Είναι σαν να πνίγεσαι.
Και ενώ κουνάς χέρια και πόδια για να βγεις στην επιφάνεια, κάτι σε κρατάει κάτω. Μια ανώτερη, άγνωστη δύναμη. Και δεν μπορείς να αναπνεύσεις. Νιώθεις τους σφυγμούς σου να ελαττώνονται και να γίνονται βαρείς και ράθυμοι. Τα μάτια θολώνουν, τα άκρα εξασθενούν, και το μυαλό σταματά να σκέφτεται… Είναι σαν να βλέπεις έναν εφιάλτη. Και ενώ θες να τρέξεις, να ξεφύγεις από αυτήν τη δυσάρεστη κατάσταση, τα άκρα σου σε εγκαταλείπουν, και δεν μπορείς να το κουνήσεις ρούπι. Και βλέπεις τον κίνδυνο να πλησιάζει. Όλο και πιο κοντά, όλο και πιο γοργά. Κι εσύ, εκεί, ακίνητος, κοιτάς το τέλος να έρχεται και οι ελπίδες σου αρχίζουν να εξατμίζονται και παραδίδεσαι στη μοίρα, στο γραφτό σου… Είναι σαν να πατάς σε κινούμενη άμμο. Όσο και να προσπαθείς να τρέξεις για να ξεφύγεις, ο τόπος όλος κινείται και σε ρουφάει μέσα του. Νιώθεις να έχεις βαλτώσει. Σιγά σιγά ακινητοποιείσαι και βουλιάζεις στον βούρκο της απελπισίας. Και το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να βάλεις τις φωνές. Να φωνάξεις για τη ζωή σου, για τα όνειρά σου και τους στόχους σου, μήπως σε ακούσει ο Θεός και σε βοηθήσει. Γιατί, κανείς άλλος δε θα είναι εκεί να σου απλώσει το χέρι να σε τραβήξει. Ακόμη και οι πιο κοντινοί σου άνθρωποι. Ενδεχομένως και εκείνοι να βουλιάζουν στον δικό τους βούρκο, στη δική τους απελπισία, κουβαλώντας τα προβλήματα και τις συμφορές που τους κληροδότησε η ζωή.
Πολλές φορές νιώθουμε κάπως έτσι στη ζωή μας. Πως η ελπίδα έχει σβήσει. Πως όλοι και όλα είναι εχθρικά απέναντί μας. Πως τίποτα δεν πάει καλά, και όσα στοχεύαμε να πετύχουμε τώρα φαίνονται αδύνατα, σχεδόν ουτοπικά. Και ίσως να αισθανόμαστε και μοναξιά. Άλλωστε ο άνθρωπος είναι το πιο μοναχικό είδος στον πλανήτη. Ξέρει να χτίζει τείχη γύρω του, να τραβάει κουρτίνες, να κλείνει τηλέφωνα και να εξαφανίζεται. Και αυτό γιατί πονάει. Όλοι πονούν κατά βάθος. Πολλές φορές το νιώθουμε αυτό, πως όλα γύρω μας πάνε στραβά. Τίποτα δε μας ευχαριστεί, κανείς δε μας ικανοποιεί, και χάνουμε την ηρεμία μας. Πολλοί τρελαίνονται και δεν μπορούν να χειριστούν την κατάσταση. Ή μπορούν, απλώς φοβούνται να αναλάβουν το κόστος της ευθύνης για ό,τι προκύψει στη συνέχεια. Ευθυνόφοβοι, δειλοί, μικροσκοπικοί να αντέξουν τις διαστάσεις της ζωής, τις απαιτήσεις της καθημερινότητας.
Υπάρχουν όμως και ορισμένοι που, παρά τη δυσκολία της στιγμής, δεν το βάζουν κάτω. Μπροστά στον μεγάλο κίνδυνο δε λιποτακτούν, αλλά μέσα τους αναζωπυρώνεται το θάρρος και η αξιοπρέπεια. Αξιοπρέπεια για να μην αφήσεις την τύχη να σου καθορίσει τη ζωή, αλλά να την αρπάξεις από τα μαλλιά και να την κατευθύνεις εσύ, όπου πιστεύεις ότι είναι σωστό. Οι άνθρωποι αυτοί δε φοβούνται να ρισκάρουν, και πολεμούν, μέχρι να δακρύσουν αίμα και να σκίσουν τα χέρια τους. Θυσιάζονται για όλα όσα τους αξίζουν. Για όλα όσα τους στέρησε η ζωή και οφείλουν να τα αποκτήσουν και να τα χαρούν. Όχι, δεν είναι εγωιστές, είναι απλά δίκαιοι. Τους πνίγει το δίκιο. Αυτό είναι που τους δίνει και την ώθηση να ξεκολλήσουν και να προχωρήσουν στη ζωή τους. Δε μοιρολατρούν. Ο χρόνος είναι χρήμα, για να κάθονται να κλαίνε την τύχη τους. Χαμογελάνε σε όλους, και ας πονούν από μέσα. Και ποτέ τους δε λένε ποτέ, ούτε ψάχνουν θαύματα σε ένα τίποτα μικρό. Ψάχνουν να βρουν έναν άλλον ουρανό, γι’ αυτούς και τα όνειρά τους. Και ενώ οι πιθανότητες να το πετύχουν είναι ελάχιστες, το θάρρος τους ανταμείβει με τον καλύτερο τρόπο.
Οι άνθρωποι αυτοί, μαχητές της ζωής, δεν ξέρουν τίποτα, αλλά μαθαίνουν ψάχνοντας. Κυνηγούν τα όνειρά τους. Δεν τα εγκαταλείπουν. Αν εγκαταλείψεις το όνειρό σου, τότε θα σε εγκαταλείψει και εκείνο. Έτσι έχει το πράγμα. Έτσι φρόντισε η ζωή για μας τους θνητούς. Η ζωή είναι ένας αγώνας αντοχής, και όχι ταχύτητας. Αντοχής απέναντι στις κακουχίες και τις τρικλοποδιές της ζωής, που θέλουν να σε βάλουν κάτω, να σε χτυπήσουν αλύπητα. Αν κλείσεις όμως τα μάτια απέναντι στον φόβο, τότε ποτέ δε θα δεις τον έναστρο ουρανό, απλώς θα ζεις στο σκοτάδι, στον φόβο του «ίσως» και του «αν». Πρέπει να αντιμετωπίσεις τους δαίμονές σου για να βγεις νικητής. Με το να τους δίνεις παράταση στην καθημερινότητά σου, σε ερειπώνουν, λίγο λίγο κάθε μέρα. Καταντάς σκιά του εαυτού σου. Δεν είσαι άνθρωπος.
Ο άνθρωπος δεν ήξερε, αλλά έμαθε να αγωνίζεται για να επιβιώσει. Γιατί συνεχώς προσπαθούσε. Η λογική του ανθρώπου ίσως να μην είναι τόσο δυνατή για να διαχειριστεί όλες τις τρικυμίες της ζωής. Πολλές φορές κομπιάζει και αναμφίβολα έχει κάποια όρια. Όμως η ψυχή του είναι άβυσσος, και έχει δύναμη ικανή να μετακινήσει βουνά με το πείσμα της, να κάνει τη νύχτα μέρα, και τον ήλιο να δύσει από την ανατολή. Αυτό ξεχωρίζει και τους ανθρώπους που αγωνίζονται και δεν τα παρατούν εύκολα, από εκείνους που «βάζουν το κεφάλι να πεθάνουν» μόλις βρουν μια δυσκολία. Μια εσώτερη και γνήσια κινητήρια δύναμη. Η δύναμη της ψυχής.
Από τον Νικόλαο Μπάρδη
Illustration: fk