Bγήκα από τον ΔΑΝΑΟ με το στομάχι μου σφιγμένο. Είχε πιάσει ένα ψιλόβροχο, ο ουρανός μουντός, μια κοπέλα έπεσε μπροστά μου, κάποια άλλη προσφέρθηκε να την βοηθήσει να σηκωθεί ξανά. Η δημοσιογραφική προβολή της ταινίας του Πάνου Κούτρα με είχε διαλύσει ή έτσι τουλάχιστον ένιωθα τα πρώτα εκείνα λεπτά.
Κάπου μέσα μου, σκέφτηκα πως οι συμπτώσεις ήταν πολλές. Η ιστορία της ταινίας κλείνει με τη Θεσσαλονίκη και τη θέα της από το Πανόραμα, εκεί που πήγα σχολείο, την ίδια θέα που είχα από τους αποκριάτικους χορούς στο ξενοδοχείο Νεφέλη. Μετά θυμήθηκα πως στο ίδιο ΞΕΝΙΑ της Κοζάνης, κεντρικό σημείο γυρισμάτων για την ταινία, είχα καταλύσει με την οικογένειά μου κάπου στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Θυμήθηκα το τζάκι στο λόμπυ του ξενοδοχείου, τη θέα της πόλης από ψηλά. Μια βουτιά στα παιδικά και εφηβικά μου “άγουρα” χρόνια, πολλές διαφορετικές ερμηνείες της ίδιας ανάγκης. Να ανήκω κάπου.
Η ταινία του Κούτρα μιλά για τη συνειδητοποίηση, για την περίεργη εκείνη στιγμή που συνειδητοποιούμε ποιοι τελικά είμαστε, πού βρισκόμαστε και προς τα πού πάμε. Είναι αφιερωμένη στην προσωπική Οδύσσεια του καθενός, στην ενηλικίωση και την ανάμνηση της απώλειας, της χαμένης αθωότητας. Είναι δικαίωμά μας να ανήκουμε εδώ και να διεκδικούμε το “παντού”. Είναι η ανάγκη μας να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε στα χρόνια του μίσους.
Γιώργος Κελέφης