ΣουφΓαζέτα

Όντως φιλιούνται;

Στον πεζόδρομο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου οι άνθρωποι φορούν μάσκες και κρατούν αποστάσεις.

Ανάμεσά τους περνούν αναπάντεχα μηχανόβιοι δράκοι. Ρίχνουν τα μπλε φώτα τους και βεβαιώνονται για την νομιμότητα του περιπάτου των πεζών. Στο ξέφωτο των σκαλιών του Ηρωδείου (σχεδόν) κρύβεται ένα νεαρό ζευγάρι. Για να βρεθούν εκεί πληκτρολόγησαν τον αριθμό 6.

Τα μάτια των μασκοφόρων συμπολιτών τους ορφάνεψαν από χαμόγελο, τα χέρια τους ορφάνεψαν απ’ την αφή και τα χείλια από άλλα χείλια. Αυτοί όμως φιλιούνται και το φιλί τους έχει μια θρησκευτικότητα. Θυμίζουν κεριά την ανάσταση. Έτσι που πλησιάζουν ο ένας τον άλλον, μοιάζουν να μοιράζονται μια φλόγα. Έχουν βγάλει τα παπούτσια τους, όπως οι μουσουλμάνοι στο τζαμί, οριοθετώντας έτσι έναν χώρο ιερότητας γύρω τους.


Φιλιούνται φορώντας τις ιατρικές τους μάσκες. Θυμίζουν τους Εραστές του Magritte. Στη θέση της κουκούλας έχουν τις μάσκες. Αρνούνται το πρόσωπό τους με τον ίδιο τρόπο. Στον πίνακα του Magritte οι εραστές θυμίζουν αντικείμενα περισσότερο απ’ ό,τι θυμίζουν υποκείμενα. Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ αντικειμένου και υποκειμένου είναι ότι: το υποκείμενο βρίσκεται σε μια διαρκή αναζήτηση σχετικά με την ύπαρξή του, ενώ το αντικείμενο με έναν τρόπο την αρνείται. Οι εραστές αρνούνται την υπάρχουσα συνθήκη με την πιο επαναστατική πράξη, το φιλί.

Auguste Rodin, Le Baiser (1882)

Στη πράξη του φιλιού διαπλέκονται ο ρεαλισμός και ο συμβολισμός, όπως στο γλυπτό του Auguste Rodin. Οι εραστές αυτού του φιλιού (1882) κάθονται σε ένα κομμάτι σχεδόν ακατέργαστου μαρμάρου, όπως τα δύο μάρμαρα που είναι αφημένα στο ξέφωτο δεξιά των σκαλιών του Ηρωδείου. Αδιαφορούν για τις πνευματικές ανησυχίες του 19ου αιώνα και παραδίδονται σε μια άγρια μορφή νιτσεϊκής πνευματικότητας. Περιμένουν την έλευση του 20ού αιώνα. Δημιουργήθηκαν ως αποτέλεσμα μιας «επιδημίας μεταλλαγμένων ρομαντισμών που έστρεψε το συλλογικό φαντασιακό στο κοινωνικό περιθώριο» [Julian Bell – Mirror of the World – A New History of Art (2007, Thames & Hudson)]. Δημιουργήθηκαν ως μέρος ενός ευρύτερου έργου, με τίτλο «Οι πύλες της Κολάσεως», εμπνευσμένου από την Κόλαση του Δάντη, το οποίο ο Rodin δεν κατάφερε ποτέ να ολοκληρώσει.

Gustav Klimt, Το Φιλί (1908)

Λουσμένοι απ’ το χρυσό φως του μεσημεριανού ήλιου, φιλιούνται. Στο θέαμα συμπυκνώνονται οι έννοιες της αγάπης, της εγγύτητας και της απαγορευμένης σεξουαλικότητας, όπως στον πίνακα του Klimt (1908). Αγκαλιάζονται και κλειδώνουν με τα χέρια τους μια παράνομη μορφή χαμένης οικειότητας. Το φιλί τους, όπως Το Φιλί του Klimt, θα μπορούσε να θεωρηθεί οπτική εκδήλωση ενός σύγχρονου fin-de-siècle (Κίνημα της Παρακμής), όπου η κοινωνική παρακμή μεταδίδεται μέσα από αισθησιακές εικόνες. Θα μπορούσαν να είναι άνθη του κακού, μπωντλερικοί ήρωες, να περιμένουν ακίνητοι τη μέρα που ο αισθησιασμός θα πάψει να μας τρομάζει, που τα φιλιά δε θα ‘ναι ξένα, που δε θα χρειαζόμαστε τις μάσκες.

Από τη Χριστίνα Μαργιώτη
O τίτλος είναι εμπνευσμένος από το τραγούδι «Όντως φιλιούνται;» της Δεσποινίδας Τρίχρωμης.
Κεντρική εικόνα: René Magritte, The Lovers II (1928)