The art of poledancing: Η ελληνοελβετίδα Αλεξάνδρα Μπαχζέτση έχει γεννηθεί στη Ζυρίχη και είναι χορεύτρια και χορογράφος. Έχει παρουσιάσει τις performance της σε διάφορες πόλεις σε όλο τον κόσμο. Φέτος είναι υποψήφια για το Βραβείο ΔΕΣΤΕ που απονέμεται στο μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης όπου και φιλοξενείται η έκθεση των υποψηφίων καλλιτεχνών. Η Αλεξάνδρα διάλεξε ένα δωμάτιο στον πρώτο όροφο και το μεταμόρφωσε ώστε να μοιάζει με αίθουσα μπαλέτου. Η συνηθισμένη οριζόντια μπάρα έχει τοποθετηθεί αυτή τη φορά κατακόρυφα και στο κέντρο ώστε να χρησιμεύσει ως στύλος για χορό στριπτίζ στην performance της ‘Handwerk’. Επίσης, παρουσιάζει μια δικάναλη βιντεοπροβολή με τίτλο ‘Rehearsal (Ongoing)’ .
Στην Kunsthalle Basel είχες την ευκαιρία να παρουσιάσεις διάφορες χορευτικές περφόρμανς μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα και σε ένα συγκεκριμένο καλλιτεχνικό πλαίσιο. Ποια η διαφορά από την παρουσίαση ενός μόνο κομματιού σε θέατρο;
Η μεγαλύτερη διαφορά είναι το κοινό. Στο πλαίσιο της τέχνης υπάρχει η δυνατότητα να παρατηρήσεις τους κώδικες και την αισθητική ενός έργου με περισσότερη ανεξαρτησία και να το κατατάξεις στο πνεύμα της εποχής, ενώ στο θέατρο κάποια πράγματα είναι προκαθορισμένα και γίνονται κατανοητά με βάση μία καθιερωμένη χορευτική ή θεατρική γλώσσα. Οι περφόρμανς μου απαιτούν ένα απροκατάληπτο κοινό, αφού συχνά αναφέρομαι σε σύγχρονα φαινόμενα τα οποία προσαρμόζω για τη σκηνή. Στην περίπτωση της Kunsthalle Basel είχα την πολυτέλεια να συναντήσω ένα απροκατάληπτο κοινό, που μπορούσε να επιστρέφει για να παρακολουθήσει την κάθε περφόρμανς, έτσι ώστε να τις αξιολογεί σε ένα βαθμό ανάλογα με τις προσδοκίες του. Όταν τα κομμάτια παίζονται στο θέατρο είναι κατά κάποιο τρόπο μεμονωμένα και χωρίς συνοχή, παρόλο που μπορεί να παίζεις και να ερμηνεύεις συνεχώς το ίδιο, θεωρώ ότι αυτή η συνεχόμενη επανάληψη μιας παράστασης είναι πιο μοναχική από ότι ένα σύνολο τεσσάρων διαφορετικών περφόρμανς σε ένα συγκεκριμένο χώρο.
Έχεις αναπτύξει και καθιερώσει ένα συγκεκριμένο κινησιολογικό κώδικα, μία γλώσσα που επαναλαμβάνεται στις περφόρμανς και ενώνει τα έργα σου μεταξύ τους; Αν ναι που βασίζεται αυτή;
Προσπάθησα να ξεφύγω από το πρόβλημα να χρησιμοποιήσω την κινησιολογική γλώσσα ως ένα είδος προσωπικής γραφής, αντίθετα επιδιώκω συνεχώς να δημιουργώ project που ναι μεν να λειτουργούν με τρόπο συναφή, αλλά να διαφέρουν στην αισθητική. Χρησιμοποιώ μία γλώσσα και κατά κανόνα δεν την εφευρίσκω η ίδια. Στη δουλειά μου υπάρχει η τάση να διαφαίνονται αινιγματικές δομές, είτε πρόκειται για διαφορετικές μορφές χορού, είτε για τη γλώσσα του σώματος γενικά, ή μέσω κάποιου άλλου συγκεκριμένου είδους. Στην πραγματικότητα όμως δεν έχω διεξάγει μία προσωπική έρευνα κινήσεων, η οποία με την πάροδο των χρόνων να εκδηλώνεται ως μία έμπειρη στρατηγική ασκήσεων.
Οι παραστάσεις σου δε διηγούνται μια έτοιμη ιστορία. Μέσα από τις κινήσεις όμως το κοινό μπορεί να ταυτιστεί με κάποιον πρωταγωνιστή. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι αυτό αφού δεν πρόκειται για ήρωες μιας συγκεκριμένης ιστορίας;
Παρόλο που οι δουλειές μου μπορεί με την κλασική έννοια του όρου να μη θεωρούνται αφηγηματικές και να μην ακολουθούν ένα σενάριο διαλόγων, ωστόσο θεωρώ, ότι διαθέτουν ένα ισχυρό αφηγηματικό χαρακτήρα, που γίνεται αισθητός μέσω της διασκευής των μουσικών επιλογών και μερικές φορές μέσω της επιλογής της δομής των εικόνων, τις οποίες εικόνες αν βάλεις σε σειρά μπορούν να σταθούν μόνο σε μία συγκεκριμένη διάρθρωση, ακριβώς γιατί ο ρόλος τους είναι να διηγηθούν κάτι σαφές.
Μπορεί η ίδια παράσταση να προκαλέσει διαφορετικά νοήματα, συμπεράσματα ανάλογα με το κοινωνικό πλαίσιο όπου και παρουσιάζεται; Αναφέρομαι στην παράσταση σου ‘Gold’ που είχε σχέση με το γυναικείο σώμα στη hip-hop κουλτούρα και την οποία παρουσίασες σε ευρωπαϊκές χώρες και στην Κίνα;
Αν παρουσιάσεις την παράσταση ‘Gold’ στην Κίνα, τότε μεταλλάσσεται από πολιτιστική και πολιτική μελέτη του σώματος στο λεγόμενο ‘female empowerment’, σε άκρως πολιτική περφόρμανς. Ήταν σοκαριστικό το πόσο έντονα άλλαξε η αντίληψη για την ίδια δουλειά, από το ευρωπαϊκό στο ασιατικό πλαίσιο.
Μπορεί να θεωρηθεί το έργο σου φεμινιστικό;
Απολύτως και επιπλέον ένα μέρος της δουλειάς μου είναι μία μελέτη για το ‘πώς λειτουργεί στις μέρες μας ο φεμινισμός σε ένα φαλλοκρατικό πολιτισμό’.
Έχεις παρομοιάσει τη δουλειά σου με αυτή του γραφίστα. Παίρνεις έτοιμα κομμάτια, τα τοποθετείς μαζί και φτιάχνεις κάτι καινούργιο. Μίλησέ μας για την άποψη αυτή.
Όπως ανέφερα και παραπάνω χρησιμοποιώ μία γλώσσα και δεν την εφευρίσκω η ίδια. Παρ’ όλα αυτά η δουλειά μου ενέχει μία ισχυρή ατομική παρέμβαση στα ήδη υπάρχοντα στοιχεία, αναλόγως με το πώς τα παρουσιάζω, δηλαδή με τον τρόπο που τα σκηνοθετώ και τα συνδυάζω. Με ενδιαφέρει η δημιουργία του καινούργιου μέσω της επανάληψης του υπάρχοντος.
Σε αντίθεση με έναν καλλιτέχνη που μπορεί να αποστασιοποιηθεί από το έργο του και να το παρατηρήσει, εσύ δε γίνεται να αποστασιοποιηθείς από το σώμα σου. Σε κάποιες παραστάσεις σου λοιπόν συμμετέχεις και ως χορεύτρια και σε άλλες μόνο ως χορογράφος. Μήπως είναι και αυτός ένας τρόπος αποστασιοποίησης;
Κατά την άποψή μου ο χορός και η περφόρμανς αποτελούν την πιο άμεση μορφή τέχνης. Με ενδιαφέρει η στιγμή και η πρόσληψη της στιγμής κατά την αναπαραγωγή. Καθώς μία περφόρμανς μπορεί θεωρητικά να επαναλαμβάνεται συνεχώς, μετατρέπεται κατά κάποιο τρόπο σε κάτι άχρονο, όμως το υλικό που διαθέτεις, οι άνθρωποι είναι εφήμεροι και κάποια στιγμή πολύ μεγάλοι για να ανταποκριθούν στο ρόλο τους. Αυτή η λυπητερή αδυναμία μιας ύπαρξης με συγκινεί βαθιά και αποτελούσε πάντα ένα από τα κίνητρα της εργασιακής μου δραστηριότητας, δηλαδή ότι η τέχνη τελικά καταλήγει να είναι εφήμερη, ενώ θα μπορούσε να είναι διαχρονική. Όταν φτιάχνω μία χορογραφία όπου δε χορεύω η ίδια στην πραγματικότητα δεν αποστασιοποιούμαι από το έργο μου, αντίθετα έχω ακόμα περισσότερο άγχος όταν βλέπω άλλους ανθρώπους να χορεύουν τις χορογραφίες μου και ο χρόνος μου φαίνεται σαν να μην περνάει. Όταν χορεύεις ο ίδιος, ο χρόνος περνάει αστραπιαία και αυτό που μένει στο τέλος είναι μία μεγάλη απόσταση από το κοινό, το οποίο μια στιγμή πριν ένιωθες πολύ κοντά σου.
Στις παραστάσεις σου χάνεται η ταυτότητα και η αναγνωρισιμότητα του υποκειμένου. Τα άτομα ενσωματώνονται σε ένα σώμα ή σε ένα ενιαίο σύνολο. Πιστεύεις ότι είναι εφικτό να διατηρήσουμε την προσωπικότητα και την πρωτοτυπία μας ή τελικά όλοι διαμορφώνουμε κάποια σύνολα στα οποία και ανήκουμε;
Στις δουλειές μου συχνά παραπέμπω στο σύστημα της ανταλλαξιμότητας και της ταύτισης των πρωταγωνιστών της σόουμπιζ. Από τη μια μεριά ο καθένας είναι ένα ξεχωριστό άτομο, από την άλλη όμως αυτό δε σημαίνει απολύτως τίποτα, καθώς την επόμενη μέρα μπορεί κάλλιστα κάποιος άλλος να βρίσκεται στη θέση σου. Στις δουλειές μου το φαινόμενο αυτό της ανθρώπινης φθοράς τίθεται σε ανοιχτό διάλογο και στραπατσάρεται. Ενδόμυχα όμως φυσικά και ελπίζω να υπάρχει κάποια διέξοδος ώστε να μπορέσει να διατηρηθεί η πραγματική ατομικότητα.
Η τελευταία σου δουλειά ‘A Piece Danced Alone’ είναι βασισμένη στη συνειδητή ή ασυνείδητη επανάληψη κινήσεων, χειρονομιών, φράσεων και κανόνων ένδυσης. Πώς μπορεί η επανάληψη αυτή να δημιουργήσει νέους κοινωνικούς κώδικες συμπεριφοράς;
Δεν πρόκειται τόσο πολύ για τη δημιουργία νέων κοινωνικών κωδικών και στρατηγικών συμπεριφοράς, αλλά πολύ περισσότερο για το πόσο χρόνο σπαταλάμε ώστε να είμαστε κάποιος άλλος και πώς μέσω της επανάληψης χειρονομιών και εμφανίσεων ολοένα και εξαφανίζονται τα όρια για να ορίσεις το προσωπικό και το ατομικό στοιχείο.
Interview: Κυριακή Ντομένικα Χανδρά | Photo: Melanie Hofmann | Website: alexandrabachzetsis.com