Τον τελευταίο καιρό, έχουμε συνηθίσει να ακούμε ότι αρκετές εταιρίες όπως η H&M έχουν πολύ απόθεμα στις αποθήκες τους από απούλητα προϊόντα. Μάλιστα, όπως είχαν γράψει πριν από μερικούς μήνες οι New York Times, η σουηδική εταιρία ένδυσης «κάθεται» πάνω σε ένα απόθεμα αξίας 4,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αποτέλεσμα ήταν η εταιρία να αποφασίσει να κάνει μεγάλες εκπτώσεις και μακράς διάρκειας.
Ωστόσο, οι ιστορίες μεγάλων οίκων μόδας που σκοπίμως καταστρέφουν τα ρούχα τους για να διαχειριστούν το απόθεμα αντί να προβούν σε εκπτώσεις, προσθέτει μια άλλη διάσταση στην κρίση της βιωσιμότητας.
Σύμφωνα με το Bloomberg, η Burberry κατέστρεψε προϊόντα αξίας 37,6 εκατομμυρίων δολαρίων, όπως δημοσιεύθηκε στην τελευταία ετήσια έκθεση του οίκου. Ο αριθμός αυτός φαίνεται τρομακτικός και έχει σχεδόν τριπλασιαστεί από το 2014, όταν το κόστος των τελικών προϊόντων που καταστράφηκαν ανά έτος ήταν 14 εκατομμύρια δολάρια.
Η αύξηση του ποσοστού του αποθέματος δείχνει ότι η προσπάθεια ανάκαμψης της Burberry υπό τον νέο διευθύνοντα σύμβουλο Marco Gobbetti και σχεδιαστή Riccardo Tisci αποτελεί μια ακόμη πρόκληση για τον οίκο. Το ίδιο δημοσίευμα, τονίζει την περιβαλλοντική ανησυχία που έχουν οι επενδυτές της Burberry, με έναν από αυτούς να ρωτά κατά τη διάρκεια της ετήσιας συνάντησης της Burberry γιατί οι μέτοχοι δεν θα μπορούσαν να έχουν την ευκαιρία να αγοράσουν κάποια κομμάτια των συλλογών.
Μάρκες όπως η Burberry, οι οποίες διαχειρίζονται πολλαπλές άδειες σε διαφορετικές αγορές, δεν έχουν πάντα πλήρη έλεγχο όταν πρόκειται για τις κυκλοφορίες των προϊόντων τους. Τα εργοστάσια σε απομακρυσμένες περιοχές θα μπορούσαν να παραβιάσουν τα πνευματικά δικαιώματα στο σχεδιασμό, στην παραγωγή και στην κυκλοφορία προϊόντων μέσω αμφίβολων διαύλων διανομής. Έτσι, οι εταιρείες πολυτελείας αποφασίζουν να καταστρέψουν τις συλλογές τους για να εξασφαλίσουν ότι δεν θα ξαναβγούν στην αγορά.
Την περασμένη εβδομάδα, η Burberry επιβεβαίωσε ότι θα μειώσει τις τιμές λιανικής στην Κίνα, ακολουθώντας τους οίκους Louis Vuitton και Gucci. Ίσως η μείωση των τιμών να επηρεάσει το μέγεθος του όγκου των αποθεμάτων και τελικά να περιοριστεί.