ΣουφΓαζέτα

Ιστορίες για το σώμα: Διονύσης και Νικολάκης

H Χριστίνα Μαργιώτη μιλά με τον Διονύση και τον Νικολάκη Ζεγκίνογλου για το «αόρατο στα μάτια των θεσμών» σώμα, το σώμα ως κενό δοχείο, τις σχέσεις κυριαρχίας.

Κάπου στην οδό Τρώων, στα Πετράλωνα, μένει ο Διονύσης. «Κάπου»: γιατί η ακριβής διεύθυνση της κατοικίας του εξαρτάται από τις διαθέσιμες θέσεις πάρκινγκ της οδού. Ο Διονύσης μένει στο αμάξι του. Ασχολείται με τα σκυλάδικα και τα σκυλιά. Δούλευε χρόνια πόρτα σε νυχτερινά μαγαζιά. «Δούλευε»: γιατί πλέον τα νυχτερινά μαγαζιά είναι κλειστά. Είναι και εκπαιδευτής σκύλων. Πιστεύει πως τα σκυλιά είναι λιγότερο ζώα απ’ τους ανθρώπους. Το αποδίδει αυτό στο ότι δίνουν δεύτερες ευκαιρίες και δεν κάνουν δεύτερες σκέψεις. «Οι άνθρωποι γίνονται θηρία. Είναι σκληροί και άδικοι. Ενώ αυτά (τα σκυλιά) σε κοιτούν στα μάτια, κουνούν την ουρά τους, χαίρονται με τη χαρά σου και λυπούνται με τη λύπη σου. Το πολύ-πολύ να σου γαβγίσουν αλλά μέχρι εκεί, αν δεν τα πειράξεις δε σε πειράζουν». Νιώθει τυχερός γιατί τουλάχιστον έχει το αυτοκίνητό του. «Είναι σημαντικό να έχεις κάτι δικό σου. Τώρα με το αμάξι δεν μπορεί να με μαζέψει ο καθένας γιατί τον ενοχλώ που είμαι στο δρόμο».

Είχε πρωτοβρεθεί στο δρόμο (χωρίς αυτοκίνητο), στις αρχές της κρίσης του 2008. Το χειρότερο που του συνέβη δεν ήταν η αστεγία, ήταν που τον «τραβούσανε στο τμήμα κάθε τρεις και λίγο, απλά επειδή τους ενοχλούσε η παρουσία» του, επειδή τον ήθελαν αόρατο. Εκείνη την περίοδο ενεργοποιήθηκαν οι αστυνομικές επιχειρήσεις σκούπα. Οι χωρικές αυτές πολιτικές στόχευαν στην εκκαθάριση του δημόσιου αστικού χώρου, έτσι πολλοί άνθρωποι βρέθηκαν στη θέση του Διονύση. Τα σώματά τους θεωρήθηκαν περιθωριακά, ανοίκεια και μιασματικά. Οι επιχειρήσεις σκούπα τα έκαναν αόρατα, γιατί «καθαρίζω την πόλη» σημαίνει «κρύβω τα σώματα που με ενοχλούν». Οι επιχειρήσεις αυτές μεταφράζονται σε ακραίες μορφές ενσώματης πειθάρχησης. Το σώμα πρέπει να έχει ορισμένα χαρακτηριστικά, να είναι σώμα ιδιοκτήτη, νοικοκυραίου, να είναι πειθήνιο, να ελέγχεται, να εντοπίζεται εύκολα ανά πάσα ώρα και στιγμή, να μπορεί να γίνει μέλος της κοινωνίας όπως τη φαντάζονται οι θεσμοί: καθαρή, αποστειρωμένη, καταναλωτική, ομογενοποιημένη.


Ο Διονύσης είναι αυτός που είναι. Γεννήθηκε το ’67. Έχει ζήσει τρεις ζωές στην Ελλάδα, την Αυστραλία και την Αμερική εκπαιδεύοντας σκύλους. (Edward Hopper, Early Sunday Morning, 1930 – Whitney Museum of American Art)

Κάπου στου Ζωγράφου μένει ο Νικολάκης Ζεγκίνογλου. Το «κάπου» του Νικολάκη έχει συγκεκριμένη διεύθυνση, με δρόμο, αριθμό και στίγμα στο Google Maps. Ο Νικολάκης προτιμά το σινεμά απ’ το θέατρο και περιγράφει την τελευταία καραντίνα ως: «δύο μήνες τίποτα», που ωστόσο τον έφεραν πιο κοντά με τον εαυτό του. Σ’ αυτήν την περίοδο σκέφτηκε για το σώμα και τη σχέση του με το επάγγελμα του ηθοποιού και μαζί με άλλα αγόρια κατήγγειλε τραυματικές εμπειρίες προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας από ιεραρχικά ανώτερους.

Για τον Νικολάκη η ταυτότητα του ηθοποιού είναι δέσμιο προϊόν του σώματός του, «η δουλειά μου εξαρτάται από αυτό». Θεωρεί όμως πως το σώμα του είναι δικό του παρότι γίνεται εργαλείο για την πραγμάτωση του οράματος του δημιουργού. Πιστεύει πως «η τέχνη δε θα έπρεπε να είναι απλά η έκθεση ενός σώματος, θα έπρεπε να έχει περισσότερες εκφάνσεις (…) να είναι πολιτική πράξη», να είναι προϊόν του αθροίσματος του σώματος και της γνώμης, προϊόν συνδιαμόρφωσης και κοινή ματιά. «Μου έχει τύχει να με θεωρούν εργαλείο: πες αυτό, πες εκείνο. (…) Αυτό με κάνει να αισθάνομαι ότι είμαι μόνο το σώμα μου, και ότι δεν έχει καμία σημασία αυτό που κάνω, θα μπορούσε δηλαδή να το κάνει ο οποιοσδήποτε».

Egon Schiele, Grimassierendes Aktselbstbildnis (1910)

Ο Νικολάκης μπήκε στη Σχολή Θεάτρου ακριβώς μετά τη λήξη της στρατιωτικής του θητείας. Στο στρατό έμαθε να παίρνει την ευθύνη του φευγιού του, κατάλαβε πως η μοναχικότητα είναι το αντίτιμο του ασυμβίβαστου χαρακτήρα, πως τα σώματα στον καπιταλισμό συμμορφώνονται με την πίεση, τις ταμπέλες, τις απροσδόκητες εφόδους και τον τακτικό έλεγχο. Γνώσεις χρήσιμες για να μπει κανείς σε μια σχολή που σε μαθαίνει να πειθαρχείς και να συμβιβάζεσαι. Νιώθει βαθιά ευγνωμοσύνη για τις εξαιρέσεις του κανόνα, για εκείνους τους καθηγητές που του έμαθαν πως «ο ηθοποιός γίνεται από τα όχι του».

Ο Νικολάκης Ζεγκίνογλου είναι ηθοποιός. Εχει συμμετάσχει σε ταινίες βραβευμένες στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Ο Νικολάκης πιστεύει πως αυτό που συνδέει την ενσώματη ευαλωτότητα των ηθοποιών με την οικονομική ευαλωτότητα που χαρακτηρίζει τον κλάδο τους είναι οι σχέσεις εξουσίας. Θεωρεί πως τα σώματα των ηθοποιών αποτελούν μέρος ενός συλλογικότερου σώματος, του σωματείου (ΣΕΗ), το οποίο πρέπει να νοήσει τον κοινό σκοπό του, δηλαδή τη διεκδίκηση αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης του σώματος. Βρίσκει πως όταν κάποιος γαλουχείται στο συμβιβασμό, τον ανταγωνισμό και την επισφάλεια, το «γδύσου και αγγίξου για να πάρω μάτι» δε διαφέρει από το «απεκδύσου των εργασιακών σου δικαιωμάτων». Πιστεύει πως τα σώματα των ηθοποιών εκπαιδεύονται με όρους πειθάρχησης και πως είναι «πολύ δύσκολο να αντιληφθείς την αξία σου μετά τη σχολή» και έξω από αυτά τα πλαίσια.

Αποκείμενο θεωρείται το σώμα που δεν είναι ούτε υποκείμενο, ούτε αντικείμενο. Αποκειμενοποίηση είναι το καταστασιακό εκτός, η συνθήκη αορατότητας, όπως εκείνη που βιώνει ο Διονύσης: να υπάρχεις δηλαδή στην πόλη σου ως μη-κάτοικός της, το σώμα σου να είναι αόρατο στα μάτια των θεσμών, να μη σου ανήκει. Απ’ την κουβέντα με τον Νικολάκη Ζεγκίνογλου προέκυψε ότι αποκείμενο θα μπορούσε να είναι το σώμα που εκπαιδεύεται να είναι ορατό ως κενό δοχείο, που εγκαταλείπεται σε σχέσεις κυριαρχίας χωρίς να ξέρει πώς να προστατευτεί από πάσης φύσεως παρενοχλήσεις.

Από τη Χριστίνα Μαργιώτη
Κνετρική εικόνα: Francis Bacon, Τρεις σπουδές για αυτοπροσωπογραφία, 1976 (λεπτομέρεια)
Ο Διονύσης ζήτησε να τηρηθεί η ανωνυμία του. Τα στοιχεία του βρίσκονται στη διάθεση του Ozon.