Στην Αμερικανίδα καλλιτέχνιδα, Dorothea Tanning, δεν άρεσαν οι τίτλοι. Αρνούνταν να περιοριστεί στην ετικέτα «Γυναίκες καλλιτέχνιδες», τονίζοντας χαρακτηριστικά: «Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα ή πρόσωπο».
Παρόμοια ήταν και η απάντησή της, όταν της μιλούσαν για όρους όπως «σουρεαλιστικό», κατηγορία στην οποία άνηκε χάρη στις ονειρικές εικόνες, τα φανταστικά τοπία και τα ανεξήγητα συμβάντα που σηματοδοτούσαν το έργο της.
«Πιστεύω ακόμη στην υπερρεαλιστική προσπάθεια να χρησιμοποιήσω το βαθύ μας υποσυνείδητο για να μάθουμε τον εαυτό μας. Αλλά παρακαλώ, μην πείτε ότι μεταφέρω τον σουρεαλισμό», είχε πει.
Η Dorothea Tanning ήταν μια καλλιτέχνις που αμφισβήτησε καθετί συμβατικό μέσα από τη ζωγραφική, τα κοστούμια, την απαλή γλυπτική, την ποίηση, την πεζογραφία και πολλά άλλα – κατά τη διάρκεια της καριέρας της.
Η καλλιτέχνις ήταν αυτοδίδακτη. Μετακόμισε στη Νέα Υόρκη από το Ιλινόις και γνωρίστηκε με τον σουρεαλισμό στην έκθεση Fantasy Art, Dada, Surrealism στο MoMA το 1936.
Ενώ η Tanning επηρεάστηκε αναμφισβήτητα από τις ιδέες του ευρωπαϊκού κινήματος και της μελετημένης έκφρασης του ασυνείδητου, το δικό της έργο, σύμφωνα με την ειδικό του Tate Modern, Ann Coxon, «επεκτείνει την κληρονομιά της συνεχής εξερεύνησης των ίδιων θεμάτων – όπως η οικιακή και οικογενειακή ζωή, η σάρκα και τα σώματα – για να αποκαλύψουν τα πράγματα που κρύβονται στις σκιές ή πίσω από τις κλειστές πόρτες: τα ταμπού».
Εκεί, όπου πολλοί άνδρες σουρεαλιστές είχαν επικριθεί για την απεικόνιση της γυναίκας ως παθητικών αντικειμένων επιθυμίας, οι πρωταγωνίστριες της Tanning διέθεταν εντελώς διαφορετικές ιδιότητες. Για παράδειγμα, στο Birthday (1942), μια αυτοπροσωπογραφία, το φόρεμα ανοίγει στο στέρνο για να αποκαλύψει το γυμνό μπούστο ενώ η φούστα στο πίσω μέρος είναι γεμάτη κλαδιά. Στα πόδια υπάρχει ένα περίεργο φτερωτό πλάσμα, ενώ πίσω αντανακλάται ένας καθρέπτης. Η ίδια αιωρείται πάνω στο άγνωστο με μια δική της σεξουαλικότητα.
Σε μια άλλη πρώιμη δουλειά της, το Eine Kleine Nachtmusik (1943), δύο νεαρά κορίτσια στέκονται σε ένα διάκοσμο με κόκκινα χαλιά, έχοντας τα ρούχα τους σκισμένα. Το ένα κορίτσι στέκεται στην κάσα της μίας πόρτας, κρατώντας το πέταλο ενός ηλίανθου, ενώ το άλλο φαίνεται να κρατά τον ένα μίσχο του, έχοντας τα μαλλιά της όρθια. Βασικό στοιχείο του πίνακα είναι ο τεράστιος ηλίανθος, αλλά και οι κλειστές πόρτες.
Ειδικός τέχνης υποστηρίζει: «Η Tanning φαίνεται να επιμένει πως το κλειδί για τη φώτιση ήταν το θηλυκό που δεν έχει ακόμη παρεμποδιστεί από τις προσδοκίες της κοινωνίας και τους ηθικούς κανόνες. Οι γυναικείες μορφές είναι ποιητικές μέσα στις μετασχηματιστικές δυνάμεις τους και προκαλούν φόβο και αποτροπιασμό».
Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, το στιλ ζωγραφικής της Tanning άλλαξε και επικεντρώθηκε στην αφαίρεση, έγινε πιο χαλαρή και πιο ελεύθερη – αν και η Coxon εξηγεί πως «υπάρχει πάντα η πρόταση των σωμάτων και το ενδιαφέρον για τον οικιακό χώρο».
Σε αυτά τα πιο αισθησιακά, παραμορφωμένα έργα, ο θεατής πρέπει να εργαστεί σκληρότερα για να αποκρυπτογραφήσει τις «άγνωστες αλλά γνωστές καταστάσεις».
Το 1960, η Dorothea Tanning εξέφρασε τις σκέψεις και μέσω της γλυπτικής. Πολλά από τα έργα της παραμόρφωσαν και πάλι τη γυναικεία μορφή. Κορύφωση αυτής της περιόδου ήταν το Chambre 202, Hôtel du Pavot (1970–3). Μέσα σε αυτόν τον περίεργο θάλαμο, στομάχια ξεπηδούν μέσα από τις ταπετσαρίες, ενώ από το τζάκι και τις πολυθρόνες περίεργα άκρα.
«Είναι κάτι άλλο», λέει η Coxon για το εξαιρετικά ριζοσπαστικό έργο.
Η Dorothea Tanning ήταν ένα πνεύμα που μιλούσε για την ανατροπή της προσδοκίας και της ταυτότητας του φύλου. Στην έκθεση στο Tate Modern, η καλλιτέχνις παρουσιάζεται ως πραγματικά παράξενη με ένα μοναδικό όραμα, που μπορεί να κοινοποιηθεί στους θεατές.