Πόσοι γομφίοι, πόσοι προγόμφιοι, πόσοι φρονιμίτες, πόσοι κυνόδοντες χωράνε στην αγάπη; Ή πάντα αυτή περισσεύει; Μια εξίσωση για δυνατούς λύτες, όπου το όλον είναι πάντα κάτι παραπάνω από το άθροισμα των μερών περιμένει τους θεατές του τολμηρού, ρεαλιστικού έργου του Δημήτρη Δημητριάδη που παρουσιάζεται ως τις 27 Οκτωβρίου στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καρατζά και με ένα λαμπρό καστ 11 ηθοποιών σε μια θεατρική αποστολή του “ανέφικτου” …
Αμείλικτα σκληρό το έργο του Δημήτρη Δημητριάδη και τολμηρό το εγχείρημα του Δημήτρη Καρατζά να το σκηνοθετήσει, έχοντας στην διάθεση του έναν τεράστιο σκηνικό χώρο και μεγαλύτερο αριθμό ηθοποιών. Η αιχμηρή, ρεαλιστική, αθυρόστομη γλώσσα του
συγγραφέα, που εκφέρεται μονομιάς, σχεδόν απνευστή από τα χείλη των ηθοποιών, βρήκε πρόσφορα έδαφος στην λιτή, αφαιρετική, μεταμοντέρνα ματιά του σκηνοθέτη, μολονότι αυτή την φορά είχε να γεμίσει ένα πολύ μεγαλύτερο χώρο και να χειριστεί έναν πολύ
μεγαλύτερο αριθμό ηθοποιών. Παρ’ όλα αυτά κινήθηκε με μαεστρία ανάμεσα στο λόγο, που αποτελεί τον κύριο εκφραστικό άξονα και την σιωπή των προσώπων, με την κίνηση και τον ήχο να συνεπικουρούν την αφήγηση, συμπληρώνοντας τους συμβολισμούς των λέξεων και των φράσεων, καθώς αυτές εγγράφονταν στα κιτάπια του χρόνου, έμεναν μετέωρες, περιστρεφόντουσαν αέναα, αντιστρεφόντουσαν μεταξύ των ηρώων και επαναλαμβάνονταν διαρκώς.
Κινούμενος στο ύφος που μας έχει συνηθίσει, στήνοντας και τους 11 ηθοποιούς του επί σκηνής για 2 ώρες και 45 λεπτά, χωρίς διάλειμμα, σηματοδοτώντας την παρουσία και την απουσία μόνο μέσα από την παύση και την ακινησία, ο Δημήτρης Καρατζάς χρησιμοποίησε το στοιχείο του ήχου με τρόπο που θα μπορούσε να θυμίζει installation, διατηρώντας τον αρχειακό, χαρακτήρα της φωνής των προσώπων σε ένα μουσείο του χρόνου, όπου λέξεις, σκέψεις, φράσεις, φωνήεντα έρχονται να υπενθυμίζουν κάθε φορά την τραγική αλήθεια της ματαιότητας και του ανέφικτου των πραγμάτων, τυλιγμένα σε μια καταραμένη, αιώνια λούπα. Υποκριτικά ο στόχος και εδώ δεν είναι η ταύτιση με τους ίδιους τους ήρωες, γι’αυτό οι ερμηνείες των ηθοποιών κινούνται προς μια αποστασιοποίηση, προτάσσοντας τον λόγο και απευθυνόμενoι στην λογική έναντι του συναισθήματος.
Σαν να επιχειρεί να λύσει τον γόρδιο δεσμό του ανθρώπου με την πηγή της δυστυχίας του, που δεν είναι άλλη από την αναζήτηση της τρίτης, ανύπαρκτης λύσης, του αδύνατου, του μη εφικτού, που παγιδεύει το άτομο σε έναν κύκλο προσμονής και ματαίωσης ο Δημήτρης Δημητριάδης, παρουσιάζει τις ερωτικές ιστορίες πέντε ζευγαριών και ενός τριγώνου που διεκδικούν απεγνωσμένα να γευτούν το απόλυτο, σε έναν συναισθηματικό γύρο θανάτου, όπου η ηδονή και η δυστυχία συνυπάρχουν ως πηγή προέλευσης της ίδιας ανάγκης για ζωή. Μετρώντας θύτες και θύματα, σε μια διαρκή εναλλαγή ρόλων, αντιλήψεων και προθέσεων, οι ήρωες χρησιμοποιούν τα λόγια πραγματικά πυρά, που στρέφονται πότεεναντίον των ίδιων και πότε εναντίον των άλλων, προσπαθώντας να πετύχουν την ελπίδα αλλά χάνοντας τον στόχο…
Κριτική για το Ozon Raw από τη Δέσποινα Ραμαντάνη