ΑΘΗΝΑ, 2.1.17. Η ομάδα του ΟΖΟΝ συγκέντρωσε τις σημαντικότερες αλλαγές στη βιομηχανία της μόδας για το 2016.
1.MIXED GENRE FASHION SHOWS
Η επιτυχία είναι συνώνυμη πλέον με τη διατήρηση της μαζικής απήχησης στην αγορά. Άρα, η δημιουργία ενός νέου καταναλωτικού προτύπου που μπορεί να ανταγωνιστεί το κυρίαρχο γυναικείο, να είναι μία λύση που θα μπορούσε να τονώσει την πληγμένη βιομηχανία της μόδας. Τα mixed genre fashion shows εξοικονομούν σημαντικούς πόρους στους μεγάλους οίκους μόδας αφού προσελκύουν τον Τύπο και τα social media, και οι σχεδιαστές μόδας κατορθώνουν να περάσουν ένα ηχηρό και ισχυρό μήνυμα στο ευρύ κοινό. Διπλασιάζουν τις καμπάνιες τους και διαθέτουν άμεσα τις συλλογές τους στο κοινό, προσελκύοντας τα media και τους VIP αγοραστές. Η ταυτότητα του brand εμπλουτίζεται, διευρύνεται, γίνεται πιο ισχυρή και ο κόσμος -άντρες και γυναίκες- ταυτίζεται. Μάλιστα, μέχρι το 2020 υπολογίζεται ότι η παγκόσμια αντρική αγορά θα παρουσιάσει αύξηση 14% στα έσοδά της σε σχέση με το 2015, φτάνοντας τα 33 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με το Euromonitor International. Να τονίσουμε, βέβαια, πως πρώτος o Jean Paul Gaultier παρουσίασε mixed genre show το 1977, ενώ ο σχεδιαστής που στα 90’s το καθιέρωσε ήταν ο Alexander McQueen στις συλλογές του για τον οίκο Givenchy.
2. O RAF SIMONS ΑΠΟ ΤΟΝ DIOR ΣΤΟΝ CALVIN KLEIN
Μετά από πολύμηνη φημολογία στα μέσα της χρονιάς που μας πέρασε, ο Raf Simons αναλαμβάνει τα ηνία του οίκου Calvin Klein, καταλαμβάνοντας την θέση που άφησε κενή ο Francisco Costa, τον Απρίλιο του 2016. Η είδηση επιβεβαιώνει την έντονη φημολογία στη βιομηχανία, που όμως ο Simons δεν ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει εξαιτίας της ρήτρας του συμβολαίου με τον οίκο Christian Dior, που όμως έληξε στα τέλη του Μάη του 2016. “Η άφιξη του Raf Simons ως επικεφαλής του δημιουργικού σηματοδοτεί ένα βαρυσήμαντο νέο κεφάλαιο για τον οίκο Calvin Klein.” δήλωσε ο Steve Shiffman, Διευθύνων Σύμβουλος της Calvin Klein, Inc. “Είμαι βέβαιος ότι η απόφαση αυτή θα οδηγήσει το εμπορικό σήμα Calvin Klein σε ένα ευοίωνο μέλλον.” πρόσθεσε. Ο Simons θα διαχειριστεί τη στρατηγική του Calvin Klein σε παγκόσμιο επίπεδο καθώς και τις μάρκες κάτω από την ομπρέλα του Calvin Klein (Calvin Klein Collection, Calvin Klein Platinum, Calvin Klein Jeans και Calvin Klein underwear). Οι πρώτες συλλογές με την υπογραφή του αναμένεται να παρουσιαστούν το φθινόπωρο του 2017.
Ο 48χρονος Βέλγος σχεδιαστής ο οποίος θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους της γενιάς του, ξεκίνησε την καριέρα του ως designer επίπλων. Όταν το 1991 παρακολούθησε μια επίδειξη του Martin Margiela αποφάσισε να μεταπηδήσει δοκιμαστικά στο χώρο της μόδας και το 1995 παρουσίασε την πρώτη του κολεξιόν, με μόνο αντρικά ρούχα. Το πείραμα πέτυχε και αμέσως έστρεψε το ενδιαφέρον της μόδας πάνω του. Ακολούθησαν συνεργασίες με την adidas, την Eastpak, και τους οίκους Fred Perry και Jil Sander ενώ το 2012 ανέλαβε τον οίκο Dior, στον οποίο παρέμεινε μέχρι τoν Οκτώβρη του 2015.
3. H Kate Moss δημιουργεί το δικό της πρακτορείο μοντέλων
4.Ο Hedi Slimane αποχωρεί από τον Saint Laurent
Λίγο καιρό πριν είχαμε αναφερθεί διεξοδικά στο μυστικό της τεράστιας επιτυχίας του Saint Laurent. Τα τρία τελευταία χρόνια , από τότε, δηλαδή , που ανέλαβε τα ηνία του οίκου o Hedi Slimane , μέχρι και λίγους μήνες πριν, όπου αποχώρησε επίσημα, το brand είχε κάτι παραπάνω από διπλασιάσει τα έσοδα από τις πωλήσεις των προϊόντων του. Ωστόσο, ο Hedi Slimane στη πρώτη Απριλίου 2016 αφήνει τη θέση του creative director στον γαλλικό οίκο, λόγω της αποτυχίας τους να συμφωνήσουν στην ανανέωση του συμβόλαιού του, και την θέση του παίρνει ο Antony Vaccarello (τον πρώην director του Versus Versace και του δικού του ομώνυμου brand).
Ο Slimane ξεκίνησε να εργάζεται στον γαλλικό οίκο τον Μάρτιο του 2012- μετά την λήξη της οκτάχρονης θητείας του Stefano Pilati- και από την αρχή έδειξε σχεδόν προκλητικά τη διάθεσή του να αλλάξει καθολικά το πρότυπο της εταιρίας: αφαίρεσε το Yves από το brand name, καθιέρωσε την grunge & rock ως την βασική κουλτούρα του Saint Laurent, με το δέρμα και το denim να κυριαρχούν, και τοποθέτησε το άτομο που φοράει τα ρούχα του σε ένα κακόφημο club του Los Angeles. Μέσα από αυτή του την ενέργεια μπορεί να απέκτησε πραγματικά φανατικούς οπαδούς, ωστόσο δεν ήταν λίγοι αυτοί που εναντιώθηκαν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Suzy Menkes, της οποίας η κριτική για το ντεπούτο του Slimane ήταν αρκετά προσβλητική. Και ενώ είναι λογικό να μην αρέσει σε όλους, υπάρχουν κάποιοι σχετικά αντικειμενικοί παράγοντες που χαρακτηρίζουν τη λήξη της συνεργασίας με τον Saint Laurent ορθή. Είναι επικίνδυνο να αλλάζει η ιστορία ενός οίκου σε ένα βράδυ, και μάλιστα σε πολύ θεμελιώδη ζητήματα: ο Yves Saint Laurent ήθελε τη γυναίκα του πάντα δυναμική, κομψή, να ψυχαγωγείται στο πιό καλόφημο μαγαζί του Παρισιού. Όχι, ο Slimane δεν μας τοποθετεί σε ένα club που συχνάζει η αφρόκρεμα της γαλλικής πρωτεύουσας, αλλά στη “δική του πατρίδα, τον δικό του παράδεισο”, όπως ο ίδιος λέει, το Los Angeles. Και για σκηνικό επιλέγει έναν δρόμο που ίσως μοιάζει με την Sunset Strip, το κοσμοπολίτικο σημείο γεμάτο εστιατόρια, rock clubs, κατακλισμένα από την επιθυμία των ανθρώπων για σαρκική επαφή. Και την επαφή αυτή το μοντέλο του Slimane είναι έτοιμο να την ικανοποιήσει. Τώρα, τη γυναίκα του Saint Laurent δεν την ενδιαφέρει να είναι στυλάτη. Θέλει να προκαλεί. Φοβάται την αδιαφορία. Την ενδιαφέρει να τραβά όλα τα ανδρικά βλέμματα πάνω της: βαθιά ντεκολτέ, φορέματα με επικίνδυνα κοντά μήκη, διαφάνειες που αφήνουν ακάλυπτο το στήθος, πάντα σε ψηλοτάκουνα peep toe.
Με βάση αυτά, ίσως να ήταν αναγκαία μία αλλαγή στον οίκο. Αλλά η αλλαγή αυτή πρέπει να σχετίζεται όχι με την εξέλιξη του έργου του Slimane, αλλά με την επιστροφή στο αρχείο (ή έστω τον συνδυασμό των δύο). Ο Anthony Vaccarello μέσα από τη δουλεία του στον Versus Versace, βάδιζε στα ίδια μονοπάτια με αυτά του Slimane, έτσι και η δουλειά του για τον Saint Laurent είναι σχεδόν η συνέχεια της ιδέας του προκάτοχού του. Αλλά ο Slimane, αυτό που κάνει το κάνει τέλεια. Δεν υπάρχει καλύτερος Slimane από τον Slimane.
5. Ο Dior θέτει τη Maria Grazia Chiuri creative director
O Σεπτέμβριος σηματοδότησε την αυγή μιας νέας εποχής τόσο για τον Dior όσο και για την Maria Grazia Chuiri. Το Musée Rodin στο Παρίσι αποτέλεσε το σημείο αναφοράς της νέα ταυτότητας Dior, η οποία συμπεριλαμβάνει τη νεανική κουλτούρα όσο ποτέ άλλοτε. Το επίκεντρο, ωστόσο, της Chuiri είναι η γυναίκα (η ίδια χαρακτηρίζει τον εαυτό της ως “φεμινίστρια”), στην πιο δυναμική αλλά ταυτόχρονα θηλυκή εκδοχή της. “Στόχος μου είναι να δημιουργήσω μόδα επηρεασμένη από τις ανάγκες της γυναίκας σήμερα”, δήλωσε η νέα creative director του γαλλικού οίκου.
6.O Demna Gvasalia ταράζει το Fashion System
Μεγάλωσε ακούγοντας hip-hop και κάνοντας βανδαλισμούς στους κακόφημους δρόμους της Γεωργίας των ‘80s, σπούδασε σχέδιο μόδας στη Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών της Αμβέρσας και ύστερα από χρόνια συνεργασιών με μεγάλους οίκους, όπως Maison Margiela και Louis Vuitton, γίνεται ο συνιδρυτής και αρχηγός της ομάδας του label Vetements. Πρόσφατα, ανέλαβε το ρόλο του artistic director στον οίκο Balenciaga, κάτι που μας κάνει να θέλουμε να τον γνωρίσουμε ακόμα περισσότερο, μέσα από μία αναδρομή στη ζωή και το έργο του.
Μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να εξασφαλίσει κάτι για το οποίο μεγάλες εταιρείες προσπαθούν σκληρά: την αξιοπιστία. Και αυτό γιατί κατάφερε να ισορροπήσει το επίπεδο της δημοσιότητάς του με την πάγια ιδεολογική του βάση. Ο λόγος για το label Vetements (στα γαλλικά σημαίνει “ρούχα”), που ιδρύθηκε στο Παρίσι, σε ένα υπόγειο διαμέρισμα, με μια πολύ συγκεκριμένη αποστολή: να εστιάσει καθαρά στο ρούχο. Μπορεί να ακούγεται κοινότυπο είναι όμως επαναστατικό. Σήμερα, από ένα show δεν θυμάσαι το ρούχο καθεαυτό, αλλά το περιβάλλον που το πλαισιώνει.
Ο Demna Gvasalia, ιδρυτής της εταιρείας, γεννήθηκε το 1981 στο Sukhumi της Γεωργίας, μία πόλη που βρίσκεται ανάμεσα στη Μαύρη Θάλασσα και τον Καύκασο. Εκεί πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του, μέχρι που μετακόμισε προσωρινά στο Βέλγιο για να σπουδάσει fashion design -εξειδικευμένο αρχικά στον άντρα- στη Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών της Αμβέρσας. Το 2009 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι όπου άρχισε να δουλεύει στο πλευρό του Martin Margiela, ο οποίος επηρέασε σημαντικά την τεχνική και την αισθητική του ταυτότητα. Στη συνέχεια, δούλεψε για τον Louis Vuitton και κατάφερε να αποκτήσει τη θέση του senior designer στο αντρικό τμήμα, μέχρι το 2014, όπου την εγκατέλειψε για να ξεκινήσει το Vetements και να ορίσει πια τη δική του ταυτότητα που έχει να κάνει με μία πολύ σημαντική ιδέα: την πραγματική ελευθερία.
Ζώντας σαν παιδί υπό το καθεστώς της Σοβιετικής Ένωσης, ένιωθε ότι τα ερεθίσματα του περιορίζονται συνεχώς. Μπορεί το σοσιαλιστικό σύστημα της δωρεάν Υγείας, Παιδείας και Στέγασης να οδήγησε αρχικά σε μια φαινομενική άνοδο του βιοτικού επιπέδου, ωστόσο υπήρξε προσπάθεια χειραγώγησης της κοινής γνώμης και περιορισμός στην Τέχνη. “Υπήρχαν μόνο δύο περιοδικά που ασχολούνταν με τη μόδα, και αυτά προωθούσαν ένα στιλ προκλητικά συμβατικό”, υπογραμμίζει ο Gvasalia σε συνέντευξή του στο 032c. Μάλιστα, έχει αναφέρει ειρωνικά στο παρελθόν πως με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, το 1991, είδε για πρώτη φορά Fanta, Coca-Cola και Vogue! Έτσι ξεκίνησε να αποκτά αναφορές για το έργο του.
Μέχρι τότε ήταν πολύ κλειστοί οι ορίζοντες. Αγαπούσε τον πειραματισμό μέσω της ένδυσης τα περισσότερα παιδιά όμως, φορούσαν τα ίδια ρούχα καθημερινά. Στη Γεωργία οι άνθρωποι συνήθιζαν να φορούν μαύρα, είχε μια δραματική δόση η εμφάνισή τους. Το μόνο extreme στις γυναίκες ήταν το έντονο make up και -σε συγκεκριμένες περιπτώσεις- η διακόσμηση πάνω στο ρούχο με τυχαία υλικά. Και αυτή η φιλοσοφία πέρασε και στα Vetements. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται δίνουν την εντύπωση ότι είναι μοναδικά αλλά ταυτόχρονα απευθύνονται σε πολύ κόσμο. Υπάρχει αναφορά στη hip-hop μουσική αλλά και ένας υπόγειος δραματικός υπαινιγμός.
7. O Jacquemus ορίζει μία νέα αισθητική
Κάποια ταλέντα, όπως αυτό του Simon Porte Jacquemus, δεν γίνεται να μην αναγνωριστούν. Γι’ αυτό και στον περσινό διαγωνισμό του LVMH προστέθηκε το ειδικό βραβείο των 150.000€ και μια ετήσια καθοδήγηση για το brand του, Jacquemus. Ποιος είναι ο Simon Porte και ποια η θέση του στη βιομηχανία της μόδας;
Ο Simon Porte Jacquemus γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Salon-de-Provence της νοτιοανατολικής Γαλλίας και μόλις στα δεκαεννιά του, αποφάσισε να ασχοληθεί με τη μόδα, πηγαίνοντας στο Παρίσι. Ύστερα από τρεις μήνες σεμιναρίων στο σχέδιο μόδας, ο Simon δούλεψε ως βοηθός στιλίστα, για να αποφασίσει λίγο αργότερα, το 2009, ότι είναι έτοιμος να δημιουργήσει κάτι δικό του. Και έτσι, ένα ατελιέ στη Μονμάρτη και η δίψα του για δημιουργία, έφεραν την πρώτη του συλλογή. Έκτοτε, ο Simon ξεδιπλώνει το πολύπλευρο ταλέντο του παρουσιάζοντας ευφάνταστα κάθε συλλογή του, αναλαμβάνοντας ο ίδιος το ρόλο όχι μόνο του σχεδιαστή, αλλά και του αφηγητή-σκηνοθέτη.
Η έμπνευση του ήταν εξαρχής ο τόπος που μεγάλωσε, η νοτιοανατολική Γαλλία και οι μνήμες από τη μητέρα του -την οποία έχει χάσει. Αυτό, πάντα στιγματισμένο από τις ’90s αναφορές του, που σε συνδυασμό δίνουν αυτό το ξεχωριστό ύφος στις συλλογές του. Μια ανάμειξη του υπαινιγμού της αφέλειας, με τον αισθησιασμό και την pop κουλτούρα, σ’ ένα underground πλαίσιο, δίνουν το προσωπικό του στιλ, αποδομένο στη σύγχρονη γυναίκα με μια retro αναφορά. Κι αυτό ο Simon το παρουσιάζει με τρόπο ξεχωριστό, σαν να αφηγείται μια ιστορία.
8.Αυτοί είναι οι πλουσιότεροι άνθρωποι της μόδας για το 2016
Μια γρήγορη ματιά στα διαγράμματα δείχνει ότι λίγα πράγματα έχουν αλλάξει για τους πέντε πλουσιότερους ανθρώπους στο χώρο της μόδας. Ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός πως τα δύο πρώτα πλουσιότερα άτομα, Amancio Ortega και Bernard Arnault, έγιναν όλο και πιο πλούσιοι κατά τους τελευταίους έξι μήνες, παρά την τόσο ευρεία οικονομική και πολιτική αστάθεια που επικρατεί στο δυτικό ημισφαίριο. Στην πραγματικότητα, ο Ortega είχε ακόμη καταφέρει να διεκδικήσει τον τίτλο του πλουσιότερου ανθρώπου του κόσμου για τρεις ημέρες τον Σεπτέμβριο του 2016, ξεπερνώντας τον δισεκατομμυριούχο Μπιλ Γκέιτς (καθαρή αξία 78,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων). Μεγάλο μέρος του πλούτου του Ortega έχει συνδεθεί με την επιτυχία του πρώτoυ brand του, Zara, και το μοναδικό επιχειρηματικό μοντέλο που ακολουθεί, γνωστό ως fast-fashion, το οποίο έχει την τρομακτική ικανότητα να παρουσιάζει ένα ρούχο από την ιδέα στο κατάστημα, σε λιγότερο από δύο εβδομάδες.
Και ενώ όλες οι high street εταιρείες προσπαθούν να πατήσουν πάνω στην πολιτική της Inditex, στην απέναντι όχθη βρίσκεται μια σειρά από εταιρείες με πολυτελή είδη, οι οποίες έχουν καταφέρει να αναπτύσσονται κάθε φορά στην εκάστοτε δυνατή καταναλωτική αγορά. Πιο συγκεκριμένα, η LVMH, στην οποία ανήκουν μερικοί από τους πιο γνωστούς οίκους, έχει κατατάξει τον CEO, Bernard Arnault, στην δεύτερη θέση των πλουσιότερων ανθρώπων στη μόδα. Μόνο από τον περασμένο Ιούνιο μέχρι τον Δεκέμβριο, η LVMH είδε αύξηση της αγοραίας αξίας της από 88 δισεκατομμύρια σε 96, γεγονός που αύξησε τα κέρδη του Arnault κατά 3%. Αξίζει να σημειωθεί πως τα βασικά έσοδα προέρχονται από τους οίκους Christian Dior και Louis Vuitton.
9. Η Franca Sozzani, editor in chief της Vogue Italia αφήνει την τελευταία της πνοή
Η επί πολλά έτη αρχισυντάκτρια της Ιταλικής Vogue, Franca Sozzani πέθανε την Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2016, στο 66ο έτος της ηλικίας της. Γεννήθηκε στη Μάντοβα της Ιταλίας το 1950, και υπήρξε επικεφαλής του ιταλικού περιοδικού για 28 χρόνια, διαμορφώνοντας το σε ένα από τα πλέον σημαντικότερα περιοδικά παγκοσμίως. Νωρίτερα αυτό το μήνα, η Sozzani έλαβε το πρώτο βραβείο της Swarovski με τίτλο “θετικές αλλαγές στο Λονδίνο” , ενώ το Σεπτέμβριο, κυκλοφότησε μια ταινία για τη ζωή της, σε σκηνοθεσία του γιου της, Francesco Carrozzini που έκανε πρεμιέρα στη Βενετία, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της πόλης.
Γεννήθηκε στις 20 Ιανουαρίου του 1950 και ήταν Ιταλίδα δημοσιογράφος και η editor-in-chief της Vogue Italia από το 1988 έως το 2016. H Franca Sozzani μεγάλωσε στη Μάντοβα , μια μικρή πόλη στη βόρεια Ιταλία . Στην ηλικία των 20, και μετά την ολοκλήρωση του πτυχίου της στη φιλοσοφία και τη Γερμανική γλώσσα και λογοτεχνία στο Università Cattolica del Sacro Cuore στο Μιλάνο, παντρεύτηκε, για να χωρίσει τρεις μήνες αργότερα. Η καριέρα της ξεκίνησε στο Vogue Bambini το 1976, μέχρι η ιταλική έκδοση της Vogue να τη διορίσει επίσημα editor-in-chief του Condé Nast Italia το 1994. Στη δεκαετία του ’90, η Sozzani συμβάλει στη δημιουργία του φαινομένου του supermodel με έναν από τους στενότερους -μακροπρόθεσμα- συνεργάτη της, Steven Meisel , ενώ έχει αναδείξει μια ομάδα φωτογράφων, μεταξύ των οποίων ο Bruce Weber , ο Peter Lindbergh , και Paolo Roversi. Αξιοσημείωτα τεύχη του περιοδικού είναι το “The Black Issue” (ένα ολόκληρο τεύχος αφιερωμένο για να γιορτάσει την ομορφιά των μαύρων γυναικών), το “Makeover» (αφιερωμένο στην έκρηξη του φαινομένου της πλαστικής χειρουργικής) και πιο πρόσφατα για το L’Uomo Vogue “Rebranding Aftica”, για τo οποίo τιμήθηκε με πολλά διεθνή βραβεία. Έχει επιμεληθεί επίσης διάφορα εκθέματα και αφιερώματα, μεταξύ των οποίων: 30 Χρόνια Ιταλικής Vogue, Mario Testino , Bruce Weber (“Η ιστορία του Βιετνάμ” και το “Η σχέση του Bruce Weber με την Vogue Italia), Peter Lindbergh (Γυναίκες), καθώς και Πορτραίτα του Elegance (Triennale του Μιλάνου). Ήταν ιδρυτικό μέλος του CHILD PRIORITY – ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός που δημιουργήθηκε από την Condé Nast, με σκοπό να προσφέρει ευκαιρίες συγκεκριμένων σπουδών και εργασίας σε εκείνους που δεν έχουν χρήματα αλλά πολύ ταλέντο.
10. Το ανδρικό πρότυπο αλλάζει
Όταν βλέπαμε το fashion show του Alexander McQueen για το Φθινόπωρο/Χειμώνα το 1995, δεν φανταζόμασταν ποτέ ότι η σημερινή βιομηχανία της μόδας θα βασιζόταν σε αυτές τις ιδέες που πρώτος εκείνος, έφερε στην επιφάνεια. Ήταν η πρώτη φορά που είδαμε άντρες και γυναίκες στο ίδιο catwalk, ήταν το πρώτο mixed gender fashion show, η πρώτη απόπειρα κατάργησης των δύο φύλων, η πρώτη φορά που το ανδρόγυνο στιλ έλαβε άλλη διάσταση και η πρώτη φορά που η έννοια της ισότητας έδινε το παρόν στο χώρο της μόδας. Αυτό που βλέπουμε τώρα, αργά και σταθερά, να γίνεται ο κανόνας στις συλλογές των Gucci, Burberry, Yves Saint Laurent κ.ά, να διαλέγουν ένα διαφορετικό τρόπο προσέγγισης των αντρικών προτύπων ομορφιάς που στρέφεται σε πιο θηλυπρεπή στοιχεία απ’ ότι έχουμε δει ποτέ, εισάγει μια νέα αλλαγή, μια διαφορετική εποχή που δεν υφίσταται αποκλειστικά στη βιομηχανία της μόδας, αλλά αντικατοπτρίζει μια ευρύτερη κοινωνική, υπαρξιακή τάση της οποίας γινόμαστε μάρτυρες καθημερινά.
Κάποτε ήταν κοινωνικό στίγμα για έναν άντρα να δείξει την πιο ευαίσθητη, την πιο θηλυκή του πλευρά, καθώς η θηλυκότητα αντιλαμβανόταν ως αδυναμία. Η θηλυκότητα όμως, είναι δύναμη, ανέκαθεν ήταν και τώρα εισχωρεί μέσα στα αυστηρά αρρενωπά ιδεώδη και η κοινωνική καταπίεση στη συμπεριφορά των αντρών αρχίζει να ξεθυμαίνει. Όπως το έθεσε, πολύ σωστά, η Susan Sontag, «αυτό που είναι το πιο όμορφο στους πραγματικά ανδροπρεπείς άντρες, είναι πάντα κάτι το θηλυκό και αυτό που είναι το πιο όμορφο στις πιο θηλυκές γυναίκες, είναι πάντα κάτι το αρσενικό». Τα πρότυπα ομορφιάς που μέχρι τώρα γνωρίζαμε, πλέον αλλάζουν και λαμβάνουν καινούργιες ερμηνείες τις οποίες ο κόσμος αρχίζει να επεξεργάζεται και να τις ενσωματώνει άφοβα στην καθημερινότητά του. Σας θυμίζει κάτι όλο αυτό; Τη σεξουαλική απελευθέρωση ίσως των late ‘60s και όλη τη δεκαετία του ‘70; Όντως, η αντιστοιχία υπάρχει, μόνο που αυτή τη φορά μιλάμε για την απελευθέρωση του φύλου συνολικά. Αυτό που είναι το πιο όμορφο στους πραγματικά ανδροπρεπείς άντρες, είναι πάντα κάτι το θηλυκό και αυτό που είναι το πιο όμορφο στις πιο θηλυκές γυναίκες, είναι πάντα κάτι το αρσενικό.
Θα μπορούσε όμως, αυτή η στροφή στη φυλετική χειραφέτηση, να λειτουργεί ως αντιπερισπασμός στην έλλειψη οικονομικών πόρων και στην έλλειψη αυθεντικότητας και δημιουργικότητας; Η επιτυχία είναι συνώνυμη πλέον με τη διατήρηση της μαζικής απήχησης στην αγορά. Άρα, η δημιουργία ενός νέου καταναλωτικού προτύπου που μπορεί να ανταγωνιστεί το κυρίαρχο γυναικείο, να είναι μία λύση που θα μπορούσε να τονώσει την πληγμένη βιομηχανία της μόδας. Τα mixed genre fashion shows εξοικονομούν σημαντικούς πόρους στους μεγάλους οίκους μόδας αφού προσελκύουν τον Τύπο και τα social media, και οι σχεδιαστές μόδας κατορθώνουν να περάσουν ένα ηχηρό και ισχυρό μήνυμα στο ευρύ κοινό. Διπλασιάζουν τις καμπάνιες τους και διαθέτουν άμεσα τις συλλογές τους στο κοινό, προσελκύοντας τα media και τους VIP αγοραστές. Η ταυτότητα του brand εμπλουτίζεται, διευρύνεται, γίνεται πιο ισχυρή και ο κόσμος -άντρες και γυναίκες- ταυτίζεται. Μάλιστα, μέχρι το 2020 υπολογίζεται ότι η παγκόσμια αντρική αγορά θα παρουσιάσει αύξηση 14% στα έσοδά της σε σχέση με το 2015, φτάνοντας τα 33 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με το Euromonitor International.
Πώς όμως να τα ισοπεδώσεις όλα με όρους και κανόνες οικονομικούς και να μην αντικρίσεις την απενοχοποίηση του φύλου που χαρακτηρίζει τη σημερινή κοινωνία; Η αλήθεια είναι ότι ο άντρας είχε πάντα την ανάγκη για συναισθηματική έκφραση, για εγγύτητα κι ευαισθησία αλλά όλα αυτά καταπνίγονταν από τον κοινωνικό περίγυρο, που δεν άφηνε περιθώρια για την εσωτερική, τη βαθύτερη πλευρά της προσωπικότητάς του. Τώρα πλέον, έχει ωριμάσει η σκέψη και οι περιστάσεις, και όλοι έχουν τη δυνατότητα να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους και την ίδια την υπόσταση του εαυτού τους. Ο χώρος της μόδας και οι σύγχρονοι εκφραστές της έχουν εμβαθύνει κι βρήκαν ακριβώς αυτό που χαρακτηρίζει σήμερα τον άντρα, τις ανάγκες του, τις ιδιαιτερότητές του, και μέσω της τέχνης τους, δείχνουν το δρόμο προς αυτό το απελευθερωμένο σύγχρονο αντρικό πρότυπο.