Περνώντας από τις σπουδές σύγχρονου τσίρκου στο Τορίνο και το master στην χορογραφία στην σχολή “SNDO” του Άμστερνταμ στην εξερεύνηση της ελεύθερης ακροβατικής κίνησης στη ‘Le Lido’ της Τουλούζ, ο 28χρονος Piergiorgio Milano θεωρείται σήμερα ένας από τους σπουδαιότερους ιταλούς χορευτές και χορογράφους, με επιρροές από διεθνείς καλλιτέχνες, όπως ο David Zambranov, o Sidi Larby Cherkaoui και ο Roberto Olivan. Με αφορμή το βραβευμένο σε πολλά σημαντικά φεστιβάλ σόλο “Denti”, που άνοιξε την αυλαία των παραστάσεων χορού του Athens Video Dance Project, ξεδίπλωσε στο ΟΖΟΝ RAW τις κρυμμένες μάχες ανάμεσα στις πτυχές της δικής του ζωής.
Πώς αποφάσισες να ασχοληθείς με το χορό;
Στα 16 μου γνώρισα δυο πολύ καλούς φίλους που ασχολούνταν καλλιτεχνικά με το τσίρκο και αποφάσισα να τους ακολουθήσω. Με εντυπωσίασε πολύ η δουλειά τους, ο τρόπος που ζούσαν και η επικοινωνία που ανέπτυσσαν μέσα από την δουλειά τους με πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους. Ήταν η εποχή που τελείωνα το γυμνάσιο και υποτίθεται, ότι θα συνέχιζα τις σπουδές μου στο Πανεπιστήμιο. Τότε ιδρύθηκε στο Τορίνο η πρώτη Σχολή Τσίρκου της Ιταλίας. Ο θάνατος του πατέρα μου, την ίδια περίοδο, δημιούργησε νέες ισορροπίες στην οικογένεια και παρόλο που οι δικοί μου θα προτιμούσαν να ακολουθήσω μια ακαδημαϊκή σταδιοδρομία, τελικά δεν επέμειναν. Έτσι τελείωσα τη σχολή και συνέχισα τις σπουδές μου στην ‘Le Lido’, στην Τουλούζ.
Είχες παρακολουθήσει παραστάσεις σύγχρονου χορού μέχρι τότε;
Όχι. Ήμουνα όμως πολύ τυχερός γιατί στη ‘Le Lido’ συνάντησα ένα χορευτή που είχε ήδη αποκτήσει επαγγελματική εμπειρία πάνω στο σύγχρονο χορό και μου έδωσε να δω κάποιες παραστάσεις σε βίντεο. Μέναμε σε ένα τροχόσπιτο τότε και θυμάμαι που χορεύαμε βλέποντας τες. Νιώθαμε την ανάγκη να βγούμε έξω και να κυλιστούμε στο χώμα ή να σκαρφαλώσουμε σε δέντρα ή να κάνουμε οτιδήποτε μας ερχόταν αυθόρμητα. Την ίδια χρονιά, το Κέντρο Χορογραφίας της Τουλούζ διοργάνωσε ένα μεγάλο φεστιβάλ χορού, γιορτάζοντας τα 20 χρόνια από την ίδρυσή του. Εκεί είδα για πρώτη φορά τους μεγαλύτερους χορευτές του κόσμου. Ήταν μια από τις σημαντικότερες στιγμές στην ιστορία του ευρωπαϊκού σύγχρονου χορού. Τότε κατάλαβα ότι αυτό ήταν που ήθελα να κάνω πραγματικά.
Μέσα από ποια ανάγκη γεννήθηκε το “Denti”;
Ήταν μια εποχή που με βρήκε στο τέλος μιας πολύ σημαντικής σχέσης για μένα και σε μια περίοδο έντονης καλλιτεχνικής αμφισβήτησης. Δεν είχα προλάβει να κάνω τα πρώτα μου επαγγελματικά βήματα ως χορευτής και αμφέβαλα για πολλά πράγματα: Ήταν αυτό που πραγματικά ήθελα; γιατί το έκανα; Ήμουν τόσο θλιμμένος και απελπισμένος, που πίστευα ότι δεν υπήρχε διέξοδος. Αλλά μέσα σε αυτή την αδυναμία υπήρχε ένα συναίσθημα δύναμης. Το ότι είχα χάσει τα πάντα με είχε βάλει σε μια συναισθηματική διαδικασία, όπου ένιωθα ότι δεν είχα τίποτα πια να χάσω και αυτό άρχισε να μου αρέσει σιγά – σιγά και να με βοηθάει να κάνω πράγματα, που δεν πίστευα ότι μπορούσα να κάνω. Έτσι θέλησα να κάνω κάτι για κάποιον που πέφτει και σηκώνεται για να πέσει πάλι και να ξαναβρεί το θάρρος να σηκωθεί. Σαν μια αέναη λούπα. Είναι μια δουλειά πάνω στο αίσθημα της απώλειας, της ζήλειας, της αδυναμίας να αφήσεις κάτι πίσω σου και να προχωρήσεις, πάνω στην μάταιη διαδικασία να ξανακερδίσεις κάτι που έχεις χάσεις οριστικά, χάνοντας ξανά και ξανά μια μάχη χωρίς νικητή.
Στα ιταλικά, ‘denti’ σημαίνει δόντι. Πώς προέκυψε αυτός ο τίτλος για την παράσταση;
Στην Ιταλία, αν δει κανείς στον ύπνο του πως χάνει ένα δόντι σημαίνει πως θα χάσει κάποιο αγαπημένο του πρόσωπο. Η γιαγιά μου, που ήταν από τη Σικελία, πίστευε πολύ σε όλα αυτά και έτσι μου είναι πολύ οικείες όλες αυτές οι προλήψεις, που εγώ τις θεωρώ πολύ αστείες. Επίσης, είναι μια λέξη, που την χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να περιγράψουμε μια κατάσταση, όπου κανείς αγωνίζεται για κάτι μάταια χωρίς να μπορεί να το αφήσει πίσω του και να προχωρήσει. Προσπαθώντας να το ερμηνεύσω σε επίπεδο σωματικής έκφρασης, το ονόμασα «ευαίσθητη πέτρα», με την έννοια ενός οργάνου δυνατού και αιχμηρού, όπως το σώμα ενός δοντιού, με το οποίο μπορείς τόσο να προκαλέσεις όσο και να υποστείς αφόρητο πόνο.
Τι είδους μάχη κρύβεται μέσα στις πτυχές ενός παλτού;
Στη δύσκολη εκείνη περίοδο της ζωής μου έψαχνα για κάτι που θα μπορούσα να κουβαλάω μαζί μου διαρκώς. Κάτι που να κινείται πάνω μου και να με ξαφνιάζει. Δοκίμασα διάφορα αντικείμενα και τελικά κατέληξα στο παλτό, θέλοντας να εκφράσω συναισθήματα που κανείς νομίζει ότι τα έχει αφήσει πίσω του, για να ανακαλύψει πως τελικά κρύβονταν μέσα σε κάποια από τις τσέπες του…
Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που σου φέρνουν στο μυαλό τα παρακάτω συναισθήματα;
Αγάπη: ένα ταξί που περνά, μια σύμπτωση. Ζήλεια: σκάλες. Πόνος: στις Βρυξέλες το χειμώνα βλέπει κανείς διάφορα αντικείμενα, πεταμένα στο δρόμο. Μοιάζουν με σκουπίδια, όμως αν πάει κανείς να τα μετακινήσει καταλαβαίνει πως μέσα τους κοιμούνται άνθρωποι. Εγώ τα αποκαλώ «ανθρώπους – αντικείμενα». Φυγή: αεροπλάνο. Χορός: ιδρώτας. Απώλεια: ξανθά μαλλιά, ένα κουδούνι πολυκατοικίας, ένας ναός, κάτι που νομίζεις, ότι ακούς ενώ δεν είναι πια εκεί. Επιθυμία: είναι ο εαυτός μου.
Ευχαριστούμε τον πολυχώρο Booze Cooperativa για τη φιλοξενία.
Desire is myself
Συνέντευξη: Δέσποινα Ραμαντάνη | Φωτογραφία: Ελίνα Γιουνανλή