Ο ρόλος του Πετρή έκανε δημοφιλή τον Κώστα Νικούλι στους θεατές της σειράς “Σασμός”. Αυτό που όμως λίγοι ξέραμε, είναι, πως για τον Νικούλι, ο Πετρής, δεν ήταν απλά ένας ακόμη ρόλος.
Ο Κώστας Νικούλι είχε, κατά κοινή ομολογία, μια ενδιαφέρουσα επαγγελματική πορεία ως ηθοποιός, πριν επιλεχθεί να συμμετάσχει στο καστ της σειράς “Σασμός”. Η παρθενική του συμμετοχή στην βραβευμένη ταινία του Πάνου Χ. Κούτρα “Xenia” για παράδειγμα ή η παρουσία του σε τηλεοπτικές σειρές όπως οι “Άγριες Μέλισσες”, δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητες. Παρ’ όλα αυτά, όπως συχνά συμβαίνει, χρειάζεται μια λαοφιλής τηλεοπτική σειρά για να καθιερωθούν οι ηθοποιοί στη συνείδηση του κόσμου, έστω μέσα από τον ρόλο τους. Αυτό έγινε και στην περίπτωση του Νικούλι, που πλέον το κοινό τον αναγνωρίζει (περισσότερο) ως τον Πετρή του Σασμού.
Τι συμβαίνει όμως τώρα που ο Πετρής “πέθανε” στη σειρά; Είναι βέβαιο πως η καριέρα του ηθοποιού συνεχίζεται αλλά τι κατεύθυνση έχει πάρει; Επιπλέον, κατά πόσο τα σημάδια της προσωπικότητας του Πετρή, που τον καθιέρωσε, έχουν μείνει μέσα του; Ο Νικούλι δίνει απαντήσεις στο Ozon, αποκαλύπτοντας μάλιστα, πως ο ρόλος του γλετζέ αγρότη που φτάνει στα άκρα γι’ αυτά που πιστεύει, ήταν τελικά πάντα ένα κομμάτι του εαυτού του.
Γεννήθηκες στην Αθήνα και όταν ενηλικιώθηκες, αποφάσισες να σπουδάσεις υποκριτική στην σχολή “Δήλος”. Η υποκριτική ως επάγγελμα, ήταν κάτι που αποτελούσε όνειρο απ’ όταν ήσουν μικρός ή προέκυψε στην πορεία;
Η υποκριτική προέκυψε στην πορεία, από εκείνη τη στιγμή που άρχισα να σκέφτομαι συνειδητά τι θέλω να ακολουθήσω στη ζωή μου, δηλαδή από την Α’ Λυκείου περίπου. Εκεί είναι που αρχίζεις να βλέπεις τι σ’ αρέσει και τι όχι, πράγμα που έκανα κι εγώ. Να φανταστείς, την ώρα που οι άλλοι κάνανε μάθημα, εγώ διάβαζα Ρωμαίο και Ιουλιέτα. Γενικά δεν ήμουν και ο καλύτερος μαθητής (έβγαζα μέσο όρο 12 και 13) αλλά σε κάποια μαθήματα σχετικά με την υποκριτική, όπως για παράδειγμα η φιλοσοφία, πάντα θα έπαιρνα γύρω στο 17. Μ’ αυτά και μ’ αυτά, κατάλαβα ότι θέλω να γίνω ηθοποιός, αφού άλλωστε ήδη είχα αρχίσει να συμμετέχω και στις θεατρικές ομάδες του σχολείου.
Μετά άρχισε να γίνεται πιο πρακτικό το όνειρο, όταν έμαθα, πως δύο φίλοι μου θα έδιναν εξετάσεις για να περάσουν σε δραματικές σχολές. Βεβαιώθηκα τότε μέσα μου ότι αυτή είναι η πορεία που ήθελα να ακολουθήσω.
Η πρώτη ταινία που πρωταγωνίστησες ήταν το “Xenia” του Πάνου Κούτρα, τo 2014. Πώς κατέληξες να πάρεις τον ρόλο και η απήχηση που η ταινία γνώρισε στην πορεία (πχ το ότι συμμετείχε σε διαγωνιστικό τμήμα στις Κάννες ή ότι ήταν η πρόταση της Ελλάδας για Καλύτερη Ξενόγλωσση Ταινία στα Όσκαρ κλπ) ήταν κάτι που σε ξάφνιασε;
Όλα τα πράγματα είναι εμπειρίες και για μένα το Xenia ήταν μια εμπειρία. Ήταν ένα μεγάλο βήμα και κακά τα ψέματα, ήταν από τα πιο ωραία βιώματα που έχω ζήσει στη ζωή μου. Θα το θυμάμαι για πάντα. Όλες τις διαδικασίες από τα γυρίσματα μέχρι και τις πρόβες που είχαν προηγηθεί.
Σχετικά με το πως προέκυψε, αρχικά πήγα σε μια ακρόαση για την ταινία και τελικά με καλούσαν ξανά και ξανά. Η διαδικασία διήρκησε έξι μήνες περίπου. Ο Κούτρας με είχε δει πολλές φορές και μετά με ξανά καλούσε. Για να γίνει η επιλογή των ηθοποιών και η μετέπειτα κατανομή των ρόλων, είχαν δει πάρα πολλά παιδιά – Έλληνες και Αλβανούς.
Τα βραβεία τώρα που ήρθαν στην πορεία, ναι μεν με ενδιέφεραν αλλά δεν ήταν αυτά που είχαν τόσο μεγάλη σημασία. Για μένα το σημαντικό απ’ όλη αυτή την ταινία ήταν οι εμπειρίες και η συνεργασία με άξιους επαγγελματίες του κλάδου και κυρίως το γεγονός ότι το φιλμ κέρδισε ένα κομμάτι της ψυχολογίας του καθενός. Όπως και στο σενάριο, όλοι έχουμε βιώσει την οικογένεια και με κάποιο τρόπο ψάχνουμε να βρούμε ποιοι είμαστε, ποια είναι η ταυτότητά μας. Κατά τη γνώμη μου αυτό ήταν το καλύτερο βραβείο που θα μπορούσε να αποσπάσει η ταινία.
Έχεις πολλές φορές μιλήσει για την περηφάνια που νιώθεις για την καταγωγή σου από την Αλβανία. Ωστόσο, έχεις ξεκαθαρίσει, ότι το γεγονός ότι το ελληνικό κράτος σε αναγνωρίζει επίσημα ως Έλληνα, δεν έχει τόση σημασία, όσο το ότι μέσα σου νιώθεις Έλληνας.
Θα θέλαμε να μοιραστείς λοιπόν μαζί μας, ποιο είναι το πιο όμορφο κομμάτι του αλβανικού πολιτισμού που ξεχωρίζεις και αντίστοιχα, ποιο είναι το στοιχείο που ξεχωρίζεις από τον ελληνικό πολιτισμό.
Στην Ελλάδα έχω γεννηθεί και αισθάνομαι ότι είναι η πατρίδα μου, με την οποία συνδέομαι άρρηκτα. Εδώ έχω μεγαλώσει, εδώ έκανα φίλους και έτσι, το κατ’ εξοχήν πράγμα που αγαπώ σ’ αυτήν, είναι το αγκάλιασμά της, το γεγονός ότι με έκανε δικό της.
Από την άλλη, στην Αλβανία έχω αφήσει τις πιο ξέγνοιαστες μου αναμνήσεις, όταν πήγαινα να μείνω με τους παππούδες μου. Εκεί ερχόμουν πιο κοντά στη φύση. Μέναμε μέχρι αργά έξω με τους φίλους μου και κάναμε πράγματα που δεν θα είχαμε την άνεση να κάνουμε εδώ. Θυμάμαι μάλιστα, πως μια φορά, είχαμε πάρει ένα εγκαταλελειμμένο λεωφορείο και το είχαμε κάνει στρατηγείο. Τέτοια πράγματα. Και απ’ όλα τα παραπάνω συμπεραίνω και τι είναι αυτό που αγαπώ στην Αλβανία – το αίσθημα της ελευθερίας που σου δίνει.
Δες ακόμη: H Ισμήνη Παπαβλασοπούλου μάς αποκαλύπτει σελίδες από το προσωπικό της ημερολόγιο
Εκτός από τον κινηματογράφο, έχεις συμμετάσχει σε αρκετές θεατρικές παραστάσεις αλλά και τηλεοπτικές σειρές. Σαν ηθοποιός, ποιο μέσο καλλιτεχνικής έκφρασης ξεχωρίζεις και γιατί;
Νομίζω πως δεν μπορώ να τα ξεχωρίσω, κι αυτό γιατί ο τρόπος που θα αντιμετωπίσω το κάθε μέσο έκφρασης είναι ο ίδιος. Από τη στιγμή που μου δίνεται η ευκαιρία να επικοινωνήσω κάτι, θα το κάνω, ανεξάρτητα από το μέσο. Γενικότερα πάντως, ως θεατής, ο κινηματογράφος μου είναι πιο οικείος, ίσως γιατί ξεκίνησα να τον παρακολουθώ από νεαρή ηλικία.
Στην πιο πρόσφατη σειρά που πήρες μέρος, τον Σασμό, υποδυόσουν τον ρόλο του Πέτρου Βρουλάκη, του Πετρή, ο οποίος σαν χαρακτήρας είναι ερωτιάρης, γλετζές και αφοσιωμένος φίλος, μέχρι τη στιγμή που νιώθει ότι προσβάλλεται ένα μέλος της οικογένειάς του. Ο ρόλος του Πετρή, θυμίζει τον χαρακτήρα σου στην πραγματική ζωή ή δεν μπορεί να υπάρξει συσχέτιση;
Σίγουρα θυμίζει τον πραγματικό μου εαυτό. Γι’ αυτό άλλωστε δέχτηκα να ερμηνεύσω τον ρόλο, γιατί είδα πως εγώ κι ο Πετρής είχαμε κάτι κοινό. Νιώθω ένα προσωπικό δέσιμο μαζί του. Πάντως στη ζωή μου προσπαθώ να κρατώ τις ισορροπίες και να μην ξεφεύγω, όπως έκανε εκείνος. Δεν θα φτάσω στα άκρα, πράγμα που τον οδήγησε και στον θάνατο. Άλλα για την αυτοκαταστροφή του Πετρή υπάρχουν ελαφρυντικά. Ήταν ένα παιδί που έχει μεγαλώσει χωρίς τον πατέρα του, οπότε υπήρχε πάνω του ένα βάρος από την ώρα που συνειδητοποίησε τον κόσμο.
Υπάρχουν κάποια δημοσιεύματα που αναφέρουν, ότι παρ’ ότι είχες μια επιτυχημένη πορεία ως ηθοποιός, μέχρι την στιγμή που επιλέχτηκες να παίξεις στη συγκεκριμένη σειρά (Σασμός), δεν είχες γνωρίσει την αναγνώριση και την αγάπη του κόσμου, όπως σήμερα. Ισχύει αυτό;
Ναι, ισχύει. Επειδή όπως καταλαβαίνεις η τηλεόραση μπαίνει μέσα στα σπίτια του κόσμου και κατ’ επέκταση κι εσύ ως ηθοποιός. οι άνθρωποι αισθάνονται ότι είναι οικείοι σου, ενώ μπορεί και να μην είναι στην πραγματικότητα. Σε γενικές γραμμές πάντως, όταν με αναγνωρίζουν, ξαφνιάζομαι, γιατί δεν είναι κάτι που το είχα συνηθίσει προηγουμένως. Ειδικά μάλιστα όταν με ρωτάνε γιατί πέθανα στη σειρά και εγώ μένω να τους λέω “συγγνώμη παιδιά, δεν φταίω εγώ”. Εκτιμώ πάντως την αγάπη του κόσμου.
Αυτό μάλιστα που με συγκινεί είναι όταν με αναγνωρίζουν και για άλλα πράγματα πέρα από το Σασμό ή όταν, αντί να με πουν Πετρή, με ρωτούν αν είμαι ο Κώστας Νικούλι.
Mε τι ασχολείσαι αυτή την περίοδο; Εννοώ, πού μπορούμε να σε δούμε; Yπάρχει κάποια νέα συνεργασία στα σκαριά;
Αυτή την εποχή κάνω γυρίσματα για μια μεγάλου μήκους ταινία, το “Brando with a glass eye”, από Ελληνο-Αυστραλό σκηνοθέτη, που μεγάλωσε στη Μελβούρνη. Λέγεται Αντώνης Τσώνης και έχει γράψει και το σενάριο. Η ταινία δεν είναι αγγλόφωνη αλλά είναι γυρισμένη εξ’ ολοκλήρου στα ελληνικά. Πρωταγωνιστής είναι ο Γιάννης Νιάρρος και εγώ υποδύομαι τον αδερφό του. Μαζί μας παίζουν και ο Αλέξανδρος Χρυσανθόπουλος, η Μαρία Καλλιμάνη, ο Γιάννης Τσορτέκης, η Χαρά Μάταγιαννάτου και η Ξένια Ντάνια.
Στο λογαριασμό σου στο Instagram δεν κρύβεις τη σχέση σου με την σύντροφό σου, η οποία είναι επίσης ηθοποιός. Με δεδομένο ότι είστε και οι δύο στον ίδιο επαγγελματικό χώρο, υπάρχουν στιγμές που μπορεί να δημιουργηθεί ανταγωνισμός μεταξύ σας;
Μεταξύ μας δεν θα έλεγα ότι υπάρχει ανταγωνισμός, αλλά αντίθετα, προσπαθούμε να βοηθάμε ο ένας τον άλλον. Πολλές φορές ζητάω τη βοήθεια της Κατερίνας, γιατί εμπιστεύομαι την αντίληψή της, την κρίση της και το καλλιτεχνικό της έρεισμα. Η κριτική δηλαδή που θα ασκηθεί θα γίνει με τρόπο παραγωγικό και στόχο θα έχει τη βελτίωση του άλλου. Ακόμη και αιχμηρή πάντως να είναι η κριτική, είναι καλή από τη στιγμή που είναι ειλικρινής.
Είσαι ονειροπόλος, σκέφτεσαι ποτέ το μέλλον; Aν ναι, πώς θα το περιέγραφες;
Νομίζω πως όταν βρεθώ να ονειροπολώ, το μόνο που θέλω για το μέλλον μου είναι να είμαι πιο ξεκούραστος και πιο ήρεμος απ’ ό,τι είμαι τώρα. Στην πράξη αυτό σημαίνει πως θα ήθελα να έχω χρόνο να αξιοποιήσω και άλλα πράγματα από τη ζωή, όπως τις σχέσεις με τους φίλους και την οικογένειά μου. Να μην ζω με την πλάτη στον τοίχο.
Θα ήθελα να ξεκαθαρίσω, πως ποτέ μου δεν κάνω μακροπρόθεσμα σχέδια ή όνειρα, αλλά πάντα κοιτάω το τώρα. Επομένως, ό,τι και να συμβεί, θέλω να έχω τον χρόνο να οργανώσω τη ζωή μου με ουσιαστικό τρόπο.
Συνέντευξη, κεντρική φωτογραφία και φωτογραφίες: Χρήστος Χατζής