Ο Giorgio Armani, που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 91 ετών, υπήρξε μια από τις πλέον εμβληματικές μορφές του παγκόσμιου στιλ.
Η πορεία του, που ξεκίνησε από ένα πολυκατάστημα στο Μιλάνο και έφτασε να αγγίξει την κορυφή της μόδας, είναι μια ιστορία γεμάτη ανατροπές, αφοσίωση και αληθινή επανάσταση στην έννοια του ντυσίματος. Για πολλούς, ο Armani υπήρξε ο πιο σημαντικός σχεδιαστής μετά την Coco Chanel -ένας άνθρωπος που δεν ακολούθησε απλώς τις κοινωνικές αλλαγές, αλλά τις έντυσε, τους έδωσε μορφή και ύφος, συμβάλλοντας ώστε να γίνουν πραγματικότητα.
Ο Giorgio Armani γεννήθηκε στην Πιατσέντσα της βόρειας Ιταλίας το 1934, σε μια οικογένεια μεσαίας τάξης που έζησε την ευημερία πριν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος γκρεμίσει τα πάντα. Η πρώτη του μνήμη, όπως έλεγε, δεν ήταν κάποιο χαρούμενο παιχνίδι αλλά η πείνα. Στα παιδικά του χρόνια έπαιζε με βλήματα που δεν είχαν εξερράγη στους δρόμους -μια από αυτές τις στιγμές οδήγησε σε έκρηξη που τον άφησε με σοβαρά εγκαύματα και σκότωσε έναν φίλο του. Αυτή η εμπειρία τον στιγμάτισε για πάντα. «Ο πόλεμος μού έμαθε ότι δεν είναι όλα glamorous», έλεγε αργότερα, δίνοντας έτσι και ένα κλειδί για να κατανοήσει κανείς τη λιτή, ουσιαστική προσέγγιση που χαρακτήρισε το έργο του.
Ως νεαρός άνδρας ο Armani δεν είχε ακόμη βρει τον δρόμο του. Το 1956 ξεκίνησε σπουδές Ιατρικής, αλλά γρήγορα εγκατέλειψε μετά από τρία χρόνια. Υπηρέτησε στον στρατό, όμως η στρατιωτική ζωή δεν τον γοήτευσε. Εκείνο που τον καθόρισε τελικά ήταν η δουλειά σε ένα πολυκατάστημα, το La Rinascente του Μιλάνου, όπου εργάστηκε αρχικά ως διακοσμητής βιτρινών.
Η εμπειρία αυτή αποδείχθηκε καθοριστική. Ο Armani έμαθε από πρώτο χέρι τι ζητούν οι πελάτες, ποια υφάσματα προτιμούν, πώς συμπεριφέρονται στο άγγιγμα, πώς πέφτουν πάνω στο σώμα. Δεν πέρασε μέσα από τα καθιερωμένα μονοπάτια της μόδας -δεν είχε φοιτήσει σε σχολές υψηλής ραπτικής ούτε μαθητεύσει κοντά σε κάποιον μεγάλο οίκο. Η εκπαίδευσή του ήταν πρακτική, γειωμένη, και τον έκανε να αντιλαμβάνεται τη μόδα ως διάλογο με την κοινωνία, όχι ως αποκομμένη καλλιτεχνική πολυτέλεια.
View this post on Instagram
Αργότερα εργάστηκε στον οίκο του Nino Cerruti, όπου πολύ σύντομα κλήθηκε να αναδιαμορφώσει την προσέγγιση της εταιρείας στη μόδα. Με τις γνώσεις του για τα υφάσματα και τις δομές τους, δημιούργησε μια ανδρική συλλογή που ξεχώριζε για την ακρίβεια και την κομψότητά της. Στη δεκαετία του ’60 η μεσαία τάξη αναζητούσε στιλ προσιτό αλλά ταυτόχρονα ποιοτικό -και ο Armani έδωσε την απάντηση.
Το 1966 ο Armani γνώρισε τον Sergio Galeotti, έναν νεαρό αρχιτέκτονα που γρήγορα έγινε σύντροφός του τόσο στη ζωή όσο και στην επαγγελματική του πορεία. Ο Galeotti πίστεψε ακράδαντα στο ταλέντο του Armani και τον έπεισε να δημιουργήσει δικό του brand. Με την πώληση του Volkswagen του κατάφερε να συγκεντρώσει τα πρώτα κεφάλαια.
Το ξεκίνημα ήταν ταπεινό -ένα μικρό γραφείο στο Μιλάνο, με τόσο κακό φωτισμό που ο Armani αναγκάστηκε να αφαιρέσει τα καπέλα από τα φωτιστικά για να βλέπει τα υφάσματα. Παρ’ όλα αυτά, η συνεργασία τους ήταν εκρηκτική. Ο Armani είχε το όραμα και το ταλέντο, ενώ ο Galeotti ανέλαβε το επιχειρηματικό κομμάτι, οργανώνοντας την ανάπτυξη της εταιρείας.
Στον πυρήνα της συνεισφοράς του Armani βρίσκεται η επανεφεύρεση του κοστουμιού. Για τους άνδρες, το έκανε πιο μαλακό, πιο αισθησιακό, απομακρύνοντάς το από την αυστηρότητα και τη σκληρότητα του παρελθόντος. Αυτό αντανακλούσε τις αλλαγές της δεκαετίας του ’60, όπου οι άνδρες έψαχναν να εκφράσουν νέες πτυχές της προσωπικότητάς τους.
View this post on Instagram
Για τις γυναίκες, ο Armani έφερε μια μικρή επανάσταση. Σε μια εποχή που όλο και περισσότερες έμπαιναν στον εργασιακό χώρο, αντιλήφθηκε την ανάγκη τους να διαθέτουν ένα ντύσιμο που θα τους χάριζε κύρος ισότιμο με των ανδρών. Έτσι δημιούργησε τα εμβληματικά γυναικεία «power suits», κοστούμια με καθαρές γραμμές και τέλεια ραφή, που εξέπεμπαν δύναμη αλλά ταυτόχρονα διατηρούσαν τη θηλυκότητα. Ήταν μια επιλογή που έδωσε αυτοπεποίθηση στις γυναίκες και έγινε σύμβολο της νέας εποχής.
Το 1978 η συνεργασία με τον κατασκευαστή GFT έδωσε στην εταιρεία τη δυνατότητα να παράγει πολυτελή prêt-à-porter σε μεγάλη κλίμακα. Την ίδια περίοδο ο Armani πέτυχε ένα επικοινωνιακό coup που θα τον καθιέρωνε διεθνώς: έντυσε τον Richard Gere στην ταινία American Gigolo (1980). Ο γοητευτικός πρωταγωνιστής, ντυμένος εξ ολοκλήρου με Armani, έγινε το πρόσωπο μιας νέας εποχής στιλ.
View this post on Instagram
Από εκεί και έπειτα, η παρουσία του Armani στο Χόλιγουντ ήταν διαρκής. Έντυσε ηθοποιούς για δεκάδες ταινίες -από το Miami Vice έως το The Untouchables- και κυριάρχησε στο κόκκινο χαλί των Όσκαρ. Η εικόνα της Ιταλίας στη μόδα αναβαθμίστηκε, με το Μιλάνο να αναδεικνύεται σε δεύτερη μητρόπολη δίπλα στο Παρίσι.
Στη δεκαετία του ’80 ο οίκος Armani εξελίχθηκε σε παγκόσμια δύναμη. Δημιούργησε νέες γραμμές όπως Armani Jeans και Emporio Armani, συνεργάστηκε με τη L’Oréal για αρώματα, και επέκτεινε την παρουσία του σε γυαλιά, καλλυντικά, αθλητική ένδυση και αξεσουάρ. Η φιλοσοφία του «total look» -μια ολοκληρωμένη πρόταση τρόπου ζωής- βρήκε τεράστια απήχηση.
Παράλληλα, ο Armani βίωσε και προσωπικές απώλειες. Το 1985 ο Sergio Galeotti πέθανε από ασθένεια σχετιζόμενη με το AIDS στα 40 του χρόνια. Ο Armani, άνθρωπος ιδιαίτερα εσωστρεφής, σκέφτηκε να τα παρατήσει. Ωστόσο, αποφάσισε να συνεχίσει, θεωρώντας ότι θα πρόδιδε τη μνήμη και τα όνειρα του συντρόφου του αν σταματούσε. Από τότε αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στην ανάπτυξη του brand, χωρίς οικογενειακές αποσπάσεις.
View this post on Instagram
Σε αντίθεση με άλλους μεγάλους οίκους που πέρασαν στον έλεγχο πολυεθνικών, ο Armani διατήρησε τον πλήρη έλεγχο της εταιρείας του. Αυτό τον έκανε δισεκατομμυριούχο, αλλά κυρίως του έδωσε τη δυνατότητα να διατηρήσει την απόλυτη δημιουργική ανεξαρτησία του.
Ο Armani δεν έβλεπε τη μόδα μόνο ως αισθητική. Την αντιλαμβανόταν ως κοινωνική δήλωση. Στα χρόνια του, απαγόρευσε τη χρήση μοντέλων με χαμηλό δείκτη μάζας σώματος, όταν ένα από τα μοντέλα του πέθανε από ανορεξία. Άνοιξε το brand του σε ξενοδοχεία -με αποκορύφωμα το Armani Hotel στο Burj Khalifa του Ντουμπάι- αλλά και σε αθλητικές συνεργασίες, ντύνοντας την εθνική ομάδα της Ιταλίας στους Ολυμπιακούς του 2012.
View this post on Instagram
Το 2000 το Μουσείο Guggenheim στη Νέα Υόρκη φιλοξένησε έκθεση αφιερωμένη στο έργο του, αναγνωρίζοντας ότι η επιρροή του δεν ήταν απλώς αισθητική αλλά κοινωνική.
Πίσω από τη δημόσια εικόνα, ο Armani ήταν γνωστός για την πειθαρχία και τον μινιμαλισμό του. Η πισίνα του, μόλις ενός μέτρου πλάτους αλλά πενήντα μέτρων μήκους, είναι το τέλειο παράδειγμα: σχεδιασμένη για άσκηση, όχι για πολυτέλεια. Η καθημερινότητά του καθοριζόταν από αυστηρή ρουτίνα και η αφοσίωσή του στη δουλειά έφτανε στα όρια της εμμονής.
Παρά τις συγκρούσεις -χαρακτηριστική η διαμάχη του με την Anna Wintour το 2014- παρέμεινε μια αδιαμφισβήτητη μορφή στο παγκόσμιο στερέωμα. Μέχρι την τελευταία του επίδειξη, τον Μάρτιο του 2025, μιλούσε για τη μόδα ως μέσο αρμονίας σε έναν ταραγμένο κόσμο.
