Ο Γιάννης Τσεκλένης (1937- ) θεωρείται ο κορυφαίος Έλληνας σχεδιαστής, ο οποίος το δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα έφερε την ελληνική μόδα στο διεθνές προσκήνιο. Οι δημιουργίες του από το 1956 μέχρι το 1991 διατέθηκαν από φημισμένα πολυκαταστήματα σε περισσότερες από 30 χώρες.
Διακρίθηκε για τις θεματικές του συλλογές με έμφαση στο σχέδιο υφάσματος για τις οποίες εμπνεύστηκε από τα Αττικά Αγγεία, Βυζαντινά χειρόγραφα, Ξυλόγλυπτα του Πηλίου, τη Ρωσία, την Αφρική, Εραλδικά σύμβολα, την Κίνα, πτηνά, έντομα, τους Ιμπρεσιονιστές, τον Ελ Γκρέκο, το Γιάννη Γαϊτη κ. ά.
Τη Δεκαετία του ’80 η υπογραφή του διακρινόταν σε ξεχωριστές συλλογές υφασμάτων εσωτερικού χώρου, λευκών ειδών, σερβιτσιών, παιδικών στολών, εσωτερικών αεροσκαφών, αυτοκινήτων, πλακιδίων τοίχου και δαπέδου, αλλά και ειδών ταξιδίου.
Από το 1991 αποχώρησε από το στίβο της μόδας και έχει ασχοληθεί κυρίως με το σχεδιασμό εσωτερικού και εξωτερικού ξενοδοχείων, παραθεριστικών οικιστικών συνόλων και μεμονωμένων κατοικιών, ενώ στον τομέα οχημάτων Μαζικής Μεταφοράς σχεδίασε τα αστικά λεωφορεία και τρόλεϊ της Αθήνας και όλα τα νέα τρένα της χώρας.
Φοίτησε στο Κολλέγιο Αθηνών και αποφοίτησε από τη Σχολή Μωραΐτη. Στο σχέδιο είναι αυτοδίδακτος.
Στη δουλειά σας διακρίνονται διαφέρουσες θεματολογίες διαπερνώντας κουλτούρες και χρονολογικές εποχές. Πώς μεταχειρίζεστε τα χρώματα ανά περίπτωση και πώς αποδίδεται η πολιτισμική αναφορά τους;
Υπήρξα ο πρώτος που είχα την τύχη στον κόσμο να κάνω θεματικές συλλογές. Τις έκανα θεματικές τις συλλογές λόγω πενίας, κατά το «πενία τέχνας κατεργάζεται»…
Το μόνο που έχω σπουδάσει κατ’ οίκον είναι διαφήμιση, κάτι που δεν αναφέρω στο βιογραφικό μου. Υπήρξα το πρώτο μικρό γραφείο στατιστικών μελετών στην Αθήνα. Τότε έκανα μικρές καμπάνιες βάσει έρευνας που κάναμε τότε με σπουδαστές.
Έψαχνα, λοιπόν, να βρω θέματα για να μπορώ να ταράξω το ενδιαφέρον στο διεθνή χώρο. Και τα θέματα έπρεπε να είναι επίκαιρα σε μία εποχή που τα trends δεν ήταν προκαθορισμένα ή γνωστά από κάποιους οργανισμούς μάρκετινγκ όπως σήμερα. Έπρεπε κανείς να κινηθεί πολλές φορές δια της εις άτοπον απαγωγής ή μέσω της δημιουργίας μιας επικαιρότητας, όπως για παράδειγμα μιας ταινίας. Μια συλλογή, τότε, έπαιρνε πολλούς μήνες, τώρα γίνονται overnight.
Έμπνευση της συλλογής άλλοτε αποτελούσε ένα θέμα από την ιστορία ή την παγκόσμια κουλτούρα και άλλοτε ξεκινούσα από το χρώμα. Για παράδειγμα, το 1983, συνδεδεμένος με τον αδερφικό και αξέχαστο φίλο μου Γιάννη Γαΐτη δεν ξεκίνησα τη συλλογή μόνο λόγω της γνωριμίας μας, αλλά επειδή υπήρχε ένα trend για ασπρόμαυρες συλλογές. Και έκανα μία συλλογή, αρχικά, για το Γαϊτη όλη ασπρόμαυρη.
Μόνο στο τέλος, που αρχίσαμε να κάνουμε τις θεαματικές παρουσιάσεις σε πολλά μέρη στον κόσμο, έβαλα χρώμα στη συλλογή με μια σειρά από ρούχα σε χρώματα του Γαΐτη. Σε άλλες συλλογές όπως στα ελληνικά αγγεία χρησιμοποιήθηκαν στην αρχή trends που μου έδινε η Dupont αναζητώντας χρώματα με τις ελληνικές τερακότες. Έγινα μάλιστα σύμβουλος στην αμερικανική Dupont για ένα διάστημα.
Αργότερα, με άλλες συλλογές, όπως για παράδειγμα τη συλλογή με τους Ιμπρεσσιονιστές στις αρχές του ’70, πήρα τα χρώματα των Ιμπρεσιονιστών από τους πίνακές τους, κάνοντας παραλλαγές.
Στη συλλογή μου Tseklenis Foulards, τον Γκωγκέν τον αποδίδω με τρεις χρωματικές εκδοχές. Τα θέματα τα επέλεγα ανάλογα με τις τάσεις της ειδησιογραφίας, φανταζόμουν, δηλαδή, τι μπορεί να έρχεται, τα χρώματα, όμως, τα επέλεγα από την εις άτοπον απαγωγή με βάση ποια χρώματα έχουν κουράσει όπως γίνεται στη μόδα. Πάντα λέω πως μεγάλος σχεδιαστής είναι το καταναλωτικό κοινό: υπαγορεύει από τη χρήση που κάνει στα είδη μόδας τι πρέπει να έρθει μετά.
Από το 1972 έως το 1976 σχεδιάσατε τις στολές των αεροσυνοδών για την Ολυμπιακή που αποτελούν από τις πιο εμβληματικές, καινοτόμες και αξιομνημόνευτες στολές όλων των εποχών. Ποιες ήταν οι επιρροές σας για το σχεδιασμό;
Τρία είναι τα γνωστά έργα μου που θα με καταδιώκουν πάντα: οι στολές της Ολυμπιακής, της Αστυνομίας και όλες οι γυναίκες με τις σχολικές ποδιές – στους άντρες σχεδίασα τις ποδιές μόνο για το δημοτικό. Συναντώ ακόμη ανθρώπους που μου λένε ότι φορούσαν τη σχολική ποδιά που είχα σχεδιάσει!
Κατά τη γνώμη μου η ωραιότερη συλλογή που έγινε ποτέ για την Ολυμπιακή ήταν εκείνη του Pierre Cardin. Η δική μου συλλογή ήταν εύχρηστη, σημαντική, αλλά δεν είχε τη δυναμη που είχε το design του Pierre Cardin.
Με τον Ωνάση είχα πολύ καλές σχέσεις. Εκείνη την περίοδο πρότεινα μέσω της γραμμετείας των δημόσιων σχέσεων της Ολυμπιακής, να δωρίσω μάξι φορέματα για την πρώτη θέση της Ολυμπιακής: από βαμβάκι wrap around, σαν karate robes αλλά μάξι φορέματα, τυπωμένα με διάφορα χρώματα με τους κύκλους της Ολυμπιακής. Ο Ωνάσης ενθουσιάστηκε! Αγαπούσε, άλλωστε, πολύ την πρώτη θέση της Ολυμπιακής – είχε δημιουργήσει και τα περίφημα Οlympic Treatments με τα κεριά μπαταρίας που άναβαν στα λεγόμενα candle light dinners, με τα επίχρυσα μαχαιροπίρουνα και άλλα πολυτελή, κατά τη διάρκεια της πτήσης Νέα Υόρκη Αθήνα – και απάντησε ότι προτιμά τον Έλληνα να σχεδιάσει όλες τις στολές παρότι οι στολές του Pierre Cardin ήταν μόδο δύο ετών! Σε δέκα μέρες μου ανέθεσαν το σχεδιασμό των στολών. Οι Financial Times έγραψαν τότε “The young Greek dethrones Cardin from Olympic”.
Στην Ολυμπιακή θέλησα, αντί να φορούν μία στολή, να έχουν μία γκαρνταρόμπα – από παλτό, ομπρέλα, φορέματα μέχρι ελαστικές λευκές μπότες και τσάντες με τους Ολυμπιακούς Κύκλους. Τις στυλ karate, wrap around ρόμπες κοντές, στα πέντε χρώματα των Ολυμπιακών κύκλων θα τις φορούσαν μόλις έμπαιναν στο αεροπλάνο, όταν επρόκειται να σερβίρουν. Ήταν από βαμβάκι και διπλωμένες με τσακίσεις προκειμένου να είναι εύχρηστες και πρακτικές. Παρότι είχα πάντα συμβούλους από το σωματείο των αεροσυνοδών όταν σχεδίαζα, ο καημός μου ήταν ότι επί έξι χρόνια που πετούσα με την Ολυμπιακή οι τότε αεροσυνοδοί αισθάνονταν «υπηρετείν» αντί «εξυπηρετείν» όταν φορούσαν κάτι σαν ποδιά.
Το 1988, τέλος, σχεδίασα για την Ολυμπιακή τα εσωτερικά όλου του στόλου.
Στις τότε διαφημιστικές καμπάνιες της Ολυμπιακής – που ταυτόχρονα έκανε μία μεγάλη αναβάθμιση της εταιρείας παγκοσμίως – το slogan ήταν “while Yannis Tseklenis designs the new uniforms, look what we did for Olympic” και “A well dressed hostess makes a happy hostess, Yannis Tseklenis designs the new uniforms” !
Όπως διαπιστώνεται από τη σύγχρονη αρχιτεκτονική παραγωγή, ο χειρισμός του χρώματος ως στοιχείο της σύνθεσης μοιάζει αμήχανος και διστακτικός εκ μέρους των αρχιτεκτόνων. Αντίστοιχα, η θεωρία του χρώματος απουσιάζει σχεδόν καθολικά από τη διδασκαλία της αρχιτεκτονικής στα ελληνικά πανεπιστήμια. Πώς θα σχολιάζατε αυτά τα δεδομένα και τι θα προτείνατε από την εμπειρία σας, ώστε το χρώμα να ενταχθεί ισότιμα ως παράμετρος του σχεδιασμού;
Όποτε βλέπω την Αθήνα από μακριά, από ψηλά, μου θυμίζει αυτό που βλέπω με τις ταράτσες ανοιχτούς βιονικούς εγκεφάλους. Το χρώμα βοηθά στο παιχνίδι των όγκων. Όταν ασχολούμαι με μορφολογικά στοιχεία στα αρχιτεκτονήματα που συνεργάζομαι παίζω με το στοιχεία του χρώματος για το παιχνίδι των όγκων, αν επιθυμώ να μειωθεί ή να διασπαστεί η μονοτονίας των όγκων δηλαδή.
Στα κελιά της Τήνου έσπασα τους όγκους των κατοικιών. Η πέτρα ξασπρίζει με το αρμολόγημα και δίπλα υπάρχει ένας όγκος με μία «ψεύτικη» ξερολιθιά. Εκεί λοιπόν αυτά τα δύο χρώματα –είναι δυο χρώματα ουσιαστικά της πέτρας – δίνουν το παιχνίδι των όγκων.
Στην Ελλάδα υπάρχει η παρεξήγηση του λευκού των νησιών. Το λευκό στα νησιά ασβεστώνεται κάθε χρόνο. Επιπλέον, το λευκό στα νησιά επιβλήθηκε επίμονα και έγινε υποχρεωτικό από το Μεταξικό Νόμο γύρω στη δεκαετία του ’30, λόγω της απειλής της επιδημίας χολέρας.
Η αρχιτεκτονική των νησιών δεν ήταν απαραίτητα λευκή, η Σαντορίνη για παράδειγμα δεν ήταν ποτέ λευκή. Αν και ο Rudofky την περιγράφει το 1910 ολόλευκη, έχουμε ευρήματα ότι ήταν γκρίζα, τερακότα. Σήμερα, βέβαια, βλέπουμε κάτι επιθετικά χρώματα που είναι λάθος γιατί δεν έχουν καμία σχέση με τα γήινα χρώματα.
Είναι απολύτως αναγκαία η διδακτική της θεωρίας του χρώματος στα ελληνικά πανεπιστήμια – δε γνώριζα για την παντελή της έλλειψη. Στα αποτελέσματα του διαγωνισμού Color in Architecture το χρώμα είναι καθοριστικό στοιχείο και πανέμορφο. Βέβαια θα πρέπει να υπάρχει κεντρικός σχεδιασμός.
Το καθιερωμένο χρώμα στην πόλη της Αθήνας και λίγο στη Θεσσαλονίκη είναι αυτό των μπαλκονιών – που αποτελούν βέβαια αποθήκες πάσης φύσεως αντικειμένων. Τα μπαλκόνια μαζί με τις τέντες δίνουν κάποιο χρώμα απροσδιόριστο και αδιάφορο – το αποκαλώ χρώμα “κουρελού”. Ασφαλώς και τα αρχιτεκτονήματα πρέπει να έχουν χρώμα. Βλέπουμε φωτογραφίες από ωραία κέντρα πόλεων με χρώματα, όπως η Βαρσοβία ή το Μόναχο.
Είστε ένας Έλληνας σχεδιαστής με διεθνή ακτινοβολία, ένας σχεδιαστής ο οποίος εισήγαγε την ελληνική μόδα στον σύγχρονο διεθνή κόσμο και οραματιστήκατε το ελληνικό design στη διεθνή σκηνή. Μπορεί η ελληνική βιομηχανία να προσεγγίσει την παγκόσμια αγορά;
Όταν βρέθηκα στο διεθνή χώρο άρχισα να «σπάω» μια προκατάληψη. Η πρόκληση που αντιμετώπισα δεν ήταν μόνο να πουλήσω εκατοντάδες χιλιάδες κομμάτια στην άλλη άκρη της γης, αλλά ότι μπορούσε και κάποιος Έλληνας με κοστούμι και γραβάτα να μην είναι οπωσδήποτε εφοπλιστής, ότι ένας Έλληνας σε οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα μπορούσε να αποκτήσει διεθνή αναγνώριση. Παντού αναφερόμουν ως “The Greek Designer”. Αλλά βέβαια κανείς δεν μπορεί να είναι «προφήτης» για ή στον τόπο του.
Αντέγραψα τη δυναμική των Ιταλών της δεκαετιας του ‘ 50 οι οποίοι επιστράτευσαν τις μεγαλύτερες τότε fashion editors του κόσμου από την Αμερική ή τη Μεγάλη Βρετανία να περιγράψουν το ιταλικό ταλέντο στην τότε αναπτυσσόμενη ιταλική μόδα. Μεγάλα ονόματα όπως η Ernestine Carter των Sunday Times, η Eleanor Lambert, η Sally Kirkland ή η Eugenia Sheppard βέβαια – αναφέρω κάποια ονόματα ενδεικτικά – όλες κλήθηκαν να καλύψουν μία πολύ μεγάλη προσπάθεια που θέλησα να κάνω από την Ελλάδα για το διεθνή χώρο, ενώ το 1970 επιστράτευσα και τον Ωνάση. Ακόμη και η συζήτηση στο διεθνή χώρο για την Ελλάδα λόγω της χούντας, άθελά της –και παρά τα χίλια στραβά της για τον τόπο- συνέβαλε στην προβολή της Ελλάδας και της Αθήνας, ακόμη και αν τα σχόλια ήταν φυσικά –και σωστά- αρνητικά. Αντίστοιχη θεωρώ τη σημερινή συγκυρία με τη διεθνή συζήτηση για την Ελλάδα λόγω της ελληνικής κρίσης.
Οργανώσαμε, λοιπόν, τότε μία τεράστια εκδήλωση στην Αθήνα, η οποία προκάλεσε χιλιάδες άρθρα στον παγκόσμιο τύπο αναδεικνύοντας καμιά δεκαριά ονόματα Ελλήνων σχεδιαστών – η Sally Kirkland, η μεγάλη editor του Life έκανε επιμέλεια για την προβολή.
Επιστρατεύσαμε επίσης τον Jean Dessès, τον James Galanos και τον George Stavropoulos, που είχε γίνει μεγάλο όνομα στη Νέα Υόρκη και τον πρώην συνεργάτη μου τον Ντίμη Κρίτσα, οι οποίοι πρόβαλαν σε ένα ξεχωριστό σόου την Ελλάδα στο διεθνή χώρο – εγώ διοργάνωνα την εκδήλωση.
Ωστόσο, κανένας Έλληνας δεν έδειξε την εξωστρέφεια και τη δυναμική να βγει στο εξωτερικό, προτίμησαν τη σιγουριά της πλατείας Κολωνακίου.
Η εποχή εκείνη ήταν πολύ σημαντική, καθώς συμπτωματικά ανέβαινε πάρα πολύ – και λόγω της επανασύνδεσής μας με την Ευρωπαϊκή κοινότητα, ΕΟΚ τότε – και η παραγωγή textile και η παραγωγή ενδυμάτων στην Ελλάδα. Προέτρεπα τους Έλληνες να να αναπτύξουν μάρκετινγκ, επωνυμίες, να χτίσουν brands… Δυστυχώς, όμως, στην Ελλάδα επικράτησε το φασόν, με αποτέλεσμα το ’92 που άνοιξαν πλήρως τα σύνορα να φύγουν οι ξένοι και να πάνε σε άλλες χώρες. Μαζί έπεσε και η κλωστοϋφαντουργία. Σήμερα, έχουμε ξανά τη συγκυρία να γίνει η Ελλάδα μια πετυχημένη και εξαγωγική χώρα στα έτοιμα ενδύματα με τη μεγάλη δυνατότητα διασύνδεσης που προσφέρει, πλέον, το διαδίκτυο, αλλά δεν υπάρχει ελληνική παραγωγή. Οι Έλληνες σχεδιαστές είναι πολύ ενημερωμένοι, αλλά δεν έχουν στη διάθεσή τους ποιοτικές παραγωγικές δυνατότητες, όπως για παράδειγμα ποιοτικές πρώτες ύλες. Αν και το ταλέντο και τα δίκτυα επικοινωνίας είναι πολύ ανεπτυγμένα, λείπει το βασικό συστατικό της παραγωγής: η ποιότητα του ελληνικού βαμβακιού και του ελληνικού μεταξιού, που έχει πέσει στο 30 με 40% της τότε παραγωγής, αντίθετα με παλαιότερα που το ντένιμ της “ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΥΦΑΝΤΟΥΡΓΙΑΣ” από τη Βόρεια Ελλάδα επιλεγόταν από όλες τις μεγάλες εταιρείες, τα Armani jeans για παράδειγμα.
Μπορεί να βοηθήσει το ελληνικό design στην προβολή της χώρας στο εξωτερικό με θετικές συνέπειες στον πολιτισμό, την οικονομία και τον τουρισμό;
Η μόδα μπορεί να συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στον τουρισμό μιας χώρας. Έλεγα πάντα ότι επιλογή του τόπου διακοπών μιας οικογένειας γίνεται από τη γυναίκα. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η δυναμική προβολή των Ιταλών για τα δερμάτινα υποδήματα και τις τσάντες ήδη από το ’50. Με το Λαλαούνη, στην Ελλάδα αντίστοιχα, προβλήθηκε πολύ το ελληνικό κόσμημα και δημιούργησε ένα ρεύμα προς την Ελλάδα. Στα νησιά υπάρχει το gold strip, δρόμοι γεμάτοι από κοσμηματοπωλεία. Η καμπάνια της Ισπανίας, επίσης, για τους Ολυμπιακούς Αγωνες του 1992, για την έκθεση της Σεβίλλης “Everything Under the Sun” βασίστηκε στη συμβολή της μόδας- έτσι προέκυψε και η Zara.
Το 1973, για την αντιμετώπιση της προβολής των συλλογών μου παράλληλα και στα δύο ημισφαίρια – χειμερινή κολεξιόν στο ένα και θερινή στο άλλο – και για τη μείωση της δαπάνης σε επιδείξεις και ταξίδια ξεκίνησα την παραγωγή μικρών ταινιών με ελληνικό θέμα. Αποτελούσαν τις πρώτες μικρού μήκους ταινίες – clips μόδας που γυρίστηκαν παγκοσμίως – σήμερα βρίσκονται στη συλλογή του Metropolitan Museum της Νέας Υόρκης στο Fashion Film Library – και παρουσίαζαν τη συλλογή σαν ενδυματολογικό στοιχείο της ταινίας.
Οι ταινίες αυτές προβάλλονταν από τις τοπικές τηλεοράσεις της Ιαπωνίας, της Γερμανίας, της Αυστραλίας, στα κενά μεταξύ των τηλεοπτικών προγραμμάτων, αλλά και πριν τις ταινίες που προβάλλονταν στους κινηματογράφους.
Η πρώτη ταινία ήταν τα “Καρτούν”, το 1973, ρούχα εμπνευσμένα από cartoons και γυρίστηκε σε μια παιδική χαρά. Η ταινία “Κύματα”, το 1974, γυρίστηκε στο Μαραθώνα παρουσιάζοντας τη θάλασσα και τα ρούχα εμπνευμένα από τα κύματα.
Η επόμενη ταινία μου – λίγο αυτοβιογραφική, αλλά με πολύ ωραιότερο πρωταγωνιστή από εμένα – “Story Carved on Wood” γυρίστηκε στο Πήλιο, στη Μακρυνίτσα, και αφορούσε μία ερωτική ιστορία, όπου ο πρωταγωνιστής φορούσε πουκάμισα με δικά μου prints. Η συλλογή αυτή είχε βασιστεί σε prints από τα ξυλόγλυπτα και την τέχνη της ζωγραφικής σε ξύλο του Πηλίου και η ταινία προβλήθηκε από το BBC 1!
Το καλοκαίρι του ’74 σκηνοθέτησα την ταινία “Boats and Sunshine”. Αποτελούσε μία συλλογή που είχα ξεκινήσει δουλεύοντας πάνω στο έργο του υπέροχου Ιταλού ζωγράφου Piero Aversa – ιδρυτή και του Pierro’s στη Μύκονο. Από αυτή τη συλλογή μου αντέγραψε και ο οίκος Hermes το μαντήλι Τhalassa. Η ταινία αυτή γυρίστηκε σε ναυπηγεία, σε ένα λιμανάκι στο Πόρτο Ράφτη, σε τμήματα στη Ραφήνα και τελειώνει με τη συλλογή μου Old Navy line by Tseklenis στο τρικάταρτο “Ευγένιος Ευγενίδης”, στη Μαρίνα Ζέας.
Η τελευταία μου ταινία, το 1979, μετά την περιπέτεια της υγείας μου και σε συμπαραγωγή με το ΜΙΝΙΟΝ, “Black & Gems”, ήταν μία συλλογή με μαύρα ρούχα, που είχαν επάνω τους τυπωμένα splashes με τρίγωνα ή ρόμβους και γυρίστηκε στις Σκουριές του Λαυρίου και στις στοές των ορυχείων.
Επειδή η προβολή της Ελλάδας ήταν πολύ μεγάλη στο εξωτερικό μέσα από αυτές τις ταινίες απευθύνθηκα στον Ε.Ο.Τ. να δημιουργήσει 50 κόπιες από τις έτοιμες ταινίες, ωστόσο αρνήθηκε λόγω έλλειψης προϋπολογισμού.
Το Vedema Hotel στη Σαντορίνη είναι το πρώτο Boutique Hotel στην Ελλάδα και το οποίο σχεδιάστηκε εξ’ ολοκλήρου από εσάς, με πλήρη εποπτεία του design. Ποια είναι τα κοινά σημεία αρχιτεκτονικής, design και μόδας;
Το Vedema Hotel στη Σαντορίνη αποτελεί το πρώτο Art Boutique Hotel στην Ελλάδα. Αυτό ήταν ένα ξενοδοχείο σχεδιασμένο από έναν αρχιτέκτονα που δεν είχε πάει ποτέ να δει το μέρος από κοντά. Εγώ είχα μόλις τελειώσει την κατοικία μου στην Οία, το “Black & White”. Όταν μου ανατέθηκε, ζήτησα να αλλάξω όλη τη διαρρύθμιση και το εσωτερικό των δωματίων. Συνεργάστηκα, τότε, με την επιχείρηση “Εικαστικός Κύκλος”, αλλά και τη μεγάλη δασκάλα της Σαντορίνης, την αρχιτέκτονα Μαίρη Καβάγια, με την οποία δουλεύω πολλά χρόνια σα μαθητής με καθηγήτρια, και δημιουργήσαμε καταρχήν την υποδομή, ανεβάζοντας τη γη εξωτερικά για να μειωθούν τα διώροφα. Για να σπάσω τον όγκο αυτόν που είναι στην άκρη του Μεγαλοχωρίου, έδωσα στα κτηριακά συγκροτήματα τέσσερα διαφορετικά χρώματα: μία απαλή γήινη τερακότα, τα άλλα δύο έγιναν σε δύο διαφορετικούς τόνους ενός μπεζ λίγο πιο ιβουάρ και κάποια έγιναν λευκά.
Εσωτερικά, στα 39 τότε διαμερίσματα, έδωσα ένα απαλό χρώμα σπασμένου λευκού. Χρησιμοποίησα μεγάλες μεταξοτυπίες από τον εικαστικό κύκλο, προβάλλοντας στο κάθε διαμέρισμα έναν Έλληνα ζωγράφο και αντλώντας κάποια στοιχεία – σαν υπενθυμίσεις από τα χρώματα του ζωγράφου – σε όλα τα υφάσματα και τα έπιπλα του δωματίου. Κάθε διαμέρισμα περιελάμβανε ένα με δύο πίνακες από έλληνες ζωγράφους – όπως οι Κοντός, Τσόκλης, Γαίτης, Γέρος. Ο πρώτος διακόπτης που άναβε κανείς κατά την είσοδο φώτιζε και τον πρώτο πίνακα. Στο Vedema, επίσης, ήταν η πρώτη εφαρμογή πατητών κονιαμάτων σε δάπεδα υπόλευκα, προκειμένου να προβληθούν τα χρώματα των έργων, των επίπλων και των υφασμάτων.
Επιπλέον, για την αποφυγή κάποιου λάθους στο στήσιμο των δωματίων είχα δημιουργήσει κι ένα manual, προκειμένου να ξαναστήνουν το ξενοδοχείο κάθε καλοκαίρι.
Κάθε δωμάτιο είχε τη δική του χρωματική ταυτότητα– μην πω τη λέξη concept, θα μοιάζουμε με τα πρόσφατα τηλεοπτικά προγράμματα, είναι ο νέος όρος που έχει κληρονομήσει η Ελλάδα το concept!
Τα χρώματα, δυστυχώς, αργότερα κανιβαλίστηκαν.
Μετά το Vedema μου ζητήθηκε από το Βαγγέλη το Φύτρο να αναπλάσω το Zannos Melathron στον Πύργο της Σαντορίνης. Εκεί σχεδίασα από το κτήριο μέχρι τα ποτήρια και τα μαχαιροπίρουνα και, το 2010, μου ανατέθηκε μία ιδιωτική κατοικία στην Έξω Γωνιά – ένα από τα ομορφότερα έργα που έχω δημιουργήσει. Το 2002 με 2003, έκανα το σχεδιασμό του La Maltese στο Ημεροβίγλη. Ένα νεοκλασικό κτήριο στη θέση ενός νεοκλασικού, που είχε ανατιναχθεί στο παρελθόν όταν έφυγαν οι Γερμανοί. Επιλέξαμε τον κλασικό ρυθμό του κτηρίου, αντί ενός νεο-σαντορινιού ιδιώματος, προκειμένου να τιμήσουμε την ιστορία του.
Το 1992 με 1993, κάναμε ένα υπόδειγμα μελέτης παραλλαγής του δικτύου της ΔΕΗ με ένα καλό μου φίλο, προκειμένου να μην υπάρχουν εμπόδια στη θέα στην καλντέρα.
Το 1994, κινηματογραφήσαμε με το γιο μου την ταινία «Χρέος στην ομορφιά», όπου κινηματογραφήσαμε τη πλάνα από τη Σαντορίνη με τα καλώδια και χωρίς και η οποία προβλήθηκε σε μια άτυπη σύνοδο υπουργών στην Ελλάδα με πρωτοβουλία της Ελισάβετ Παπαζώη. Ο διοικητής της ΔΕΗ με συνεχάρη και με τη βοήθεια και της τότε κοινότητας της Οίας και της Παπαζώη από το ΥΠΕΧΩΔΕ, η Οία απέκτησε καλντερίμια και απελευθερώθηκε από τα καλώδια της ΔΕΗ. Το έργο ολοκληρώθηκε γύρω στο 2000, κατέβηκαν 500 κολώνες και αποτελεί το δώρο μου στην Οία και τη Σαντορίνη.
Κύριε Τσεκλένη, έχετε πολλές φορές καταθέσει προτάσεις για την ανάπλαση και αναβάθμιση της Αθήνας. Μία από αυτές αποτελεί η πρότασή σας για το ιστορικό τρίγωνο της Αθήνας παλαιότερα.
Για την Αθήνα έχω αυτό το παράπονο. Η Αθήνα με τα νεοκλασικά κτήρια, γύρω στο 1932, είχε μια ευρωπαϊκή εικόνα. Θα έπρεπε να έχει ένα ιστορικό κέντρο διατηρημένο, όπως οι περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις.
Η Αθήνα από τις δεκαετίες που μεγάλωνα εγώ γινόταν μια πόλη απρόσιτη και άβατη λόγω της αναπτυσσόμενης κίνησης. Γύρω στο 1981, μου ζητήθηκε από το περιοδικό “ΕΠΙΚΑΙΡΑ” να γράψω ένα άρθρο για την Αθήνα. Έγραψα τότε ένα μικρό κομμάτι που το ονόμασα φαντασιώσεις και πρότεινα την Αθήνα χωρίς αυτοκίνητα. Όλο το κέντρο θα ήταν πεζοδρομημένο, εκτός από ένα πέρασμα για οχήματα ανάγκης. Θα κυκλοφορούσαν κάποια μικρά οχήματα – “wagons roulants” – σε ατέρμονες τεμνόμενες κυκλικές διαδρομές, – δε μιλούσα τότε για ηλεκτρικά, αλλά ηλεκτροδοτούμενα από τη γη – τα οποία θα ήταν σε συνεχή κίνηση με 2,5 χλμ/ ώρα με ένα οδηγό υπεύθυνο μόνο για την κίνηση και το φρένο. Θα μπορούσαν αυτά πλέον να είναι και ηλιακά. Με αυτόν τον τρόπο θα αντιμετωπιζόταν η κίμηση, ενώ θα φυτεύονταν και δύο εκατομμύρια δέντρα. Με το σπουδαστή και συνεργάτη μου αρχιτέκτονα Χρόνη Λουλάκη σχεδιάσαμε, αναπαραστήσαμε και παρουσιάσαμε αυτήν την πρόταση στην 13η εκπομπή «Καλή και Ανάποδη» που προβλήθηκε την ημέρα χωρίς αυτοκίνητο. Σε αυτήν την ιδέα είχα συνεργαστεί με τον Αντώνη Βολάνη με τον οποίο είχαμε συνεργαστήκαμε και στο σχεδιασμό ενός οχήματος για ΑμεΑ με αφορμή τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004.
Το 1998 αναλάβατε την αισθητική εμφάνιση των νέων λεωφορείων της Αθήνας και προσδώσατε με μία μικρή επέμβαση στην καθημερινότητα της πόλης χρώμα. Πείτε μας μερικά λόγια για αυτό το έργο και την επιλογή των χρωμάτων.
Τη δεκαετία του ’90 μου ζητήθηκε από τον ΟΣΕ να δώσω κάποιες ιδέες για στολές του ΟΣΕ. Τους εξομολογήθηκα ότι δεν είχα μπει στο τρένο από τα παιδικά ή στρατιωτικά μου χρόνια. Η εικόνα του ΟΣΕ που αντίκρισα τότε στη διαδρομή Αθήνα – Λειβαδιά ήταν μια εικόνα πολύ κακή. Άρχισα να σχεδιάζω στη συνέχεια τις στολές με ανάθεση. Οι στολές, άλλωστε ήταν πάντα το καπρίτσιο μου ακόμα κι αν είχα φύγει εκείνη την περίοδο από τη μόδα.
Τόνισα, όμως, στους αρμόδιους πως οι στολές θα έπρεπε να εισαχθούν σε κάποιο αντίστοιχο περιβάλλον, οπότε και δημιούργησα μερικές απεικονίσεις εσωτερικών των τρένων αν ποτέ ανακαινιστούν. Έτσι, μου ανατέθηκε ο εσωτερικός σχεδιασμός για τα υφάσματα, τις κουρτίνες και το λογότυπο.
Το 1998, χάρη σε κάποιες προγραμματικές συμφωνίες του ΟΣΕ, μου ανατέθηκε ο εσωτερικός σχεδιασμός, 17 τύπων βαγονιών του ΟΣΕ: εσωτερικά, υφάσματα, δάπεδα, κουρτίνες. Αυτά που πηγαίνουν στο αεροδρόμιο με μωβ χρώμα κάτω και ασημί επάνω, τα τιρκουάζ με κίτρινο Στα InterCity, όπου σχεδίασα και τις μηχανές ηλεκτρικές, μηχανικές και ντίζελ, σχεδίασα κι ένα δωμάτιο – παιδικό σταθμό όλο foam και χρώματα για να παίζουν τα παιδιά, ενώ αποτέλεσαν και τα πρώτα τρένα – βάσει των τότε προδιαγραφών – στην Ελλάδα που κάθε βαγόνι είχε wc για ΑμεΑ. Τα ίδια τρένα ταξιδεύουν ακόμη και σήμερα!
Στη συνέχεια, μου ζητήθηκε να σχεδιάσω τα νέα τρόλεϊ του ΗΛΠΑΠ, μωβ- κίτρινο, και τα εσωτερικά του, καθώς και το λογότυπο του ΗΛΠΑΠ με χρωματιστά γράμματα. Παρά την αλλαγή του ΗΛΠΑΠ σε ΟΣΥ, ακόμη και σήμερα μέσα στα καθίσματα γράφει ΗΛΠΑΠ. Η ιδέα μου ήταν το λογότυπο του ΗΛΠΑΠ να μοιάζει με γράμματα lego, ήθελα να το αγαπήσουν τα παιδιά! Ονειρευόμουν κάποτε τα παιδιά να παίζουν με μια μινιατούρα τρόλεϊ , όπως τα παιδιά στην Αγγλία παίζουν με τα κόκκινα λεωφορεία!
Όταν μου ζήτησε και η ΕΘΕΛ να σχεδιάσω τα αστικά λεωφορεία σκέφτηκα πως η πόλη ήταν στα χέρια μου και έπρεπε να κάνω κάτι πολύ χρωματιστό για να γεμίσω τη γκρίζα πόλη χρώματα. Έτσι έκανα όλα αυτά τα σχέδια των λεωφορείων για τα οποία μου έδωσα πολλές συνεντεύξεις και στο εξωτερικό όπου ανέλυα την ιδέα: μπλε για τη Θάλασσα, τιρκουάζ για τον ουρανό, κίτρινο για τον Αθηναϊκό ήλιο και, φυσικά, το ελληνικό λευκό.
Το 2000 μου ζήτησαν να σχεδιάσω και τα λεωφορεία φυσικού αερίου, όπου έκανα αυτά με τις μπάλες τις χρωματιστές, οι οποίες δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία υπερμεγέθυνση του μορίου της χλωροφύλλης την ώρα της φωτοσύνθεσης: ξεκινάει από υποκίτρινο, υποκαφέ χρώμα και με τις υπεριώδεις ακτινοβολίες γίνεται πράσινο. Αντίστοιχα σχεδίασα και τα εσωτερικά του.
Είχα σχεδιάσει κι ένα λεωφορείο για το αεροδρόμιο, το οποίο τελικά δεν πραγματοποιήθηκε. Ήταν ένα blue sky λεωφορείο, το οποίο είχε επάνω σχέδια σα ζωγραφισμένα από παιδιά, διάφορες λευκές ιπτάμενες μηχανές, ελικόπτερα…
Τώρα στις ειδήσεις, είτε δείχνει φονικό είτε καυγά είτε χαρά, πάντα στην εικόνα περνάει κι ένα από τα «παιδιά», ένα λεωφορείο από πίσω σαν ντεκόρ χρώματος. Αφού δε βάλαμε το χρώμα στους τοίχους, το έβαλα στα αυτοκίνητα!
Η Θεσσαλονίκη αντέγραψε τα δικά μου λεωφορεία βάζοντας κόκκινο αντί για τιρκουάζ, τώρα που η εταιρεία έγινε κρατική ελπίζω να μου αποδώσουν τα δικαιώματα…
Τίτλος της ομιλίας σας στο συνέδριο για το χρώμα στις 29 Νοεμβρίου είναι “Η πόλη όταν δεν έχει χρώμα”. Με ποιους τρόπους πιστεύετε ότι μπορεί κανείς σήμερα να βάλει χρώμα στην πόλη με απλές ιδέες και αποφάσεις;
Όταν μου ανατέθηκαν τα μέσα μεταφοράς προσπάθησα να δώσω χρώμα στην πόλη. Σκέφτηκα τότε ότι αυτή θα ήταν μια δουλειά που θα έμενε για πολύ μεγάλο διάστημα στην πόλη – ήδη τώρα κινούνται 20 χρόνια!
Αυτό που πιστεύω ότι πρέπει όλοι να δώσουμε σημασία να φτιαχτεί σε ένα κομμάτι της αρχιτεκτονικής της πόλης είναι σε όσα νεοκλασικά κτήρια σώθηκαν, σε όσα παλιά κτήρια σώθηκαν – όχι μόνο νεοκλασικά, συμπίπτει να είναι νεοκλασικά – σε όλα τα παλιά κτήρια. Πρέπει να αναπλαστεί το παλιό. Ό,τι έχει ονομαστεί διατηρητέο να το σώσουμε!
Το μεταξουργείο αν είχε αναπλαστεί είκοσι χρόνια νωρίτερα θα ήταν το ωραιότερο μέρος της Ευρώπης. Τα νεοκλασικά λοιπόν αν σωθούν θέλουν χρώμα.
Σήμερα έχουμε μια ξεβαμμένη πόλη γιατί τα χρώματα που υπήρχαν πολύ πριν βγουν ακρυλικά χρώματα, κάτι νεροχρώματα με χρωστικές κακής ποιότητας, ξεβάφανε. Από την άλλη μεριά η Διεύθυνση Νεωτέρων Μνημείων έχει μία κολλημένη εμμονή. Για παράδειγμα δυσκολεύτηκε πολύ να δεχτεί το νεοκλασικό που σχεδίασα στο Μεταξουργείο στο χρώμα του φύλλου της ελιάς. Παλιά τα κτήρια είχαν χρώματα, δεν ήταν όλα ώχρα! Αλλά όταν βάζουμε χρώμα πρέπει να σεβαστούμε το γεγονός ότι αυτά τα σπίτια είναι γήινα και δεν είναι σκηνικό μες στο θέατρο. Πρέπει, δηλαδή, να έχουν κάτι το γαιώδες, για να κάνει το χρώμα αληθινό και να πατάει το κτήριο στη γη.
Να αναφέρω ενδεικτικά και δύο άσχημα παραδείγματα. Το κτήριο στο Μεταξουργείο, στην οδό Μυλλέρου, που έγινε πινακοθήκη του Δήμου έχει αποκτήσει ένα κίτρινο που έχει μέσα πολύ λευκό, είναι άρρωστο κίτρινο.
Το δε κίτρινο του Καπνεργοστασίου συγκρούεται με το τερακότα που έχει, το κόκκινό του χρώμα. Αν ήταν αληθινή τερακότα και όχι κοκκινιάρικο και το κίτρινο ήταν λίγο πιο ώχρα, είχε λίγο πιο μπεζ μέσα θα είχε την υφή του κίτρινου, αλλά θα ήταν ένα ζεστό κίτρινο.. χωμάτινο, αργυλώδες… και τότε θα γινόταν κτήριο!
Χρειάζεται συζήτηση για τη βαφή των κτηρίων. Με μία όμορφη πρόταση και μία ομάδα του δήμου – μια επιτροπή ίσως και άτυπη – που να ελέγχει, ώστε να μη γίνει “καρνάβαλος” η Αθήνα. Χρειάζεται μία καλλιτεχνική προσέγγιση.
Στο δικό μου σπίτι στο Διόνυσο, για παράδειγμα, δούλευα το χρώμα με δείγματα από το χώμα. Χρειάζεται επιρροή από τα γήινα χρώματα. Υπάρχει ένα σύνδρομο των ελλήνων αρχιτεκτόνων, γίνεται ένα σόου διαφορετικότητας που φταίει κατά ένα μεγάλο βαθμό βέβαια ο ιδιοκτήτης, που θέλει να διαφέρει. Σε κανένα μέρος του κόσμου ένα κτήριο δεν είναι τόσο διαφορετικό από το διπλανό του.
Είχα προτείνει πριν από 11-12 χρόνια – και μάλιστα δημοσιεύτηκε στο τότε περιοδικό “ΕΙΚΟΝΕΣ” σα χαιρετισμός στον επερχόμενο δήμαρχο, στις εκλογές που γίνονταν εκείνην την ημέρα – μία ομοιομορφία στην πόλη, την οποία πρότεινα στις στέγες. Όλες οι σύγχρονες πόλεις του κόσμου έχουν στέγες. Οι στέγες δίνουν μία ομοιοχρωμία. Είναι, επίσης, εφαρμόσιμες καθώς όλοι θα έχουν έναν ωφέλιμο χώρο. Γιατί τα περί πρασίνου στις οροφές δεν είναι εφικτά, οι μισές οροφές δεν έχουν προβλέψει το βάρος της φύτευσης και ούτε κανείς θα το φυτεύσει πραγματικά, δεν αγαπάμε το πράσινο. Η πρόταση στις στέγες είναι μία πρόταση για χρώμα στην πόλη.
Ο θρύλος της ελληνικής μόδας και του design Γιάννης Τσεκλένης θα παραβρεθεί στο Συνέδριο Color in Architecture που διοργανώνουν το ARCHISEARCH.gr και η Akzo Nobel Powder Coatings στις 29 Νοεμβρίου, στο αμφιθέατρο του ΑΚΤΟ, όπου θα γίνει κι η απονομή των βραβείων στους νικητές Color in Architecture.
Tίτλος της ομιλίας του: Oταν η πόλη δεν έχει χρώμα.
Πληροφορίες
Συνέδριο Color in Architecture
Ημερομηνία: 29 Νοεμβρίου / ώρα προσέλευσης 17:00.
Διοργάνωση: ARCHISEARCH.gr / AkzoNobel
Υποστηρικτές: Alumil, Guardian Glass, Site Specific
Σημαντικοί ομιλητές από το χώρο της αρχιτεκτονικής, του design, των τεχνών και της μόδας θα μας μιλήσουν για τη σχέση τους με το χρώμα και τις τάσεις, ενώ στο τέλος της εκδήλωσης, η επιτροπή η οποία αποτελείται από τους διακεκριμένους αρχιτέκτονες και ακαδημαϊκούς Νίκο Κτενά, Ρένα Σακελλαρίδου, Δημήτρη Ποτηρόπουλο, Αριάδνη Βοζάνη, Κώστα Πουλόπουλο, Σταύρο Μαρτίνο και Per Nimer, θα βραβεύσει τους 3 νικητές.
Ανάμεσα στους ομιλητές θα είναι και ο θρυλικός Έλληνας σχεδιαστής Γιάννης Τσεκλένης και o Per Nimer, Design Manager AkzoNobel, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Colour Institute της Στοκχόλμης και δημιουργός του βιβλίου Χρωματικών Τάσεων Colour Envelope και Color Futures.
Επίσης, θα μιλήσει ο αρχιτέκτονας και καθηγητής Νίκος Κτενάς, ο οποίος παρέλαβε πρόσφατα το Βραβείο Αρχιτεκτονικής 2013-2017 από το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής για το έργο του Ιnside-out, η αρχιτέκτονας και καθηγήτρια Ρένα Σακελλαρίδου, η οποία αυτή την στιγμή υλοποιεί το μεγαλύτερο κτίριο γραφείων στην Ελλάδα, η βραβευμένη designer Έλενα Μπρασινίκα και ο καλλιτέχνης Poka Yio.
Την παρουσίαση θα κάνει ο συνεπιμελητής και μέλος της κριτικής επιτροπής, αρχιτέκτων και ιστορικός της αρχιτεκτονικής, ακαδημαϊκός διευθυντής του πρόγράμματος “Σχολείο Αρχιτεκτονικής για παιδιά και νέους ARKKI.gr“, Σταύρος Μαρτίνος.
Βρείτε περισσότερες πληροφορίες και δηλώστε συμμετοχή στο Συνέδριο Color in Architecture, στο οποίο θα μιλήσουν διακεκριμένες προσωπικότητες από τους χώρους της Αρχιτεκτονικής του Design, της Τεχνης και της Mόδας, εδώ!
Η είσοδος είναι ελεύθερη με ηλεκτρονική εγγραφή στην εκδήλωση σε αυτό το σύνδεσμο!
Editor: Tina Marinaki
Πηγή: archisearch.gr