Mακροβιότητα, βιωσιμότητα, ταυτότητα, branding και ενδυνάμωση ήταν μερικοί από τους βασικούς θεματολογικούς πυλώνες στους οποίους κινήθηκε το χθεσινό συνέδριο της Vogue Greece, Changemakers III, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Η μπλε ρουα επένδυση που κάλυπτε την σκηνή της αίθουσας Χρήστος Λαμπράκης, φιλοξένησε κάποιες από τις πιο επιδραστικές προσωπικότητες της μόδας τα τελευταία χρόνια. Από διεθνείς και Έλληνες σχεδιαστές μέχρι δημοσιογράφους, κριτικούς και παραγωγούς, οι καλεσμένοι αντιπροσώπευαν πολλές πλευρές του οικοσυστήματος και έθιξαν καίρια ζητήματα που απασχολούν τόσο τους επαγγελματίες του χώρου, όσο και την κοινωνία ευρύτερα.
Την παρουσίαση του συνεδρίου ανέλαβε η International Editor At Large της Vogue Greece, Sarah Bailey, η οποία καλωσόρισε κοινό και καλεσμένους με την φωτεινή της ενέργεια. Την διαδέχθηκαν η Publisher της Vogue Greece Αλεξία Κορωναίου και ο Managing Editor of Magazines and Special Editions Γιώργος Τσίρος, ο οποίος αστειευόμενος εξέφρασε το τρακ του συγκρίνοντάς το με το άγχος του τέλειου outfit για ένα event της Vogue. Ύστερα τα ηνία πήρε η νέα Editor-in-Chief της Vogue Greece Έλις Κις η οποία ευχαρίστησε τους παρευρισκόμενους, και το τρίτο Changemakers ξεκίνησε.
Στην πρώτη συζήτησε με θέμα CREATIVE VISIONS: Heritage, Craftsmanship & Innovation, η Ελληνίδα σχεδιάστρια και Creative Director της Bulgari για Leather Goods and Accessories, Mary Katrantzou, συνομίλησε με την Έλις Κις για τη διασταύρωση της δημιουργικής κληρονομιάς με την καινοτομία. Γεννημένη μέσα στην “ψηφιακή επανάσταση,” η Katrantzou, έχει ανοίξει νέους δρόμους για τη σύνδεση της τεχνολογίας με την τέχνη και τη μόδα. «Η ταυτότητα είναι το πιο ζωτικό συστατικό στη βιομηχανία της μόδας,» τόνισε με τον διακριτό σχεδιαστικό της κώδικα και τα υπερρεαλιστικά εμπνευσμένα από την ελληνικότητα ψηφιακά της μοτίβα να κάνουν κάθε κομμάτι της να “φωνάζει” Katrantzou. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «η πιο ελληνική πτυχή στη δουλειά μου είναι η έννοια της ιδέας», ενώ υπογράμμισε τη σημασία του να δημιουργείς τη δική σου κληρονομιά και να εμπιστεύεσαι την εσωτερική σου πυξίδα. «Κάθε απόφαση που πήρα ήταν δική μου. Αγκαλιάζω την αμφιβολία και αντλώ δύναμη από αυτή,» ανέφερε, ενθαρρύνοντας τους νέους δημιουργούς να κάνουν το ίδιο.
Στη συνέχεια την αίθουσα γέμισε με την ανεπιτήδευτα συνεσταλμένη γοητεία του ο creative director του θρυλικού παριζιάνικου οίκου Mugler, Casey Cadwallader, σε διάλογο με την Fashion Features Editor της Vogue Greece Ελίνα Δημητριάδη. Η προσέγγιση του στον Mugler δεν εστιάζει μόνο στο να διατηρήσει τον εντυπωσιακό χαρακτήρα των αρχικών δημιουργιών του οίκου, αλλά και στο να ενισχύσει τη μοναδική ταυτότητα και προσωπικότητα του ατόμου, παραμένοντας πιστός στις αξίες του Thierry Mugler για το diversity και το body positivity. «Θέλω να βοηθήσω τους ανθρώπους να νιώσουν πιο δυνατοί, όχι να τους μετατρέψω σε αντικείμενα,» δήλωσε χαρακτηριστικά, αναφερόμενος στην κριτική που έχει δεχθεί ο οίκος στο παρελθόν. Τόνισε πως τα ρούχα είναι στην πραγματικότητα ένα μέσο για να νιώθει κανείς ελεύθερος, ενδυναμωμένος, και γεμάτος ενέργεια και καλοσύνη – η καλύτερη εκδοχή του εαυτού του. Και αυτό ο Cadwallader το πετυχαίνει με την δομική ακρίβεια και γλυπτική ματιά του.
Διαβάστε εδώ για το Inside the Dream: το νέο ντοκιμαντέρ για τον οίκο Mugler
Στον βελούδινο καναπέ κάθισαν στη συνέχεια ο fashion features director του AnOther Magazine και κριτικός ανδρικής μόδας στους Financial Times Alexander Fury και η Creative Director του Jimmy Choo, Sandra Choi, σε μια συζήτηση για την μακροβιότητα και την εξέλιξη του brand εδώ και τρεις δεκαετίες. Η Sandra, φορώντας ένα εντυπωσιακό κόκκινο ζευγάρι pumps από την τελευταία συλλογή του οίκου, τόνισε πως φοράει η ίδια τα νέα παπούτσια για να τεστάρει το πόσο άνετα είναι πριν βγουν στην αγορά. Εξήγησε πως, δίνοντας έμφαση στην σωστή κατασκευή, την αισθητική και την ταύτιση του brand με celebrities, ένα ζευγάρι Jimmy Choo αποτελεί πάντα μια από τις πρώτες προτιμήσεις των γυναικών για μια ιδιαίτερη περίσταση, χωρίς να χρειάζεται να βασιστεί σε ένα logo. Η κα Choi παρομοίασε τον οίκο Jimmy Choo με έναν νεαρό ενήλικα, που έχει πειραματιστεί, έχει αποδείξει ότι μπορεί να συμβαδίσει με την επικαιρότητα, και πλέον έχει αυτοπεποίθηση και δημιουργική ελευθερία.
Μετά από ένα μονόωρο διάλειμμα όπου οι θεατές γέμισαν το Μέγαρο με glam και στυλιστική άποψη – οι Έλληνες έχουμε γούστο άλλωστε – το συνέδριο συνεχίστηκε με το πάνελ με τίτλο THE GREEK FACTOR: Greek Creative Jewelry at the Forefront, κατευθυνόμενο από την Έλις Κις. Ο General Manager του Minas Designs Αρίων Σπυρίδης, τόνισε την ιστορική αξία του ελληνικού κοσμήματος και το σεβασμό προς την πρώτη ύλη και τον δημιουργό, υπογραμμίζοντας πως το “Made in Greece” έχει γίνει εγγύηση ποιότητας στο εξωτερικό, κάτι που στην εταιρεία του διασφαλίζεται με in-house τεχνίτες πολυετούς εμπειρίας. Η Ιλεάνα Μακρή, με την πλούσια εμπειρία της στον κλάδο από τη δεκαετία του ’90, τόνισε την σημασία της αυθεντικότητας, σε συνδυασμό με σκληρή δουλειά. Η Μακρή μίλησε και για τη βαθιά σύνδεση του ελληνικού κοσμήματος με την παράδοση, επισημαίνοντας ότι η ελληνική αισθητική μπορεί να εκφραστεί με σύγχρονο τρόπο, χωρίς στεγανά παραδοσιακά στοιχεία. Ο Γιάννης Σεργάκης, με την κοσμοπολίτικη αντίληψή του, αναφέρθηκε στην ανάγκη να καταστεί η ελληνική αγορά περισσότερο εξωστρεφής και να δημιουργηθεί ένα ενιαίο lobby που θα στηρίζει τους Έλληνες δημιουργούς. «Η ελληνική κοινωνία και οι νέοι σχεδιαστές πρέπει να συνενώσουν τις δυνάμεις τους και να ανοίξουν τα φτερά τους προς το εξωτερικό,» τόνισε. Και οι τρεις του συμφώνησαν πως πρέπει οι εταιρείες τους να προασπίζουν την πνευματική ιδιοκτησία ενάντια σε αντιγραφές των προϊόντων τους, καθώς και στο ότι στον ιδιαίτερα απαιτητικό και ανταγωνιστικό τομέα της κοσμηματοποιίας, η επένδυση στην εκπαίδευση της νέας γενιάς είναι ζωτικής σημασίας.
Στη συνέχεια ακολούθησε μια από τις πιο έντονες συζητήσεις της ημέρας με την ενότητα WHAT LIES AHEAD: Sustainability, Trends, Technology, Diversity & Inclusion, όπου οι ομιλητές ανέλυσαν τις σύγχρονες προκλήσεις και τις ευκαιρίες στη βιομηχανία της μόδας, προσφέροντας νέες οπτικές και προτάσεις για το μέλλον. Η συζήτηση, με τη συμμετοχή της Olya Kuryshchuk, ιδρύτριας και Editor-in-Chief του 1 Granary, του Venya Brykalin, Editor-in-Chief της Vogue Ukraine, και της επιμελήτριας και εκπαιδευτικού Linda Loppa, υπό την καθοδήγηση του δημοσιογράφου Alexander Fury, κάλυψε θέματα όπως η βιωσιμότητα, η υπερπαραγωγή, η τεχνολογία, η εκπαιδευτική κατεύθυνση και η ανάγκη για μια πιο αυθεντική αφήγηση στη μόδα. Η Olya Kuryshchuk, επεσήμανε την ανάγκη να σταματήσουμε να αντιδρούμε παρορμητικά σε νέες αισθητικές που αναδεικνύονται από αλγοριθμικές τάσεις, εστιάζοντας αντίθετα σε ουσιαστικές πρακτικές και μεθόδους παραγωγής. Όπως τόνισε, η υπερβολική παραγωγή και η έλλειψη ζήτησης οδηγούν τη βιομηχανία σε κρίση και οι ανεξάρτητες εταιρείες δυσκολεύονται να επιβιώσουν. Σχολίασε, επίσης, πως «το προϊόν έχει γίνει δευτερεύον, ενώ πρωταγωνιστικό ρόλο έχει πλέον το μάρκετινγκ», αναδεικνύοντας την ανάγκη για έναν πιο αληθινό και βιώσιμο δρόμο. Αντίστοιχα, η Linda Loppa εξέφρασε τον προβληματισμό της για το εκπαιδευτικό σύστημα στον χώρο της μόδας, υποστηρίζοντας ότι οι φοιτητές δεν μαθαίνουν ουσιαστικά για την κοινωνία και τον κόσμο. Η ίδια προτείνει μια ριζική αναθεώρηση των σχολών μόδας, ώστε να επικεντρωθούν στην ανθρωπολογία και στη μελέτη της κουλτούρας. «Μπορούν οι τάσεις να είναι βιώσιμες; Και, τελικά, τι είναι μία τάση;» αναρωτήθηκε, προσκαλώντας τον κλάδο να επανεξετάσει τη θέση του στη δημιουργία μιας πιο υπεύθυνης κουλτούρας. Ο Venya Brykalin, από την πλευρά του, τόνισε την αξία της αυθεντικότητας και της μακροχρόνιας επιβίωσης στον χώρο της μόδας. Υπογράμμισε πως το να είναι κανείς ο εαυτός του είναι ευθύνη και όχι απλώς προνόμιο, τονίζοντας ότι «ο τεχνικά άψογος σχεδιασμός είναι το ελάχιστο ζητούμενο». Παράλληλα, ενθάρρυνε τους νέους σχεδιαστές να αμφισβητήσουν την αναγκαιότητα κάθε ιστορίας που επιλέγουν να πουν, αλλά και τους λόγους για τους οποίους αξίζει να αναπαραχθεί. «Η μόδα τοποθετείται δίπλα σε όλα όσα συμβαίνουν στον κόσμο και οφείλουμε να αναγνωρίζουμε την πραγματική της αξία και επιρροή», πρόσθεσε.
Η σκηνή του Μεγάρου Μουσικής έλαμψε ακόμη περισσότερο με την παρουσία της εμβληματικής Marisa Berenson, του θρυλικού supermodel των ’70s και εγγονή της Elsa Schiaparelli, που επηρέασε τον κόσμο της μόδας με την πολυδιάστατη ομορφιά της και την ικανότητά της να μεταμορφώνεται. Με θέμα The Power of the Muse, η Berenson αφηγήθηκε τις εμπειρίες της από την εποχή που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για σχεδιαστές όπως ο Yves Saint Laurent και ο Halston, στον Editor at Large της Vogue Greece, Filep Motwary. Σε μια εκ βαθέων συζήτηση, η Berenson αναφέρθηκε στην επιρροή που είχαν στη ζωή της η διάσημη σχεδιάστρια γιαγιά της και η Diana Vreeland, η οποία την ανέδειξε στον χώρο, καθώς και στα γυρίσματα της εμβληματικής ταινίας εποχής του Stanley Kubrick που αγαπούν να μελετούν οι νέοι σχεδιαστές μόδας, Barry Lyndon. “Το να θεωρείσαι ‘icon’ είναι ένα μοναδικό προνόμιο και συγχρόνως μεγάλη ευθύνη,” ανέφερε. “Αν είσαι αρκετά τυχερός ώστε να εμπνέεις ανθρώπους, οφείλεις να τιμάς αυτόν τον ρόλο με σεβασμό.”
Έχετε αναρωτηθεί ποτέ ποιά είναι τα νήματα που πρέπει να κινηθούν για να παρακολουθήσετε ένα φαντασμαγορικό σόου μόδας που μπορεί να διαρκεί μόνο δέκα λεπτά; Στο πάνελ με θέμα IT’S MAGIC: The Making of a Fashion Show τα βασικά πρόσωπα που δίνουν ζωή στις πασαρέλες, αποκάλυψαν αποκλειστικές λεπτομέρειες από τα παρασκήνια της προετοιμασίας ενός fashion show. Από το πώς επιλέγονται τα μοντέλα και τα πρόσωπα που θα βρεθούν στην πρώτη σειρά, μέχρι το soundtrack και το timing, ο ιδρυτής του Bureau Betak, Alexandre de Betak, ο Lucien Pagès του Lucien Pages Communication, ο memer και sound artist Michel Gaubert και η ιδρύτρια και Global Editor-in-Chief του 10 Magazine, Sophia Neophitou-Apostolou, έδωσαν απαντήσεις υπό τον συντονισμό της πολυπράγμονος fashionista Emily Zak. Ο Alexandre de Betak τόνισε ότι κάθε στοιχείο σε μια επίδειξη μόδας είναι εξίσου σημαντικό και ότι χρειάζεται πλήρης κατανόηση του brand και της στιγμής για να δημιουργηθεί ένα show που θα συνδέεται αυθεντικά με το κοινό. “Είναι καθοριστικό να χτίζεις έναν κόσμο που να είναι τόσο προσβάσιμος όσο και αξέχαστος, έχοντας πάντα στο νου την ταυτότητα του brand,” ανέφερε. Ο Lucien Pagès πρόσθεσε την προσωπική του άποψη: “Δεν θέλω να βλέπω τεχνητή νοημοσύνη σε αυτό το πλαίσιο. Θέλω τα shows να διατηρούν το αληθινό συναίσθημα,” υπενθυμίζοντας πως ο κάθε ήχος και κάθε κίνηση στην πασαρέλα έχει σκοπό να δημιουργεί αυθεντική συναισθηματική σύνδεση και να αφήνει μια διαρκή εντύπωση στους θεατές.
Στην επόμενη ενότητα του Changemakers, η οποία ήταν αφιερωμένη στις δημιουργικές φωνές που λειτουργούν ως κινητήρια δύναμη της αλλαγής, παρουσιάστηκαν προσωπικότητες με καινοτόμο όραμα από το χώρο της μόδας και του design. Πρώτη στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών ανέβηκε η επιβλητική Cindy Bruna, supermodel, εκπρόσωπος της L’Oréal Paris και ακτιβίστρια, η οποία με το λόγο και τις πράξεις της αγωνίζεται να ανατρέψει τα στερεότυπα ομορφιάς και να προωθήσει τη συμπεριληπτικότητα στον χώρο του μόντελινγκ. Παράλληλα, ως ambassador της γαλλικής οργάνωσης Solidarité Femmes, υποστηρίζει και άλλες γυναίκες που έχουν πέσει θύματα ενδοοικογενειακής βίας, αποτελώντας ένα πρότυπο δύναμης και αφοσίωσης. Σε μια εκ βαθέων συζήτηση με τον Culture Director της Vogue Greece Βλάση Κωστούρο, η Cindy μοιράστηκε σημαντικές εμπειρίες από την καριέρα της: “Μου πήρε καιρό να κατανοήσω ότι η αξία μου δεν εξαρτάται από το αν θα με επιλέξουν σε ένα κάστινγκ. Είναι σημαντικό να διαχωρίζεις τον εαυτό σου από τις γνώμες των άλλων και να αναγνωρίζεις πως η αξία σου είναι μεγαλύτερη από αυτά τα κριτήρια.” Η Bruna προβάλλει τη σημασία της διαφορετικότητας σε όλα τα στάδια του δημιουργικού κλάδου, υπογραμμίζοντας πως η μόδα μπορεί να είναι φορέας κοινωνικής προόδου.
Μια από τις πιο πρωτοποριακές και τολμηρές φωνές στο χώρο της μόδας, η Iris Van Herpen, μοιράστηκε με τον Editor at Large της Vogue Greece, Filep Motwary, τις σκέψεις της για τη δημιουργική της πορεία και τις πρωτοποριακές Haute Couture συλλογές της. Γνωστή για τη βαθιά της σχέση με το σώμα και την ενσωμάτωση της τεχνολογίας και της μηχανικής στη μόδα, η Van Herpen περιέγραψε το έργο της ως έναν τρόπο «να οπτικοποιεί το αόρατο». “Θέλω οι συλλογές μου να γεννιούνται αυθόρμητα και οργανικά. Ξεκινώ την έρευνα σε ένα στοιχείο, και αφήνω το κόνσεπτ να αναδυθεί από μόνο του,” εξήγησε. Η δημιουργική διαδικασία της είναι έντονα πειραματική και διεπιστημονική, με τη συμμετοχή μηχανικών, βιολόγων, και αρχιτεκτόνων που τη βοηθούν να σπάει τα όρια της μόδας και να συνθέτει ενδύματα που λειτουργούν ως «ζωντανοί οργανισμοί» που αποπνέουν ζωντάνια και θυμίζουν αλχημικές διαδικασίες μετασχηματισμού απλών υλικών σε κάτι πολύτιμο και μαγευτικό. Για την Van Herpen, η μόδα είναι ένας «εργαστήρι ταυτότητας» και έκφρασης, όπου η δημιουργική ελευθερία παραμένει το κυρίαρχο στοιχείο, πάνω από εμπορικούς περιορισμούς. Περιγράφει το έργο της ως εμπειρία «συναισθησίας», ένα ταξίδι που αγγίζει την ψυχή του ανθρώπου που το φορά. Οι συλλογές της αντλούν έμπνευση από την ίδια τη φύση και τον αέρα — ο οποίος λειτουργεί ως η μούσα της — καθώς επιδιώκει να μεταδώσει την αίσθηση της πτήσης και της ελευθερίας. Περιγράφει τη δουλειά της ως μια εμπειρία όπου τέχνη, επιστήμη, και φιλοσοφία συναντιούνται, δημιουργώντας έναν διαχρονικό κόσμο γεμάτο συναισθήματα και αισθήσεις, με στόχο να «μεταφέρει» το κοινό της σε μια άλλη διάσταση.
Τέλος, το Icon. Η Diane von Furstenberg, η γυναίκα-θρύλος της σύγχρονης μόδας και δημιουργός του εμβληματικού wrap dress, μίλησε στην Έλις Κις για την αυτοπεποίθηση, τη δύναμη και τη ζωή της, αποκαλύπτοντας τα μυστικά της επιτυχίας και της ελευθερίας. «Όταν είσαι υπεύθυνος για τον εαυτό σου και αληθινός, είσαι ελεύθερος», δήλωσε η Diane, μοιράζοντας τη φιλοσοφία της για την αυτοεκτίμηση και την εσωτερική δύναμη που την καθοδηγεί στη ζωή και στην καριέρα της. Η διάσημη σχεδιάστρια μίλησε με θαυμασμό για τη μητέρα της, που γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και υπήρξε επιζήσασα από το Ολοκαύτωμα, καθώς την έμαθε να αντιμετωπίζει τους φόβους της, μην αφήνοντας ποτέ τον εαυτό της να γίνει θύμα. Ανέφερε ότι από μικρή ήξερε τον τύπο γυναίκας που ήθελε να είναι: μια γυναίκα “in charge”, τονίζοντας παράλληλα τη δύναμη της γενναιοδωρίας και τη σημασία του να «κάνουμε την καλοσύνη sexy». Τέλος, μοιράστηκε τέσσερις συμβουλές για να ζήσουμε με περισσότερο σκοπό: να πραγματοποιούμε μικρά θαύματα με το να συστήνουμε ανθρώπους μεταξύ τους, να επενδύουμε ποιοτικό χρόνο με τους άλλους, να εμπνέουμε μέσω της αφήγησης των ιστοριών μας. και να υποστηρίζουμε με πάθος έναν σκοπό. Αυτό είναι μόδα για την Diane.
Και για εμάς που το παρακολουθήσαμε, μόδα ήταν οι ιδέες που ριζώθηκαν στο μυαλό μας και θα μας αλλάξουν ριζικά την προοπτική. Είτε μάθαμε κάτι νέο, είτε απολαύσαμε πραγματικούς πρωτοπόρους να μιλούν με πάθος για όσα έχουν κάνει και όσα ονειρεύονται, ήταν μια ξεχωριστή εμπειρία. Ανυπομονούμε για το Changemakers IV!
Κείμενο & Φωτογραφίες: Πετρίνα Κίτη