Modern Love

Η επανασύνδεση

Το ρολόι έδειχνε 00.00 ακριβώς.

Το δωμάτιο ήταν παγωμένο, όπως και οι παλμοί μας. Τα βλέμματα ήταν αδιάφορα από την απελπισία. Ήθελαν να μιλήσουν, να ανταλλάξουν απεγνωσμένα ένα νεύμα, αλλά φοβόνταν. Κοιτούσαν δεξιά και αριστερά κάνοντας ανάκριση στα άψυχα αντικείμενα του σαλονιού. Είχαμε συναντηθεί, για να κανονίσουμε το μέλλον μας. Τι θα κάνουμε εν τέλει με τη σχέση μας. Ή τέλος πάντων με την επαφή που διατηρούσαμε. Αμήχανες και νευρικές κινήσεις εκπορεύονταν από τα σώματα και των δυο μας, και η επιθυμία τους ήταν κοινή… Να αγκαλιαστούν για μία ακόμη φορά και να αφήσουν στην άκρη οποιαδήποτε αντιπαράθεση και δυσαρέσκεια του παρελθόντος. Αλλά τα συναισθήματα βάλτωναν αργά και βασανιστικά στο βούρκο της σιωπής και της αμηχανίας. Ήταν εκείνη η άβολη στιγμή, που αν και γνωριζόμασταν για ένα χρόνο, ήταν σαν να στεκόμασταν ξένοι ο ένας μπροστά στον άλλον.

Κάποια στιγμή δεν άντεξα άλλο, και μία απελπισμένη φωνή ξεχύθηκε από τα χείλη μου, εκφράζοντας για ακόμη μία φορά την ανάγκη να είσαι κοντά μου. Ακόμη και αν σε έβλεπα μία φορά στο τόσο, προτιμούσα να είμαι έτσι μαζί σου, παρά χώρια σου. Δε θα μπορούσα να φανταστώ τη ζωή μου, χωρίς τη δική σου παρουσία στο φόντο, χωρίς τη δική σου φωνή στα αυτιά μου, χωρίς τα δικά σου μάτια στην ψυχή μου. Μου είχες κάνει μεγάλη ζημιά. Αν και στην αρχή δε μου κινούσες καν το ενδιαφέρον, περνώντας λίγο χρόνο μαζί σου πόνεσα από τη λαβωματιά του έρωτα, και η πληγή εκείνη δεν λέει να κλείσει, όσο καιρός και να περάσει, όση απόσταση και να μας χωρίζει. Ήταν και εκείνα τα θλιμμένα, καστανά μάτια σου, που με άφηναν να κάνω τόσα όνειρα για το μέλλον. Χωρίς τις υποσχέσεις τους, η ελπίδα μου για ένα καλύτερο αύριο, και μία λύτρωση από τα πάθη των περασμένων και αποτυχημένων προσπαθειών μου στην αγάπη, θα είχε σβήσει ολοκληρωτικά.


Έσπρωξα στην άκρη την καρέκλα και κατευθύνθηκα προς τη μεριά σου. Δεν αντιστάθηκες, ούτε απομακρύνθηκες, γιατί κατά βάθος περίμενες να κάνω την πρώτη κίνηση. Περίμενες να έρθω και πάλι κοντά σου, και όσο και αν με σκότωνε αυτή σου η βεβαιότητα ότι με έχεις του χεριού σου, άλλο τόσο δυνάμωνα από την προσμονή που φανέρωνε η ματιά σου. Σε άρπαξα από το λαιμό και σε φίλησα, αλλά όχι για τελευταία φορά. Αν και δεν λύσαμε τελικά τα ζητήματα για τα οποία συναντηθήκαμε, το συναισθηματικό δόσιμο του ενός στον άλλον υπέγραφε τη συνέχιση του ονείρου μας, της μικρής μας αμαρτίας. Με φίλησες και εσύ με ανακούφιση και έπειτα μου χάιδεψες τα μαλλιά, και μου είπες πως τώρα μπορούμε να ηρεμήσουμε. Βέβαια, με τόσα πράγματα που είχαμε αφήσει στη μέση, μόνο ήρεμο δεν προβλεπόταν το μέλλον μας.

Ξαφνικά σηκώθηκες να φύγεις, και έκανα να σε τραβήξω πίσω… όμως, ο ήχος από το ξυπνητήρι ήρθε να βάλει τελεία σε ένα όνειρο που έμοιαζε κάτι περισσότερο από αληθοφανές. Η μεγάλη μου επιθυμία να σε ξαναδώ σε ανέστησε για ακόμη μία φορά στον ύπνο μου, και η απόσταση που είχε σχηματίσει η αναποφασιστικότητά σου εξαφανίστηκε, έστω και παροδικά. Σε αυτή την ονειρική μας επανασύνδεση, κατάλαβα πόσο απαραίτητη είναι η παρουσία σου στη ζωή μου. Η δυσαρέσκεια που με ακολουθούσε όλη την ημέρα, από την διακοπή του ονείρου και μετά, μου φανέρωσε πως εκείνη η στιγμή της επιστροφής σου, εκείνη η επανασύνδεσή μας, θα με ικανοποιούσε τόσο, που ακόμη κι αν έφευγα μετά από τη ζωή, θα έφευγα χαρούμενος, γιατί θα ήσουν το τελευταίο πρόσωπο που θα έβλεπα στη γη, και η πρώτη ανάμνηση που θα κουβαλούσα μαζί μου από την παλιά στη νέα ζωή. Από εδώ, στην αιωνιότητα.

Από τον Νικόλαο Μπάρδη
Ιllustration: fk