Culture

Ο εικαστικός Γιώργος Δρίβας, το Εργαστήριο Διλημμάτων του και μια σειρά από “χακαρισμένα παιχνίδια”!

Xακαρισμένα παιχνίδια, τέχνη εν κινήσει και όλα όσα θες να μάθεις για τον καλλιτεχνικό κόσμο του Γιώργου Δρίβα!

Ο Γιώργος Δρίβας είναι ένας καλλιτέχνης που αγαπά την κίνηση. Κινείται ο ίδιος, κινούνται τα έργα του, κι όχι απλά γιατί μέσο του κατεξοχήν είναι η κινούμενη εικόνα.

Ας δούμε όμως την ιστορία του από την αρχή της, εκείνη τη «φοβερή δεκαετία του ’90 σε μία πόλη που μόλις είχε επανενωθεί και αναζητούσε την ταυτότητά της, όπου όλα ήταν πεδίο έρευνας και πειραματισμού», στο Βερολίνο. «Μετά από ένα Interrail που έκανα, λίγο πριν τελειώσω το ελληνικό πανεπιστήμιο, και αφού γύρισα τη μισή Ευρώπη με τρένο, ήμουν σίγουρος ότι ήθελα να ζήσω και να συνεχίσω τις σπουδές μου εκεί. Με το που πάτησα το πόδι μου στην πόλη ένιωσα αυτομάτως μία απόλυτη ταύτιση. Στο Βερολίνο οφείλω ό,τι έγινα. Θα μπορούσα να πω, κάπως σχηματικά, πως στην Αθήνα γεννήθηκα και στο Βερολίνο μεγάλωσα. Ήταν ασύλληπτη η πληθώρα των ερεθισμάτων που σου έδινε η πόλη. Ήταν σαν να άνοιγε το μυαλό μου προς όλες τις κατευθύνσεις».


Η ιστορία του Γιώργου τον οδηγεί λοιπόν από την Αθήνα των μέσων του ‘90, τις σπουδές πολιτικών επιστημών στη Νομική Σχολή και σκηνοθεσίας στη Σταυράκου, στο πανεπιστήμιο Freie του Βερολίνου για μεταπτυχιακό σε κινηματογράφο και μέσα. «Η επιστροφή μου στην Αθήνα έγινε σταδιακά. Η αλήθεια είναι ότι μου πήρε καιρό να “επαναπατριστώ” πλήρως. Συνέβη κάπως υβριδικά, υπό την έννοια ότι μετά το 2011 μετέφερα τελικά τη βάση μου στην Ελλάδα, ενώ συνέχισα να ταξιδεύω αρκετά συχνά».

«Γενικότερα θα έλεγα ότι δε με απασχολούν αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα μόνο, αλλά, με αφορμή αυτά, αναζητώ τη γενικότερη σχέση και τον ρόλο τους στον παγκόσμιο χάρτη. Έτσι λοιπόν τα θέματα που με απασχολούν είναι κάπως υπερεθνικά. Σίγουρα βέβαια με επηρεάζουν πολύ τα τρέχοντα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα: η οικονομική κρίση στο Sequence Error, η περιβαλλοντική ρύπανση σε σχέση με τα διάφορα
οικονομικά συμφέροντα στο Kepler, η προσφυγική τραγωδία στο Εργαστήριο Διλημμάτων, το όποιο metaverse στο νέο μου έργο Kaizo. Δε μιλώ ακριβώς για αυτό που με εμπνέει, αλλά, εξαιτίας αυτού, για τα παγκόσμια αποτελέσματά του».

Δες ακόμη: Grimes: Έβγαλε την επιφάνεια του βολβού από τα μάτια της και άλλα 12 facts που αγνοούσες!

Τον αναπόφευκτα παγκοσμιοποιημένο δημόσιο διάλογο θέλησε να τροφοδοτήσει, προσφέροντας στο διεθνές κοινό την εμπειρία του Εργαστηρίου Διλημμάτων, της walkable βιντεοεγκατάστασης με την οποία εκπροσώπησε την Ελλάδα το 2017 στην Biennale Τέχνης της Βενετίας. «Αυτό λοιπόν που έκανα στη Βενετία είναι να πάρω ένα εμβληματικό έργο της αρχαίας ελληνικής γραμματείας (Ικέτιδες του Αισχύλου) και να δω τι μπορεί να πει σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο. Κι έτσι ιδανικά να ξεκινήσει έναν διάλογο, όχι μόνο για το τι είναι εθνικό αλλά και τι είναι σύγχρονο, παγκόσμιο, κοινό. Θα έλεγα ότι η Biennale της Βενετίας μπορεί να είναι ένα παγκόσμιο συνέδριο ιδεών, αντάξιο μίας συνέλευσης του ΟΗΕ. Αυτό προϋποθέτει να μη φοβόμαστε να θέτουμε ερωτήματα, αλλά και να προτείνουμε καλλιτεχνικές φόρμες που ξεπερνούν μία στενή “διασκεδαστική” ή έστω ευχάριστη έννοια της τέχνης. Χωρίς βέβαια αυτό το δεύτερο να είναι απαραίτητα κατακριτέο».

Από εκεί κι έπειτα, από τη Βενετία ως την Αθήνα, το έργο του Γιώργου Δρίβα εξερευνά νέα εδάφη συνομιλώντας με αυτό που ο Umberto Eco, όταν εξήντα χρόνια πριν επικαιροποιούσε την έννοια του έργου σύγχρονης τέχνης, αποκάλεσε «έργο εν κινήσει». Και τα νεότερα έργα του Γιώργου είναι έργα εν κινήσει με την παραπάνω έννοια, ακριβώς γιατί απαιτούν από εμάς, τους θεατές τους, κίνηση φυσική (γύρω ή ανάμεσά τους), κινητοποίηση διανοητική (ως προς το νόημά τους), συμβολή ενεργή στην ίδια τη συντέλεσή τους. «Προϋποθέτουν, ή ίσως επιβάλλουν, τη συμμετοχή, την περιπλάνηση μέσα στο έργο και τη συλλογή διάσπαρτων κομματιών της αφήγησης. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να ερευνήσω την έννοια της επιλογής. Πώς είναι το έργο όταν η θέασή του, η ίδια του η ιστορία και η αφήγηση είναι προϊόν πολλαπλών επιλογών; Τι σημαίνει και τι συμβαίνει όταν (νομίζουμε ότι) έχουμε πολλές επιλογές ως θεατές αλλά και ως δημιουργοί; Μπορούμε να μιλάμε για θεατές συν-δημιουργούς που με τις επιλογές τους σε σχέση με το έργο, ουσιαστικά το (συν-)διαμορφώνουν; Και αν ναι, τι σημαίνει αυτό για την Τέχνη και για εμάς;».

Το ζήτημα της επιλογής που δεν περιορίζεται «μόνο σε επίπεδο φορμαλιστικών δυνατοτήτων», διατρέχει και το πρόσφατο Kaizo. Το έργο, που παρουσιάστηκε ως work-in-progress στο πλαίσιο του project Freiraum του Ινστιτούτου Goethe, είναι web-based και παίρνει το όνομά του από «ένα είδος χακαρισμένων παιχνιδιών,
γνωστών δηλαδή παιχνιδιών, που χακάρονται από χρήστες και φανατικούς παίκτες για να γίνουν πολύ δύσκολα και έτσι να μπορούν να παίζονται ανεξάντλητα με ελάχιστες πιθανότητες νίκης». Γι’ αυτό και η ιστορία που αφηγείται είναι μίας μάλλον απολαυστικής υπαρξιακής ήττας. «Στο Kaizo δύο άνθρωποι άβαταρ περιφέρονται σε άδειους φυσικο-ψηφιακούς χώρους προσπαθώντας να προχωρήσουν, ενώ ταυτόχρονα επιστρέφουν συνεχώς στο ίδιο σημείο και η ιστορία τους ξαναρχίζει». Ο θεατής έχει τη δυνατότητα να επέμβει ή μη στην αφήγηση, πράγμα που στη δεύτερη περίπτωση οδηγεί σε τυχαία, αλγοριθμική αναπαραγωγή.

Η εμπειρία του όμως, σε κάθε περίπτωση, δύσκολα παραπέμπει σε feel-good art. «Αν όλα είναι μία μορφή σαδομαζοχιστικής άσκησης εξουσίας, άρα και απολαυστικού (;) εγκλωβισμού σε εμπόδια, κανόνες και πλαίσια, τότε το πρώτο που πρέπει να αναρωτηθούμε είναι πώς και γιατί σχεδιάζεται το παιχνίδι που
παίζουμε. Και αν συμφωνήσουμε ότι όλα κάπως επηρεάζουν αυτό το παιχνίδι, όλα είναι νικητές και ηττημένοι, εξουσιαστές και εξουσιαζόμενοι, τότε πρώτα από όλα είμαι εγώ, είναι το ίδιο μου το σώμα, φορέας αλλά και ανα-παραγωγός μίας απολαυστικής (!) εξουσίας. Η ζωή μας, η ίδια μας η ύπαρξη, το σώμα μας είναι ένα χακαρισμένο παιχνίδι εξουσίας. Το χειρότερο δεν είναι ότι σε αυτό το παιχνίδι είμαστε καταδικασμένοι να χάσουμε περισσότερο ή λιγότερο απολαυστικά. Το χειρότερο από όλα είναι ότι εμείς
φτιάξαμε τις συνθήκες για να είναι έτσι».

Διάβασε ολόκληρο το τεύχος Ozon, Issue 131, πατώντας εδώ!

 

 

Kείμενο: Mάριον Σιαμπάκου

Concept και σκηνοθεσία: Γιώργος Δρίβας

Eρμηνεία: Αγγελική Μπεβεράτου, Νίκος Βλαχογάννης

Art Direction: Γιώργος Δρίβας, Έφη Γούση

Διεύθυνση φωτογραφίας: Claudio Bolivar, G.S.C.

Costume design: Λάζαρος Τζοβάρας

Mέικαπ: Ελένη Σαββίδου

Nομικός σύμβουλος: Ζωή Μαυροσκότη