Το τρίτο βιβλίο του Εντουάρντ Λουί «Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου» εκδόθηκε στη Γαλλία το 2018 λίγο πριν την εμφάνιση των «κίτρινων γιλέκων», τις διαμαρτυρίες πολιτών και φοιτητών αλλά και τη μακρύτερη απεργία στην ιστορία της χώρας από εργάτες των σιδηροδρόμων κατά των συνταξιοδοτικών μεταρρυθμίσεων. Ορμώμενος από το δριμύ κατηγορώ ενός φοιτητή κατά των Ολάν, Σακροζί, Μακρόν και ΕΕ ο συγγραφέας αναδεικνύει την ορατότητα των ΛΟΑΤΚΙ+ ταυτοτήτων σε μείζον πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό θέμα που συμπυκνώνεται σε μία λέξη: «Κοίτα!»
Μερικά χρόνια μετά ο σκηνοθέτης Χρήστος Θεοδωρίδης και η χορογράφος Ξένια Θεμελή, ιδρυτές της Ορχήστρας των Μικρών Πραγμάτων, μεταφέρουν το έργο του Λουί στη σκηνή με τους Ντένυ Μακρύ και Γιώργο Κισσανδράκη να δίνουν πνοή σε αυτό το γράμμα του γιού προς τον πατέρα του στο Θέατρο Προσκήνιο. Τα πρόσωπα του έργου εναλλάσσονται μέσα από τις συγκλονιστικές ερμηνείες των δύο ηθοποιών παίρνοντας πότε-πότε τη μορφή διπλοτυπίας καθώς οι ήρωες ξετυλίγουν τις σκέψεις, τις αναμνήσεις και τα συναισθήματά τους, καταφέρνοντας κάθε φορά να μετακινήσουν κάτι, να το κάνουν πιο ξεκάθαρο.
«Γενικά έρχονται πολλοί άνθρωποι δεύτερη και τρίτη φορά να δουν το έργο μαζί με τους γονείς τους. Αυτό είναι κάτι πολύ συχνό και πολύ ωραίο γιατί έτσι ανοίγει μια ευρύτερη συζήτηση. Έτσι όντως μετακινείται ο κόσμος», μας λέει ο Χ. Θεοδωρίδης τον οποίο συναντήσαμε μαζί με την Ξ. Θεμελή, τον Γιώργο Κισσανδράκη και τον Ντένυ Μακρύ σε μια κουβέντα που περιστρέφεται γύρω από τα προβλήματα και τις δυσκολίες που έχουν αντιμετωπίσει μέχρι σήμερα, τις πρόσφατες κινητοποιήσεις τους, τις αντιδράσεις του κοινού αλλά και τα σχέδια τους από δω και πέρα.
Πότε αποφασίσατε ότι θέλετε να ασχοληθείτε επαγγελματικά με το θέατρο και την υποκριτική;
Γ.Κ.: Το σκεφτόμουνα από μικρός αλλά το αποφάσισα όταν είχα τελειώσει δύο μεταπτυχιακά και έπρεπε να δουλέψω. Τότε ήμουνα σε μία φάση που ήθελα συνέχεια να ταξιδεύω στο εξωτερικό. Ήθελα να πάω να δουλέψω στο Βέλγιο επειδή έχει ποδηλατόδρομους και ήθελα να κινούμαι με το ποδήλατο. Έβλεπα όμως ότι ενώ είχα προτάσεις για να δουλέψω πάνω στο αντικείμενο των σπουδών μου, δεν προχωρούσα γιατί δεν το ήθελα πραγματικά. Έτσι σκέφτηκα να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου στο θέατρο, για να μην μου μείνει απωθημένο και έκτοτε ασχολούμαι με αυτό.
Ν.Μ.: Εγώ δεν είχα ιδέα γενικά μεγαλώνοντας καθόλου σε σχέση με όλο αυτό. Δεν είχα καμία έλξη. Αγαπούσα πολύ τις δραστηριότητες, τα αθλήματα. Ήμουνα γενικά αεικίνητος, οπότε τελειώνοντας το σχολείο, πέρασα απλώς σε μια σχολή. Στην οδοντοτεχνική, συγκεκριμένα. Κάπως έπεισα τον εαυτό μου ότι μπορεί να μου αρέσει αλλά προς το τέλος κατάλαβα ότι τελικά δεν….Εκεί άρχισα να ανακαλύπτω κι εγώ μια δική μου ανάγκη να εκφραστώ μέσα από το θέατρο και σκέφτηκα να συμμετάσχω σε ένα θεατρικό εργαστήρι του πολυτεχνείου τότε, που είχα μια φίλη. Ήταν κάτι μαγικό, πρωτόγνωρο, και πολύ ξεκάθαρο. Οπότε το 2007 έδωσα εξετάσεις στο Εθνικό Θέατρο, τελείωσα το 2010, και από τότε ασχολούμαι επαγγελματικά με αυτό.
Συναντήσατε δυσκολίες σε αυτόν τον χώρο, π.χ. όσον αφορά τις αμοιβές ή τις συνεργασίες σας ή εξελίχτηκαν όλα ομαλά μέχρι σήμερα;
Γ.Κ.: Εγώ δεν έχω βρεθεί καιρό χωρίς δουλειά. Με το που τελείωσα τη σχολή βρήκα την πρώτη δουλειά και μετά ακολούθησαν και οι επόμενες. Βέβαια προβλήματα, ναι, έχω αντιμετωπίσει. Εγώ στην αρχή δούλεψα πολύ και με τη θεατρική ομάδα 4Frontal και έκανα κάποιες δουλειές μαζί τους, και υπήρχαν πολλές δουλειές στις οποίες δεν βγάλαμε τίποτε ή βγάλαμε π.χ. 50 ευρώ, συνολικά για πρόβες, παραστάσεις κλπ.
Ν.Μ. Ναι, και δύσκολες σχέσεις και δύσκολες συνεργασίες και άσχημες συμπεριφορές. Πράγματα που αντιλαμβάνεσαι και εσύ στην πορεία ότι μάλλον δεν σου ταιριάζουν. Αλλά, ναι, από οικονομική πλευρά ή από άποψη σχέσεων και συμπεριφορών έτυχαν αρκετές φορές διάφορα θέματα, τα οποία ήταν μέσα στα ανθρώπινα πλαίσια ευτυχώς.
«Για να ασχοληθεί κανείς με το θέατρο αυτή τη στιγμή θα πρέπει να είναι τουλάχιστον τρελός»
Η οικονομική κατάσταση επηρεάζει γενικότερα το θέατρο ώστε να ασχοληθεί κάποιος με αυτό;
Χ.Θ. Κοίταξε, αυτή τη στιγμή άμα θέλεις να ασχοληθείς με το θέατρο, πρέπει να είσαι τουλάχιστον τρελός. Επειδή τόσο εγώ όσο και η Ξένια δουλεύουμε σε δραματική σχολή, βλέπουμε κάθε χρόνο άπειρο κόσμο να θέλει να εκπαιδευτεί και να δουλέψει και ειλικρινά δεν το καταλαβαίνω. Δεν υπάρχει καμία αποκατάσταση, κανένα ενδιαφέρον και φροντίδα από την πολιτεία. Τίποτα. Ζούμε στο περιθώριο. Επίσης αυτός ο χώρος χωρίζεται σε δύο κόσμους, τον πιο προβεβλημένο και εκείνον που δουλεύει λίγο πιο ήσυχα. Αν δεν θες να είσαι στον πρώτο κόσμο, τα βγάζεις πέρα μια χαρά. Αν θέλεις να είσαι στον δεύτερο κόσμο- όπως όλοι εμείς εδώ σε αυτό το τραπέζι- απλά δεν τα καταφέρνεις.
«Εδώ και 15 χρόνια στην Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων
κυνηγάμε το καλλιτεχνικό μας όραμα χωρίς σταματημό,
μόνο με τις δυνάμεις μας»
Εσείς θέλετε να είσαστε στον δεύτερο κόσμο;
Χ.Θ. Εγώ θα μιλήσω για την Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων, όπου βρεθήκαμε κάποιοι άνθρωποι και είπαμε αυτό είναι το καλλιτεχνικό μας όραμα, ξεκινήσαμε να το κάνουμε και δεκαπέντε χρόνια τώρα το κυνηγάμε χωρίς σταματημό. Μόνο με τις δυνάμεις μας, και αν έρθει στην πορεία κάποια πρόταση είμαστε ανοιχτοί. Η ανάγκη έρχεται πρώτη
Ξ.Θ. Και αυτή η ανάγκη είναι που μας κάνει να ασχολούμαστε με το θέατρο. Εγώ προσωπικά δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου κάπου αλλού γιατί δεν μπορώ να εκφραστώ κάπως αλλιώς. Αυτή είναι η δική μου προσέγγιση στην τέχνη από μικρή ηλικία, δεν ήξερα πως αλλιώς να δω τον κόσμο και γι’ αυτόν τον λόγο ακόμα επιμένω. Γιατί, όπως είπε και ο Χρήστος δεν υπάρχει καμία στήριξη από την πολιτεία, από το κράτος
Χ.Θ. Από την πολιτεία συγκεκριμένα υπάρχει εχθρότητα. Εχθρεύεται τους καλλιτέχνες. Από όλες τις απόψεις.
Έχουν γίνει βήματα μετά από όλες τις διαμαρτυρίες σας, σας έχουνε ακούσει; έχει υπάρξει κάποια επαφή μαζί σας, κάποια δέσμευση;
Ν.Μ. Ένα ραντεβού έχει γίνει μόνο, μια συνάντηση με το σωματείο, από το επιτελείο του πρωθυπουργό με τη συμμετοχή του ίδιου αλλά απ’ ότι μάθαμε μετά και καταλάβαμε δεν άλλαξε επί της ουσίας κάτι. Το Π.Δ. δεν αποσύρθηκε.
Χ.Θ. Το μόνο θετικό είναι ότι ο κορονοϊός μας έφερε λίγο πιο κοντά μεταξύ μας. Όχι ότι το κάνουμε ακόμα συνέχεια, καθόλου αλλά τουλάχιστον ήρθαμε πιο κοντά.
Ξ.Θ. Γενικά ο καλλιτεχνικός κόσμος κάπως ευαισθητοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του κορονοϊού, οργανώθηκε καλύτερα το σωματείο. Ξαφνικά βρεθήκαμε πάρα πολλοί άνθρωποι που ασχολούμαστε με το θέατρο και γενικότερα με την τέχνη και μιλήσαμε για θέματα σεξουαλικής παρενόχλησης, εργασίας κ.α. τα οποία ήταν ταμπού έως τότε.
Ποια είναι τα βασικά θέματα που σας απασχολούν και ζητάτε να δοθεί μια λύση;
Χ.Θ. Η απόσυρση του Διατάγματος βασικά. Είναι κάτι που ακόμα δεν έχουμε ζήσει τα απόνερά του. Έρχονται σιγά σιγά.
Ν.Μ. Και φυσικά η Συλλογική Σύμβαση, όπου δεν υπάρχει καν φορέας με τον οποίο να υπογράψεις. Μιλούσα με έναν φίλο τις προάλλες και μου έλεγε ότι δεν υπάρχει ένας αντίστοιχος φορέας, όπως είναι το Σωματείο Ηθοποιών με τον οποίο θα υπογραφεί η σύμβαση, άρα ένας αντίστοιχος φορέας εργοδοτών. Μετά είναι ό,τι συμφωνήσεις. Δεν υπάρχει κάτι που να ορίζει τις γίνεται με τις παραστάσεις, τι γίνεται με τις πρόβες, τα ένσημα μας, τι σημαίνει ένσημο για την πρόβα. Είναι όλα στον αέρα και δεν υπάρχει κάποια βάση για να κάνεις μια συμφωνία και να βγάλεις κάποια χρήματα.
Πιστεύετε ότι η τέχνη μπορεί να αλλάξει κάτι στον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα;
Χ.Θ. Εμένα το πρόβλημά μου σε αυτό είναι ότι ο κόσμος που θα περάσει την πόρτα του θεάτρου έχει ήδη ούτως ή άλλως μία ροπή και μία στάση προς τα πράγματα. Ο κόσμος που πηγαίνει αυτή τη στιγμή θέατρο στην Αθήνα είναι ένας κόσμος που θα μπορούσαν δυνητικά να είναι φίλοι μας. Ενώ θα έπρεπε να απευθυνόμαστε σε όλη την κοινωνική σφαίρα. Θα ήθελα κάποια στιγμή το θέατρο να προσεγγίσει κι άλλους ανθρώπους που βρίσκονται περισσότερο πίσω από την τηλεόραση.
«Έτσι όντως μετακινείται ο κόσμος…»
Από το κοινό τι feedback έχετε; Αυτό το «κοίτα» του έργου έχει αποτέλεσμα; Έχει αλλάξει κάτι στον τρόπο που βλέπουν τα ζητήματα που θίγει η παράσταση;
Ν.Μ. Η αλήθεια είναι πως η πλειοψηφία του κόσμου είναι άνθρωποι που βρίσκονται σε ένα μήκος κύματος κοινό και τους δυναμώνει μια ανάγκη που οφείλει να ενισχυθεί έτσι κι αλλιώς στην καθημερινότητα και να γίνουν αυτονόητα κάποια πράγματα. Από εκεί και πέρα όμως θεωρώ ότι υπάρχει ένας συντηρητισμός, κρυφός και έντονος ακόμα και σε μια κοινωνία ανθρώπων που μπορεί να είναι κοντά μας, ως νοοτροπία, επειδή η παράσταση αγγίζει πολύ λεπτά και τραυματικά θέματα τα οποία δεν είναι αυτονόητο ότι κάποιος τα έχει συναντήσει ή τα έχει ψηλαφίσει. Δηλαδή η τέχνη πάντα κάτι θα μετακινήσει και θα το κάνει πιο συνειδητό, πιο καθαρό και πιο δεδομένο σε σχέση με την απλή συναναστροφή. Οπότε νιώθουμε πολλές φορές και από τα σχόλια και από την ενέργεια των ανθρώπων να έχει κάτι μετακινηθεί και να αισθάνονται συγκλονισμένοι μετά από την παράσταση. Οπότε αυτό το σοκ μόνο θετικό μπορεί να είναι και συλλογικά, σαν κύματα μετά μεταδίδεται και σε άλλους ανθρώπους.
Γ.Κ. Τις προάλλες είχε έρθει ένα αγόρι 17-18 χρονών μαζί με τον πατέρα του και τελειώνοντας η παράσταση γυρίζει και τον ρωτάει «λοιπόν;» και του απαντάει «δεν μου άρεσε καθόλου», σηκώνεται, κάνει πέντε βήματα και συνεχίζει «χάλια…». Πάνω στη στιγμή που το παιδί είχε ήδη κάνει το πρώτο βήμα, είχε φέρει τον πατέρα του και προσπάθησε να του πει «κοίτα». Θέλω να πω υπάρχει και αυτό. Και εμάς σε αυτή την παράσταση αυτό είναι που μας ενδιαφέρει, να περάσουμε αυτό το μήνυμα, να μην πούμε απλώς έχει πολύ καλή σκηνοθεσία ή πολύ καλούς ηθοποιούς.
Ξ.Θ. Εγώ έχω ένα παράδειγμα από μια φίλη που είναι και από ένα συντηρητικό περιβάλλον και έπαθε πλάκα με την παράσταση. Ειδικά το πρώτο κομμάτι που αναλύει πάρα πολύ τη σχέση του πατέρα με τον γιό αλλά είναι πιο ανοιχτό το θέμα και θίγει καθαρά ακόμα και γυναίκα να είσαι, κόρη, μάνα, αδελφή οτιδήποτε, και παρόλο που πολιτικά είναι πολύ αντίθετη σε σχέση με εμένα, την άγγιξε πάρα πολύ η παράσταση σε σχέση με τον τρόπο που κανείς μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον που δεν μπορεί να εκφραστεί ή που ένας γονιός δεν ξέρει πως να συμπεριφερθεί στο παιδί του.
Χ.Θ. Αν θες τη γνώμη μου, ο άνθρωπος που συγκλονίζεται με το «κοίτα» είναι ο άνθρωπος ο οποίος θα ήθελε να το πει, όχι ο άνθρωπος που πρέπει να το δει. Γενικά όμως έρχονται πολλοί άνθρωποι δεύτερη και τρίτη φορά και με τους γονείς τους. Αυτό είναι πολύ συχνό και πολύ ωραίο γιατί ανοίγει μια ευρύτερη συζήτηση. Έτσι μετακινείται ο κόσμος όντως!
Πως συνέβαλε η χορογραφία και η κίνηση γενικότερα στο να μεταδοθεί πιο άμεσα και έντονα το μήνυμα της παράστασης;
Ξ.Θ. Έχει να κάνει με τον τρόπο που δουλεύουμε στην Ορχήστρα. Ο Χρήστος δεν είναι ένας κλασσικός σκηνοθέτης όπως εγώ δεν είμαι μια κλασσική χορογράφος και τα παιδιά δεν είναι κλασσικοί ηθοποιοί. Είναι μια δουλειά εκ των ενόντων γιατί πιστεύουμε σε αυτό το πράγμα πάρα πολύ και κινησιολογικά και υποκριτικά. Δεν είναι κάτι που πηγάζει από το σύνολο γι’ αυτό θεωρώ ότι η κίνηση έχει αυτό το αποτέλεσμα γιατί είναι μια συλλογική δουλειά.
Πόσο δύσκολο ήταν να μεταφέρετε το έργο του Εντουάρντ Λουί στη σκηνή του θεάτρου Προσκήνιο;
Χ.Θ. Το κείμενο του Εντουάρντ Λουί είναι σαν ένα γράμμα του γιού προς τον πατέρα του που μιλάει σε πρώτο πρόσωπο. Εμείς όταν αποφασίσαμε να το μεταφέρουμε στο θέατρο υπήρχε ένα πρόβλημα σε σχέση με τη δραματουργία γιατί ήθελα να αποφύγουμε την κλασσική αναπαράσταση. Είναι κάτι που δεν με ενδιαφέρει καθόλου σαν τρόπος προσέγγισης. Οπότε τέθηκε εξ’ αρχής το ερώτημα πως θα μπορούσε αυτό σταθεί ως κάτι που συμβαίνει πραγματικά στη σκηνή χωρίς να μεταφέρεται ότι έχει συμβεί. Οπότε από την πρώτη μέρα της πρόβας τους είπα δεν θα μας κοιτάτε καθόλου και θα μιλάτε ο ένας στον άλλο. Και έτσι το συνεχίσαμε.
Τελικά πατέρας ή γιός; Ποιο από τα δύο πρόσωπα αισθάνεστε ότι είναι πιο κοντά σε εσάς μέσα από τον τρόπο που τους προσεγγίζετε και τους δύο στο έργο;
Γ.Κ. Όταν το διαβάζεις συντάσσεσαι περισσότερο με τον γιό αλλά μετά μέσα από τη διαδικασία βρίσκεις και τα δύο μέρη. Και επειδή και ο πατέρας έχει υπάρξει γιός αλλά και επειδή κάθε στιγμή ο καθένας μας είναι ταυτόχρονα και ο μπαμπάς του και η μαμά του και ο περίγυρος του κ.λπ. Οπότε όλα αυτά τα ανακαλύπταμε στις πρόβες και θέλω να πιστεύω ότι το ανακαλύπτουμε και κατά τη διάρκεια της παράστασης.
Ν.Μ. Και επίσης από μικρό παιδί σίγουρα είσαι πιο πολύ το παιδί. Αυτό που βιώνει και δέχεται τον έξω κόσμο. Γιατί τόσα μπορείς να αντιληφθείς. Έχοντας μεγαλώσει όμως και σωματικά και πνευματικά νομίζω ότι είσαι πια σε θέση να αντιληφθείς ότι δεν είσαι μόνο αυτός που δέχεται είσαι και αυτός που προκαλεί. Μπορείς να το παρατηρήσεις στα πάντα αυτό. Οδηγείς και θα βρίσεις και την επόμενη στιγμή θα κάνεις εσύ κάτι που θα προκαλέσεις τον άλλον. Και προσπαθώ να ηρεμώ τις αντιδράσεις μου ακριβώς γιατί δεν θέλω να είμαι έρμαιο αυτών των αντιδράσεων, επειδή δεν είμαι ένα πράγμα. Δεν είμαι μόνο το θύμα οπότε όλοι οι άλλοι οφείλουν να προσέξουν. Είμαι και εγώ αμέσως μετά ο θύτης.
Χ.Θ. Όλα αυτά ισχύουν μέσα όμως στο πλαίσιο ότι ο γιός όντως βρίσκεται σε μειονεκτική θέση γιατί δέχεται μία βία από τον πατέρα, όπως οποιοσδήποτε άνθρωπος, οποιασδήποτε μειονότητας δέχεται μία βία από το κράτος και την κοινωνία. Εμείς, μέσα από αυτό το έργο κάνουμε μία προσπάθεια να τους καταλάβουμε.
Ξ.Θ. Εγώ είμαι πάντα με τον αδύναμο. Όταν ο πατέρας ασκεί βία στον γιό, με τον γιό θα είμαι, όταν η κοινωνία θα ασκήσει βία στον πατέρα θα είμαι με τον πατέρα, όταν ο πατέρας θα ασκήσει βία στην μητέρα θα είμαι με τη μητέρα. Αυτό για μένα αποτελεί και το νήμα της ιστορίας.
Τα επόμενά σας βήματα ποια είναι μετά από αυτή την παράσταση;
Χ.Θ. Το επόμενο βήμα για εμένα και την Ξένια είναι η πρεμιέρα του έργου «Σ’ Εσάς που με Ακούτε» της Λούλας Αναγνωστάκη από το ΚΘΒΕ που συνεχίζει για 2ο χρόνο στο Μικρό Θέατρο Μονής Λαζαριστών έως τις 7 Ιανουαρίου του 2024 και στη συνέχεια θα ασχοληθούμε με ένα έργο του Ιβάν Βιριπάγιεφ «Το συνέδριο για το Ιράν», που βασίζεται σε ένα συνέδριο που έγινε στην Κοπεγχάγη της Δανίας και εξελίχθηκε σε μια μελέτη των διαφορών ανατολικού/δυτικού κόσμου, σκέψης και πολιτισμού και καταλήγει στο ερώτημα που καταλήγουν όλα τα έργα του Βιριπάγιεφ «ποιο είναι το νόημα της ζωής.
Γ.Κ. Εγώ τον Μάρτιο θα είμαι στο Εθνικό με ένα καινούριο έργο του Γρηγόρη Λιακόπουλου Generation Lost σε σκηνοθεσία Κατερίνας Γιαννοπούλου που μιλάει για τα όνειρα και τις απογοητεύσεις της γενιάς των Millennials.
Συνέντευξη-κείμενο: Δέσποινα Ραμαντάνη
Info:
Θέατρο Προσκήνιο
από 4 Οκτωβρίου 2023
για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Επί σκηνής: Γιώργος Κισσανδράκης, Διονύσης (Ντένης) Μακρής
Κείμενο: Εντουάρ Λουί
Μετάφραση: Στέλα Ζουμπουλάκη
Σκηνοθεσία: Χρήστος Θεοδωρίδης
Δραματουργία: Ιζαμπέλα Κωνσταντινίδου – Χρήστος Θεοδωρίδης
Χορογραφία: Ξένια Θεμελή
Σκηνικά – Κοστούμια: Τίνα Τζόκα
Μουσική επιμέλεια: Χρήστος Θεοδωρίδης
Σχεδιασμός φωτισμών: Τάσος Παλαιορούτας
Φωτογραφίες – Video: Αναστασία Γιαννάκη