανά και ξανά μέχρι να είναι έτοιμη να παρουσιαστεί, ωστόσο όπως δηλώνει “δεν μπορεί να περιμένει μέχρι να ‘ναι η τελευταία φορά που θα τη δει, τουλάχιστον για τα επόμενα 10, 15 χρόνια». Η αντίδρασή του ήταν παρόμοια με αυτή που είχε όταν ξαναείδε την “Κινέττα”, την πρώτη του ταινία: “Παράξενη, παράξενη, αλλά πραγματικά όχι τόσο κακή.”
“Με έκανε να αναρωτιέμαι αν θα ήθελα κάποια μέρα να έχω ένα δικό μου μέρος σαν αυτό (το σπίτι του Μπέργκμαν)”, μου είπε στη διάρκεια του πρωινού, την επόμενη της πρεμιέρας της νέας του ταινίας “The Favorite“ στο New York Film Festival. “Κάπου να μπορώ να δημιουργήσω και να είμαι μόνος μου. Ένα νησί όπου οι συγγραφείς θα μπορούσαν να έρθουν να δουλέψουν σε σενάρια και ο βοηθός μου θα μπορούσε να έρθει να τελειώσει τα projects μας. “Αν είχατε ένα τέτοιο μέρος” τού επεσήμανα “πολλοί μπορούν να θελήσουν να το επισκεφτούν κάποια μέρα. Μπορεί να θέλουν να αγγίξουν τα υπάρχοντα του σκηνοθέτη, να φωτογραφήσουν τις σημειώσεις του, να πάνε σε ένα “Σαφάρι Λάνθιμος”. Η σκέψη τον έκανε να νιώσει άβολα. “Τότε ίσως είναι πιο ασφαλές να μην αποκτήσω κάποιο μέρος” είπε.»
«Ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν θα μπορούσε να έχει αναγνωρίσει την βαθιά περιέργεια που διακατέχει τις ταινίες του (Έλληνα σκηνοθέτη): Όπως ο Μπέργκμαν, έτσι και ο Γιώργος Λάνθιμος συναρπάζεται με την ανθρώπινη ορμή για έλεγχο – τόσο ως προς την πολυπλοκότητα της έννοιας όσο και ως προς τα άκρα που μπορεί να φτάσει- και από την ασυμφωνία της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Στις ταινίες του Μπέργκμαν ωστόσο αυτό αυτή η αγωνία ανυψώνεται στη σφαίρα του μεταφυσικού, ενώ η προσέγγιση του Λάνθιμου είναι λιγότερο “υψηλή”, γειώνεται με αίμα και τριβή. Μια συνηθισμένη τοστιέρα μετατρέπεται σε εργαλείο τιμωρίας. μια γυναίκα μεταφέρεται σε γραφείο οφθαλμιάτρου προκειμένου να τυφλωθεί για τις παραβάσεις της κατά της κοινότητας. “Όλες μας οι ιστορίες ξεκινούν με παρατήρηση καταστάσεων που ήδη – όπως πιστεύουμε – υπάρχουν” μου έγραψε σε email ο θεατρικός συγγραφέας Ευθύμης Φιλίππου και συν-σεναριογράφος τεσσάρων ταινιών του Λάνθιμου. “Καταπιανόμαστε (στο σενάριο) με αυτές τις καταστάσεις και τις παρουσιάζουμε με μια υπερβολή, τις μεγεθύνουμε για να καταδείξουμε πιο εύκολα τον πυρήνα της αρχικής μας σκέψης. Το αστείο είναι ότι ανεξάρτητα από το πόσο προσπαθούμε να “μεγαλώσουμε” κάτι, στην πραγματική ζωή όλα είναι ήδη πιο υπερβολικά.” Από την αντίφαση αυτή προκύπτει το αδιάψευστο επιχείρημα ότι κάτι που είναι πιο ξένο, άγριο και παλαιότερο από ό,τι γνωρίζουμε μπορεί να ταρακουνήσει τους κανόνες που θεωρούμε ως δεδομένους», αναφέρεται σε άλλο σημείο.