Η ΑΕΟΝ (ή αλλιώς Κωνσταντίνα), η ανερχόμενη ράπερ από την Κρήτη, σπάει τα στερεότυπα στη σκηνή της ελληνικής ραπ, φέρνοντας μοναδική φωνή και στιχουργική ειλικρίνεια. Στον δίσκο της Χαϊμαλίνα, συνδυάζει παραδοσιακούς ήχους με σύγχρονο rap, ενώ η εμπειρία των πρώτων της live στην Αθήνα—με άγχος, δακρυγόνα και αμέτρητη συγκίνηση—έχει διαμορφώσει την προσέγγισή της στη μουσική, δίνοντας δύναμη και αμεσότητα στον ήχο και τους στίχους της.
Στο τεύχος 135 του περιοδικού OZON ” Street Life”, η Aeon μίλησε για τη μουσική ως χώρο έκφρασης και αναζήτησης ταυτότητας, για τη δημιουργία χωρίς όρια και για το πώς χτίζει τον δικό της ήχο, συνδυάζοντας συναίσθημα, αισθητική και αλήθεια.
Πότε ένιωσες για πρώτη φορά ότι το rap είναι ο δικός σου δρόμος και όχι απλώς ένα χόμπι;
Από την πρώτη φορά που έγραψα ραπ. Προέρχομαι από οικογένεια και κύκλους μουσικών, και αυτό σημαίνει πως πάντοτε υπήρχε κάτι να μου πουν, κάποια άποψη να φέρουν στη δημιουργία μου, είτε να με διορθώσουν είτε να μου προτείνουν. Ήταν η πρώτη φορά που η μουσική με την οποία ασχολούμουν ήταν ολοκληρωτικά δική μου και κανείς γύρω μου δεν ήξερε πώς να με κατευθύνει στη δημιουργία μου. Αργότερα, γνωρίζοντας από μικρή ότι ήθελα να ασχοληθώ με τη μουσική, και βλέποντας ότι το να γράφω στίχους είναι αυτό που μου αρέσει να κάνω γενικότερα στη ζωή μου, θέλησα να συνδυάσω με αυτό ό,τι μουσική γνώση αποκτούσα, και σιγουρεύτηκα πως αυτό ήταν που ήθελα να κάνω στη ζωή μου.

Πότε πήρες την απόφαση να φύγεις από την Κρήτη και πώς ήταν αυτή η μετάβαση για σένα;
Έφυγα αρκετές φορές από την Κρήτη και άλλες τόσες επέστρεψα. Πρώτη φορά σταθερά έφυγα για σπουδές μουσικής στα 18 μου και πήγα στη Βουλγαρία. Έπειτα επέστρεψα λόγω της καραντίνας, μετά ξαναέφυγα για σπουδές στην Άρτα, στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών. Μετά από πολλές μετακινήσεις μεταξύ διάφορων πόλεων στην Ελλάδα, όλοι οι δρόμοι με έβγαλαν στην Αθήνα, στο κέντρο των πραγμάτων και των καλλιτεχνικών δρώμενων. Η ζωή στην Αθήνα δεν με έχει επηρεάσει θετικά, καθώς οι ρυθμοί της είναι πολύ διαφορετικοί από αυτούς της επαρχίας: αγχωτικοί, απρόσωποι και γρήγοροι. Ωστόσο, πάντοτε βρίσκω ενδιαφέρον και πηγή έμπνευσης στο εκάστοτε μέρος που βρίσκομαι, μαζεύοντας εμπειρίες και μαθαίνοντας τους τρόπους ζωής του κάθε τόπου, με αποτέλεσμα όλα αυτά να γίνονται τροφή για δημιουργία.
Ποιοι καλλιτέχνες – Έλληνες ή διεθνείς – σε έχουν επηρεάσει περισσότερο στον ήχο και στο στυλ σου;
Τον τελευταίο καιρό έχω μελετήσει τις Snow tha Product και Doechii από το εξωτερικό. Και οι δύο είναι άψογες από όλες τις απόψεις: θεματικές, παραγωγή, αισθητική και flow. Από την εγχώρια σκηνή, ξεκίνησα μελετώντας τα flows του Πένθιμου Κλόουν και του Άνσερ, τα skills και την αισθητική του Θανάσιμου και του ΜΚ, τα punchlines του Ζορό, το στυλ του Hatemost, τις ωμές εικόνες του Λεξ, τις ποιητικές εικόνες του Βαλάντη από τους Στίχοιμα, τον συνδυασμό παραδοσιακής και ραπ από τους Social Waste, τους πιο χορευτικούς ρυθμούς όπως στις παραγωγές της Σάττι, την ενέργεια στα live του Bloody Hawk και κυρίως τις θεματικές γύρω από την πολιτικοποίηση σε καλλιτέχνες όπως ο Κορτές, οι Σπείρα, ο Ήρωας και η Σάρα. Η τέχνη μου είναι ένα σύνολο πολλών ερεθισμάτων από διάφορους καλλιτέχνες, που πολλές φορές η μουσική τους μπορεί να μην ήταν καν του γούστου μου, αλλά μελέτησα τα δυνατά στοιχεία τους, αποσκοπώντας πάντοτε στο να αποκτήσω τον δικό μου μοναδικό ήχο.
Ο στίχος σου φαίνεται να έχει πολύ προσωπικό χαρακτήρα. Τι σε εμπνέει περισσότερο όταν γράφεις; Τα βιώματά σου;
Τα βιώματα θεωρώ πως είναι το νούμερο ένα κομμάτι έμπνευσης για κάθε καλλιτέχνη. Η δημιουργία μου πάντοτε καθορίζεται από τη διάθεσή μου, τις γνώσεις, τα βιώματα, τις αναμνήσεις και τις εμπειρίες μου, καθώς και τον τρόπο που όλα αυτά μαζί με κάνουν να αντιλαμβάνομαι τον κόσμο. Σκοπός μου είναι να τον καταλάβω, να νιώσω κομμάτι του και ίσως να τον εκφράσω. Η έμπνευση προκύπτει μέσα από αυτή τη διαδικασία με σκοπό πάντοτε το μοίρασμα και την ανάγκη για έκφραση. Έως τώρα, ο πιο δυνατός και καθοριστικός λόγος για μένα, που μου έδωσε έμπνευση και δύναμη να γράφω, ήταν η αλληλεγγύη σε όλες τις πτυχές της: από τους ανθρώπους μου και τις ιδέες που μοιραζόμαστε έως τις πιτσιρίκες που μοιραστήκαμε το μικρόφωνο και τη συγκίνηση στα πρώτα τους live.
Σε μια σκηνή που κυριαρχείται ακόμα από άντρες, πώς βιώνεις την παρουσία σου ως γυναίκα rapper και τι πιστεύεις ότι φέρνεις διαφορετικό στο τραπέζι;
Σίγουρα για αρκετά χρόνια ήταν δύσκολο να ξέρω πως αυτό που κάνω δεν σχολιάζεται για το αν είναι αμιγώς καλό ή όχι, αλλά επηρεαζόταν από το φύλο μου. Εξακολουθεί να συμβαίνει ακόμη. Όταν ακούω ατάκες τύπου «Είσαι απ’ τις καλύτερες γυναίκες ράπερς», που ναι μεν λέγεται ως κομπλιμέντο, αλλά είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος, διότι αν είμαι καλή, θέλω αυτό να φαίνεται σε σύγκριση με όλη τη ραπ σκηνή, όχι μόνο με τις υπόλοιπες γυναίκες ράπερς. Προσπαθώ πάντοτε να φέρνω ένα καλό μουσικό και στιχουργικό αποτέλεσμα, ώστε να σταθεί αντάξιο της ραπ μουσικής της χώρας, με σκοπό να εξαλειφθεί το ζήτημα του φύλου στην εγχώρια σκηνή, ελπίζοντας πάντα ότι με τα χρόνια θα δοθεί χώρος και σε άλλες θηλυκότητες να νιώσουν οικεία και όχι στην απ’ έξω λόγω του φύλου τους. Θεωρώ πως με τα χρόνια και έπειτα από αρκετή προσπάθεια και παρουσία πολλών θηλυκο- τήτων στο ραπ, αυτό έχει ήδη αρχίσει να αλλάζει σε αρκετές περιπτώσεις. Πάντοτε κατήγγειλα στίχους, φράσεις και συμπεριφορές που έκαναν θηλυκότητες να νιώθουν πως δεν ανήκουν στη σκηνή και τις μείωναν. Από εκεί και πέρα, αυτό που κάνω πλέον και ρίχνω στο τραπέζι είναι το να προσπαθώ να κάνω το όνειρό μου πραγματικότητα κι αυτό που δημιουργώ να μην έχει μέτρο σύγκρισης, ούτε φύλου, ούτε και γενικότερα. Από τη μία θέλω να δω θηλυκότητες να παίρνουν, όταν τους αναλογεί, με την αξία τους και ανεπηρέαστα, τον χώρο τους σε όλες τις πτυχές της σκηνής – μεγάλα φεστιβάλ, live κ.λπ. – και από την άλλη, να μοιραστώ την προσωπική μου δημιουργία και καύλα: τον συνδυασμό ραπ και παραδοσιακής μουσικής, τα γρήγορα και δύσκολα flows, τα punchlines και το προσωπικό μου στυλ, με απώτερο σκοπό να ακουστεί η φωνή μου, οι προσωπικές μου ανησυχίες, η δουλειά που έχω ρίξει και ρίχνω, και κυρίως, τα βιώματά μου.
Το fashion κομμάτι είναι έντονο στην παρουσία σου. Πώς συνδέεις το στυλ με τη μουσική σου;
Εξαρχής, προσπαθώντας να αποδεχτώ και να προβάλλω τη γυναικεία φύση μου μέσα σ’ αυτήν την κουλτούρα, που έως τότε με ήθελε εμφανισιακά να είμαι «μαγκάκι» ή πιο «αγόρι» για να μη χαλάσω την εικόνα της, έγραψα τραγούδια στα οποία σχολίαζα τη γυναικεία ενδυμασία και την οικειοποίησή της. Το τι φοράω, το φύλο μου, η γυναικεία φύση μου, το αν βάφομαι και πώς, δεν καθορίζουν το αν είμαι καλή ή άξια σεβασμού στο ραπ και στην κοινότητα, και αυτό ήθελα να υπογραμμιστεί. Με αυτόν τον τρόπο, έδωσα αρκετή έμφαση στην εμφάνισή μου σε μια μόνιμη προσπάθεια να αποδείξω πως μπορώ να παρουσιάζομαι όπως θέλω, να οικειοποιούμαι την εικόνα μου ως γυναίκα και να υπάρχω όπως προτιμάω αισθητικά στους χώρους της ραπ κοινότητας και στη σκηνή, χωρίς αυτό να είναι λόγος για να ντραπώ ή να νιώσω διαφορετική ή λιγότερη. Όλο αυτό πάντοτε με το σκεπτικό της ισοπέδωσης της εικόνας, με σκοπό να εστιάσουμε στην ουσία των πραγμάτων και σίγουρα όχι στη δημιουργία νέας μόδας. Όπως λέγαμε από παλιά: το να φοράει μια κοπέλα κοντή φούστα δεν σημαίνει πως προκαλεί, το να φοράει κάποιος φαρδιά δεν τον κάνει αυτομάτως άξιο σεβασμού στην κοινότητα, και αντίστοιχα, ό,τι φοράω δεν καθορίζει το αν οι ρίμες μου είναι καλές ή αν αξίζω τον σεβασμό της κοινότητας. Αυτή η ισοπέδωση είναι η ουσία του σκεπτικού μου, που ξεκινάει από την ισοπέδωση της εμφάνισης και καταλήγει στην ισοπέδωση διακρίσεων λόγω φύλου, σεξουαλικότητας, τάξης ή χρώματος.
Σε άλλο νέα, μάθε την ιστορία πίσω από τη νέα σειρά του Netflix “Οι Νεκρές”.
Ποια ήταν η πιο δυνατή στιγμή μέχρι τώρα στην πορεία σου – είτε live εμφάνιση, είτε συνεργασία, είτε ένα μήνυμα από fan;
Η πιο δυνατή στιγμή που έχω βιώσει μέχρι σήμερα ήταν το πρώτο live που έπαιξα στην Αθήνα. Ήταν το 2021, στις 18 Σεπτέμβρη, στο Γεωπονικό. Προτού εμφανιστώ στη σκηνή, ήμουν στην πορεία για τον Παύλο Φύσσα, για πρώτη φορά εκτός της πόλης μου, στον Πειραιά. Σ’ εκείνη την πορεία, στο τέλος της, φάγαμε δακρυγόνα, κρότου-λάμψης, τρέξιμο, άγχος και καταστολή, σε σημείο που δεν είχα ξαναβιώσει. Συνεχίσαμε να τρώμε δακρυγόνα ακόμη και μέσα στον σταθμό του μετρό που μπήκα εγώ κι άλλα παιδιά. Το live δεν ξεκίνησε πριν αφεθούν ελεύθεροι οι συλληφθέντες. Ήταν η πρώτη συναυλία που αντίκρισα κάποιες χιλιάδες κόσμο, ήμουν ένα κορίτσι από ένα χωριό που δεν είχε ξαναδεί κάτι τέτοιο, και παρά το άγχος και τα δακρυγόνα, κατάφερα να βάλω τη φούστα μου, να ανέβω στη σκηνή και να πιάσω μικρόφωνο. Αυτό, σε συνδυασμό με τη σημαντικότητα εκείνης της μέρας – μιας μέρας που καθόρισε εμένα, τη γενιά μου κι όλον τον αντιφασιστικό κόσμο της ραπ– έκανε αυτή τη στιγμή την πιο συγκινητική μου έως σήμερα.
Αν μπορούσες να συνεργαστείς αύριο με έναν καλλιτέχνη, από την Ελλάδα ή το εξωτερικό, ποιος θα ήταν και γιατί;
Δύσκολη ερώτηση. Με τους καλλιτέχνες που θεωρώ φίλους και φίλες μου έχω ήδη συνεργαστεί, ασχέτως αν με κάποιους/ες δεν έχουμε κυκλοφορήσει κάτι. Κι αυτό το λέω διότι, για να συνεργαστώ με έναν άνθρωπο, θέλω πάντοτε πρώτα να τον γνωρίσω. Ακόμη κι αν προκύψει πρόταση να κάνω κομμάτι με κάποιον άγνωστο, πρώτα θέλω να γνωριστούμε και να κουβεντιάσουμε. Αν το δω πιο απρόσωπα, πέρα από τον κύκλο μου, και με βάση μόνο το αν θα ταίριαζε αισθητικά κάποιος/α με τη μουσική μου, θα έλεγα τον Εθισμό. Είναι μια ιδέα που είχα σκεφτεί να προτείνω και στο παρελθόν, καθώς μου αρέσουν οι θεματικές του, το στυλ του και οι επιλογές του στις παραγωγές.

Ο νέος σου δίσκος Χαϊμαλίνασυνδυάζει rap με παραδοσιακές πινελιές. Ήταν πρόκληση να βρεις την ισορροπία ανάμεσα στα δύο, χωρίς να χαθεί η αυθεντικότητά τους;
Προσπαθώ μέχρι και σήμερα να βρω μια μέση κατάσταση ώστε, στον κόσμο των παραδοσιακών, να μην είμαι τόσο «μοντέρνα» και στον κόσμο των ράπερς να μην είμαι τόσο «παραδοσιακή». Σίγουρα κάθε φορά που επιχειρώ να τα συνδυάσω είναι πρόκληση. Ωστόσο, η αυθεντικότητα δεν βρίσκεται στο πόσο «σωστά» και «μετρημένα» έχω πάρει στοιχεία από την κάθε μουσική για να τις συνδυάσω, αλλά στο πόσο καλά τις κατανοώ. Στο πόσο εμβαθύνω σε αυτές και τις κατέχω ως τέχνες, και κυρίως στο πόσο μπορώ να τις φέρω κοντά μου αισθητικά ώστε να με καλύπτει το αποτέλεσμα. Το Χαϊμαλίνα ήταν η πρώτη προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση και θεωρώ πως με τον καιρό και τη γνώση θα βρω κι άλλους τρόπους και συνδυασμούς για να τελειοποιήσω παραπάνω την αισθητική μου.
Η λέξη Χαϊμαλίνα έχει δυνατή ενέργεια και εικόνα. Γιατί την επέλεξες ως τίτλο και τι συμβολίζει για σένα αυτό το άλμπουμ;
Η λέξη Χαϊμαλίνα προέρχεται από ένα ποίημα του Μιχάλη Σταυρακάκη, στο οποίο δείχνει τον αντιρατσιστικό και αντιφασιστικό του χαρακτήρα, λέγοντας πως το αίμα που κυλάει στις φλέβες μας είναι το ίδιο και δεν καθοριζόμαστε από το χρώμα ή τη φυλή μας. Τα έγραψε όλα αυτά σε ένα γράμμα προς εκείνη. Χαϊμαλίνα είναι η γυναίκα με τα πολλά χαϊμαλιά, τα πολλά στολίδια, την υπερβολική εμφάνιση. Η λέξη αυτή έχει πολλές έννοιες και έχει χρησιμοποιηθεί με πολλούς τρόπους, κάτι που με ενέπνευσε να ονομάσω τον δίσκο μου έτσι, βάσει και του ομώνυμου τραγουδιού, το οποίο μιλάει για τον έρωτα και τη γυναικεία φύση.
PHOTOGRAPHY: Ioanna Tokmakidou
STYLIST: Thanos Koutsolampros
WORDS: Niki Karatsori
