Συνέντευξη: Βάνια Μίχα| Φωτογραφία: Νίκος Νικολάου
Η αφίσα του «L» στα προσεχώς δε μας άφησε κανένα περιθώριο αμφιβολίας -Τα αυτοκίνητα πέθαναν! Ζήτω οι μηχανές!! Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Μπάμπη Μακρίδη, μετά τη συμμετοχή της στο διαγωνιστικό τμήμα του διάσημου φεστιβάλ ανεξάρτητου κινηματογράφου Sundance, προβλήθηκε στις αθηναϊκές αίθουσες από τις 23 Φλεβάρη για να μάθει σε όλους μας πώς να γίνουμε καλύτεροι οδηγοί και καλύτερες αρκούδες. Ο Λευτέρης Ματθαίος είναι καλός και στα δύο. Η τύχη – και η πλούσια γενειάδα του- τον οδήγησαν στην πρώτη του επαφή με την υποκριτική, στο ρόλο της αρκούδας που εμφανίζεται στα όνειρά του πρωταγωνιστή. Ξεκινώντας την πρώτη του συνέντευξη με την ατάκα «Βασικά, δεν είμαι ηθοποιός», μοιράζεται με το OZON Raw την εμπειρία της ταινίας και μας λέει τι άλλο αγαπάει, εκτός από τις μηχανές και το μέλι.
Η συμμετοχή μου στην ταινία προέκυψε εντελώς τυχαία. Η φίλη ενός συνεργάτη πέρασε από το γραφείο που δουλεύω σαν γραφίστας για να πει ένα γεια και αφού έπλεξε το εγκώμιο της γενειάδας μου με όρκισε να μην την κόψω για κανέναν και για τίποτα. Δέκα λεπτά αφού έφυγε, τηλεφώνησε στο γραφείο και είπε «πες στο Λευτέρη αν θέλει να παίξει σε μια ταινία, μάλλον θα κάνει μία αρκούδα». Εγώ μέχρι τότε δεν είχα κάνει τίποτα σχετικό, αλλά η ιδέα του να παίξω ένα ρόλο «ότι να ναι» μου άρεσε. Μετά με είδε ο σκηνοθέτης, του άρεσε αυτό που έβλεπε και με πήραν. Διαβάζοντας το σενάριο ένιωσα όπως όταν ξυπνάς από ένα περίεργο όνειρο και λες «πω, τι είδα ρε φίλε στ’ όνειρό μου!». Εκεί το διάβαζα μπροστά μου και έπρεπε όλο αυτό με κάποιο τρόπο να το κάνω πράξη. Ότι θα δούμε όλοι τελικά γιατί δεν ξέρω τι θα δούμε- οφείλεται στην ομάδα και πάνω απ όλα στο Μπάμπη που είναι ο σκηνοθέτης και στο Σερβετάλη που έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο Μπάμπης δεν μου είπε κάτι συγκεκριμένο, μου είπε «μην αγχώνεσαι».
Ο Σερβετάλης με έμαθε να περπατάω σαν αρκούδα, να συντονίζω το βηματισμό με την αναπνοή μου, να μην σηκώνω το κεφάλι μου ψηλά…πράγματα που αν τα παρατηρήσεις στη φύση θα τα δεις. Έζησα αυτό που έπαιξα και μπήκα γρήγορα σε μια παρέα ανθρώπων που ένιωθα σαν παλιούς φίλους. Μακάρι όλοι να ζούσαν ένα τέτοιο διάλλειμα από την πραγματικότητά τους.
Στη ταινία διαδραματίζεται ένας ακήρυχτος πόλεμος μεταξύ μοτοσικλετιστών και οδηγών αυτοκινήτων. Εγώ είμαι με τους μηχανόβιους και δεν το αλλάζω με τίποτα. Το λέω με περηφάνια ότι είμαι καλός οδηγός. Οι φίλοι μου με φωνάζουν παππού, επειδή οδηγώ και τη μηχανή και το αυτοκίνητο σαν παππούς. Το να οδηγώ μόνος μου είναι το καλύτερό μου. Αν είναι να έχω παρέα σε ταξίδι, τότε προτιμώ να υπάρχει μόνο ένα ακόμα άτομο σε μία άλλη μηχανή. Αν και ακούγεται κλισέ, μ’ αρέσει να οδηγώ χωρίς προορισμό. Όποιος έχει μηχανή θα με καταλάβει.
Μ’ αρέσει να κάνω τα πράγματα σαν ερασιτέχνης, ειδικά αυτά που αγαπάω. Αυτό που με φτιάχνει είναι να δημιουργώ πράγματα με τα χέρια μου, με απευθείας εντολή απ’ το μυαλό μου. Σχέδιο, ζωγραφική, τον τελευταίο καιρό έχω κολλήσει να φτιάχνω γλυπτά. Και η μουσική. Είμαι γκραντζάς, κολλημένος στα 90’s. Στα δεκάξι μου έπαιζα σε μπάντα και τότε είχαμε ανοίξει τη συναυλία των Magic de spell στο Μαρούσι. Το συζητούσαμε για ένα χρόνο μετά, ήταν η φάση πιο μυστηριακή τότε. Και τώρα παίζω στους Left Handed Society.
Με τους φίλους στη μπάντα είπαμε να πάρουμε το γεγονός ότι όλοι παίζουμε με το δεξί χέρι και να πούμε το ανάποδο. Δεν έχει τίποτα το ψαγμένο δηλαδή το
όνομα. Κιθαρίστας είμαι κανονικά, αλλά επειδή δεν είχαμε μπασίστα, είπα να το δοκιμάσω. Νόμιζα ότι το μπάσο δεν έχει την πόρωση της κιθάρας, αλλά τελικά την έχει. Άλλωστε, οι μπασίστες είναι τα καλύτερα παιδιά, αυτό το λένε όλοι. Ο πρωταγωνιστής του «L» καλείται να επανεφεύρει τον εαυτό του, να οριοθετήσει ξανά τον κόσμο στον οποίο ανήκει. Αυτό βλέπω να συμβαίνει τον τελευταίο καιρό παντού γύρω μου. Πιστεύω ότι για του Έλληνες αυτή η διαδικασία δεν είναι κάτι εύκολο. Έχουμε συνηθίσει κάποια πράγματα και δεν τα αλλάζουμε με τίποτα. Εύχομαι ότι για τους νέους αυτό θα είναι πιο εύκολο, αφού είναι από τη φύση τους ευπροσάρμοστοι. Πλέον, λόγω των συγκυριών, αλλά και από προσωπική μου ανάγκη είμαι σε φουλ διαδικασία επαναπροσδιορισμού. Πάντα από τη φύση μου είχα την τάση να θέλω να αλλάζω. Είμαι υπερκινητικός και δυσκολεύομαι να μείνω σε ένα σημείο πάνω από δέκα λεπτά. Δεν είναι το ίδιο πια, γιατί αναγκάζομαι και κάθομαι σε μια καρέκλα, αλλά με την πρώτη ευκαιρία θα το κάνω. Το μέλλον βλέπω να με οδηγεί δυστυχώς έξω απ’ την Ελλάδα.
Νομίζω ότι εδώ δεν μπορώ να αξιοποιήσω όσο θα θελα τα πιο δημιουργικά χρόνια της ζωής μου. Βέβαια, πιο ωραίο μέρος από δω δεν υπάρχει. Ακόμα δεν ξέρω που μπορεί να με οδηγήσει όλη αυτή η υπόθεση με την ταινία. Γενικά δεν θέλω να ξέρω εξαρχής που θα με οδηγήσει κάτι, δεν θέλω να ξέρω τι βρίσκεται στο τέλος του δρόμου. Ό,τι έχω κάνει ως τώρα μου έχει βγει αυθόρμητα. Απλά φροντίζω να έχω καλά αντανακλαστικά και όταν καταλάβω ότι κάτι δεν μου κάθεται καλά κάνω ένα τσακ και αλλάζω δρόμο.