Ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια κάνει λόγο για τα πάθη και τις συμπεριφορές. Υποστήριζει πως ο άνθρωπος συχνά συμβαίνει και να φοβηθεί και να δείξει θάρρος και να επιθυμήσει και να οργιστεί και γενικά να ευχαριστηθεί και να δυσαρεστηθεί και σε μεγαλύτερο και σε μικρότερο βαθμό (από αυτόν που πρέπει) σε σχέση με το περιβάλλον ή τα άτομα που το απαρτίζουν. Κανένα από τα δύο αυτά δεν είναι καλό· αντιθέτως, πρέπει να αισθάνεται αντίστοιχα πράγματα με αυτά που βιώνει, “έτσι επιτυγχάνει την αρετή“. Φτάνοντας στο σήμερα, η Mary Katrantzou, ασχολείται ξανά με τα πάθη μας. Για την ακρίβεια, απομονώνει ένα από αυτά: την κενοφοβία.
Στα ελληνικά, δεν υπάρχει σαφής ορισμός για τη λέξη, ωστόσο θα μπορούσαμε περιφραστικά να πούμε πως είναι ο μη φυσιολογικός φόβος απέναντι στους κενούς χώρους. Είναι καθαρά ένα δείγμα ειρωνίας, μία επανάσταση απέναντι στην εμμονή που επικρατούσε για πολλά χρόνια προς οτιδήποτε φλύαρο που γέμιζε με άδεια επιχειρήματα την άποψη του κοινού. Το παρόν της Katrantzou δεν σχετίζεται με κανέναν φόβο, μόνο με τόλμη. Μία τόλμη που αποβάλλει ό,τι κλασικό, υιοθετώντας καθολικά τον εξελιγμένο μοντερνισμό. Αυτό δεν είναι κάτι που αφορά μόνο στον άνθρωπο· χαρακτηρίζει και το ίδιο της το έργο. Μετά την αποφοίτησή της από το Central Saint Martins, αφοσιώθηκε στη δημιουργία εφάνταστων prints με επιρροές από την αρχιτεκτονική του 18ου αιώνα έως τη νεκρή φύση του άγριου κόσμου. Πολλοί έκαναν λόγο για ημερομηνία λήξης· μάλιστα, τρεις συλλογές πίσω κατηγορήθηκε έντονα για τη συνεχή επανάληψη των prints της. Και, όμως, στο χθεσινό της show στο Λονδίνο κατάφερε να επανασυστηθεί.
Και αυτή τη φορά συστήνεται πιο σύγχρονη από ποτέ. Τα ρούχα της, δεν διηγούνται ιστορίες του παρελθόντος, μιλούν μόνο για το τώρα. Το τώρα, όπως το βιώνει, με τους προβληματισμούς, τις ανάγκες και τους ρυθμούς της καθημερινότητας. Το πιο σημαντικό, ωστόσο, που έχει καταφέρει η Katrantzou είναι να βρει την συνδεση μεταξύ τεχνολογίας και τέχνης. Την ίδια ώρα που το ρούχο της είναι λειτουργικό, δομημένο, σχεδόν φουτουριστικό, διατηρεί παράλληλα την καλλιτεχνική του υπόσταση.
Είναι σαφές πως η Katrantzou δουλεύει για πρώτη φορά με την ιδέα της αμφισβήτησης. Όλα τα υλικά και η αισθητική της βάση επαναπροσδιορίζονται. Το μόνο που μένει ίδιο πάντα είναι η μνήμη και η αγάπη για τη χώρα της. Κάτι που επιβεβαιώνεται έντονα από την μπαρόκ μουσική του Gloria Eterna, ερμηνευμένο από τη μύθο της ελληνικής μουσικής, Νανά Μούσχουρη. “Όλα περνάνε.”, λέει μεταξύ άλλων το τραγούδι. Όλα, εκτός από τον ενθουσιασμό για αυτή την επαναστατική συλλογή της Katrantzou.
LAZAROS TZOVARAS