Μπορεί να ξέρει πολύ καλά πώς παίζεται το παιχνίδι της βιομηχανίας της μόδας, ωστόσο ο John Targon δεν είναι ένας συνηθισμένος designer.
Έχοντας τραβήξει από πολύ νωρίς την προσοχή, πριν καν ολοκληρώσει τις σπουδές του στο Parsons, βρέθηκε γρήγορα σε καίριες θέσεις μεγάλων brands της μόδας. Οπλισμένος λοιπόν με την επιτυχημένη του εμπειρία από τη θητεία του στον Givenchy, τη Celine και τον Burberry, λάνσαρε, το 2013, μαζί με τον Scott Studenberg, το δημοφιλές brand Baha East. Μετά την αποχώρησή του, συνέχισε με άλλα projects σε διάφορα brands, για να καταλήξει στον Marc Jacobs – μια συνεργασία που κράτησε μόλις δύο μήνες.
Και μετά… ήρθε η Fall Risk. Το απολύτως προσωπικό του project, ένα brand που το 2019 τον ξαναέβαλε θριαμβευτικά στον χάρτη, επανεφευρίσκοντας το παιχνίδι: αγνοώντας τις σεζόν και το τυπικό ημερολόγιο της μόδας, ο John Targon λανσάρει τις συλλογές του κατά βούληση, παρουσιάζοντας casualwear με über-cool κασμιρένια πλεκτά που ξεπουλάνε αυτοστιγμεί – και μέσω τηλεφώνου!
Το Ozon προσπάθησε να μπει στο μυαλό του και να χαρτογραφήσει το concept και το δημιουργικό πνεύμα της Fall Risk, με αφορμή το αναμενόμενο λανσάρισμα του Volume 5, The Wavy Mix.
Γιατί δημιούργησες τη Fall Risk, έχοντας πρώτα δουλέψει με τον Scott Studenberg στην Baja East, σε μεγάλα brands όπως η Celine και η Givenchy και έπειτα από τη σύντομη θητεία σου στον Marc Jacobs;
Ξεκίνησα τη Fall Risk στις 30 Απριλίου του 2019. Στην πραγματικότητα δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα της προηγούμενης εμπειρίας μου. Σκεφτόμουν ότι πρόκειται για έναν χώρο τόσο επικριτικό για ό,τι παράγει ο καθένας, με αυστηρό χρονοδιάγραμμα, όπου είναι δύσκολο να κάνεις απλώς τα πράγματα που αγαπάς, αν εγκλωβιστείς σε όλους τους κανόνες με τους οποίους πρέπει να γίνονται τα πράγματα, όσον αφορά την τυπική μορφή της βιομηχανίας. Λατρεύω να δημιουργώ ένα brand και ήθελα να χρησιμοποιήσω τη Fall Risk ως μια πλατφόρμα για να πω ότι έχω μια ποικιλία από επαγγελματικές εμπειρίες και ότι αυτό που έχει σημασία είναι πως επιμένω και δοκιμάζω πράγματα με έναν τρόπο που είναι διαχειρίσιμος και διασκεδαστικός· ότι μπορώ να δημιουργώ συγκεκριμένα σχέδια που μου αρέσουν και ότι δε χρειάζεται να εντάσσομαι σε μια επίδειξη μόδας, ότι μπορώ να τα βγάλω στην αγορά και να τα μοιραστώ όπως θέλω. Ήθελα να εξαφανίσω τις αποτυχίες των προηγούμενων επαγγελματικών μου κινήσεων, να φερθώ συνετά όσον αφορά τον πλανήτη και να έρθω σε πολύ άμεση επαφή με τους πελάτες μου.
Γιατί ονόμασες το brand σου Fall Risk («Κίνδυνος Πτώσης»);
Είχα βγει ένα βράδυ με έναν φίλο και γίναμε τελείως λιώμα. Χρειάστηκε να τον πάω στο νοσοκομείο με ασθενοφόρο. Του έκαναν εισαγωγή και επειδή δεν μπορούσε να σταθεί όρθιος του έβαλαν ένα βραχιολάκι «Κινδύνου Πτώσης». Είδα το χέρι του να κρέμεται από το κρεβάτι του νοσοκομείου και σκέφτηκα, για κάτσε, αυτό είμαι εγώ. Μπορεί να είμαι τελείως αποδιοργανωμένος στην προσωπική μου ζωή, αλλά, και πάλι, θέλω να δείχνω cool και να είμαι ντυμένος με ευκολοφόρετα ρούχα. Μπορεί να πέσω κάτω στη ζωή, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, αλλά επιλέγω να βλέπω με διαφορετικό τρόπο τα επόμενα βήματά μου και να αντιμετωπίσω τα μαθήματα από τις αποτυχίες σαν κάτι θετικό, όχι σαν κάτι για το οποίο πρέπει να ντρέπομαι.
Η αισθητική του brand σου είναι αρκετά νοσταλγική – από πού προέρχεται όλη αυτή η νοσταλγία;
Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα για μένα ως σχεδιαστή και άνθρωπο του branding είναι να εξετάζω τι συμβαίνει στην κουλτούρα μας, να το αντιλαμβάνομαι και να του απευθύνομαι ως κάτι αυτόνομο, αλλά μέσα από το δικό μου πρίσμα. Για τη Fall Risk πάντα αντλώ από τις εμπειρίες της παιδικής μου ηλικίας αλλά στρέφομαι και σε εκείνες τις στιγμές στην κουλτούρα όπου υπήρχε μια αδιαμφισβήτητη αίσθηση άνεσης ή ευτυχίας· και παίζω με μια πιο νοσταλγική προσέγγιση στην παρούσα κατάσταση. Το αποκαλώ Νοσταλγικό Φουτουρισμό. Ως επί το πλείστον αντλώ από τα ’70s και τα ’90s, από αυτήν τη χίπικη τσαχπινιά τσιχλόφουσκας.
Γιατί αποφάσισες να σχεδιάσεις πλεκτά;
Τα πλεκτά ήταν για μένα πάντα ο πιο ζεστός και πιο στυλάτος τρόπος να συνδυάσω το χαλαρό με το sporty στυλ. Όσο περνούσε ο καιρός, έγινε ένας από τους πιο πρωτοποριακούς τρόπους σχεδιασμού, τόσο από τεχνικής άποψης, όσο και στο βαθμό που αφορά τους πόρους, με την έννοια ότι μπορώ να ελέγξω τη σπατάλη, καθώς δημιουργώ εξ ολοκλήρου χειροποίητα πλεκτά, φτιαγμένα ως ενιαίο ρούχο, χωρίς να ενώνω κομμένα πάνελ που αφήνουν υπολείμματα. Έτσι, όταν είμαι έτοιμος να περάσω στην παραγωγή, παραγγέλνω την ακριβή ποσότητα νημάτων που απαιτείται και έχω ελάχιστα έως καθόλου περισσεύματα.
Γιατί αποφάσισες να πουλήσεις μέσω τηλεφώνου; Πώς ένιωσες όταν άρχισε να χτυπάει το τηλέφωνο, την πρώτη μέρα του λανσαρίσματος του Volume 1;
Είχα την πεποίθηση ότι θα είχα μερικά τηλεφωνήματα, αλλά δεν περίμενα αυτό που έγινε. Μέσα σε μία ώρα είχαμε περίπου χίλιες κλήσεις και είχαμε ξεπουλήσει το Volume 1. Στ’ αλήθεια, καθόμουν στο πάτωμα σοκαρισμένος. Έπειτα έπρεπε να κάνω έναν προγραμματισμό, γιατί άρχισα να χρησιμοποιώ το τηλέφωνο για να μιλάω κατευθείαν με τους πελάτες μου, πράγμα που σήμαινε ότι δεν μπορούσα απλώς να κλείσω τη γραμμή, έπρεπε να δω τι άρεσε και στους υπόλοιπους. Είχε πολλή πλάκα, πολλή συζήτηση και μεγάλη συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με το τι να συνεχίσω να φτιάχνω και πώς θα έπρεπε να προχωρήσω όσον αφορά τα προϊόντα. Νομίζω δε σταμάτησα να χαμογελάω για δύο εβδομάδες.
Απαντούσες ο ίδιος στο τηλέφωνο; Ήξεραν οι πελάτες με ποιον μιλάνε;
Εννοείται ότι απαντούσα ο ίδιος! Μερικοί ζητούσαν εμένα συγκεκριμένα και κάποιοι άλλοι ρωτούσαν «εσύ είσαι John;». Χάχα! Ήταν τέλεια. Το επόμενο λανσάρισμά μου, το «Volume 5: The Wavy Mix», αποτελείται από πέντε ομάδες που θα είναι όλες διαθέσιμες για προ-παραγγελία. Κάθε ομάδα είναι φτιαγμένη από βιώσιμα νήματα, βιοδιασπώμενα νήματα και με τη χρήση plant-based βαφών και βαφών από λαχανικά. Θέλω να φτιάχνω μόνο τόσα, ώστε να καλύπτω τη ζήτηση, και σε ένα περιβάλλον διαρκώς μεταλλασσόμενο κοινωνικά, πολιτικά και πολιτισμικά, ήθελα για τη Fall Risk να έχω μια νέα «φτιάχνω-όσα-έχουν-παραγγείλει» προσέγγιση, κάτι που σημαίνει ότι ο κόσμος με βοηθά να βολιδοσκοπήσω τις παραγγελίες μου πριν κάνω τις αγορές μου. Επίσης, τώρα με τον κορονοϊό πιστεύω ότι είναι σημαντικό να σημειώσουμε πως εστιάζω ακόμα στο να κάνω τους ανθρώπους να νιώθουν καλά με το design, συνεπώς δεν επικεντρώνομαι τόσο στις πωλήσεις αλλά περισσότερο στο να είμαι σε επαφή με την κουλτούρα και στο να υποστηρίζω τις κοινότητες που το έχουν περισσότερο ανάγκη.
Ποιο είναι το πιο cool πράγμα που έχεις ακούσει ποτέ από πελάτη για τα ρούχα σου;
Ότι έχουν φορέσει τα κομμάτια μου για μια βδομάδα συνεχόμενα και δεν μπορούσαν να τα βγάλουν από πάνω τους. Λογικά το Ambi Pur είναι ο καλύτερός τους φίλος.
Έχεις δει ποτέ κάποιον να φοράει Fall Risk που να σε κάνει να σκεφτείς «σε παρακαλώ βγάλ’ το, δε θα έπρεπε να το φοράς αυτό»;
Ποτέ. Μάλιστα, ο κόσμος μου στέλνει φωτογραφίες για να μου δείξει πώς φοράει τα Fall Risk και σκέφτομαι, ρε συ, αυτό είναι γαμάτο. Και μετά αυτό εμπνέει και το προσωπικό μου στυλ ή την επόμενη φωτογράφιση για το brand. Φίλε, η φιλοσοφία μου είναι, αν αγόρασες αυτό το κομμάτι και σου αρέσει πολύ, μπορείς να το κόψεις, να το κοντύνεις, να το δέσεις, να μη βγεις ποτέ από το σπίτι φορώντας το ή να κάνεις ακριβώς όλα τα αντίθετα από τα παραπάνω. Είμαι τόσο ευγνώμων που ψώνισες από μένα που, κατά βάθος, είναι μια νοοτροπία του στυλ «δείξ΄τους πώς γίνεται».
Τι τύπος είναι ο πελάτης της Fall Risk; Ποιο είναι το target group σου;
Ο Fall Risk τύπος νοιάζεται για το πού και πώς φτιάχνονται τα ρούχα του, και τον ενδιαφέρει και να μπορεί να τα φορέσει πολύ. Στην αρχή πίστευα ότι η βάση των πελατών μου θα προερχόταν από τις προηγούμενες σχεδιαστικές μου δουλειές, ότι θα ήταν άνθρωποι μεταξύ 30 και 60 χρονών που αγαπούν την πολυτέλεια. Τους είχα αυτούς, αλλά γρήγορα φάνηκε ότι κερδίζω έδαφος και στην Gen Z. Έτσι, η πραγματική βάση των πελατών μου αποτελείται κατά 85% από ανθρώπους μεταξύ 16 και 32 ετών, γεγονός που σημαίνει ότι στο σύνολο κυριαρχούν οι Gen Zers και ακολουθούν οι Millennials. Περνάω ωραία με τα παιδιά της Generation Z, νοιάζονται για τα πράγματα και επίσης, απ’ όσο μπορώ να καταλάβω, ακολουθούν πιστά το brand μου. Το 73% των πελατών έχουν κάνει αγορές από τρία από τα τέσσερα λανσαρίσματα. Αγαπούν ακόμα να συλλέγουν κομμάτια και νιώθουν ξεχωριστοί που δεν έχουν τα ίδια όλοι οι γνωστοί τους.
Από την πρώτη μέρα, η Fall Risk είχε το δικό της πρόγραμμα, λανσάροντας volumes («τόμους») και όχι συλλογές, αγνοώντας το τυπικό ημερολόγιο της μόδας. Γιατί; Αποτελεί κάθε volume μέρος ενός ευρύτερου concept ή οδηγεί σε κάτι μεγαλύτερο;
Κάθε volume μπορεί να ιδωθεί και σαν το κεφάλαιο ενός βιβλίου. Το βιβλίο μου μόλις ξεκίνησε και δεν ξέρω αν θα μεταφερθώ σε μια άλλη μορφή στο μέλλον, αλλά έχω δουλέψει σκληρά για να παρουσιάζω ξανά κάθε λανσάρισμα με νέα κομμάτια και για να επαναφέρω με ένα φρεσκάρισμα τα παλιά. Πρέπει να είμαι ρεαλιστής με τη δουλειά, είμαι εδώ για να βοηθάω τους πελάτες μου με το στυλ τους και για να τους δίνω αυτό που θέλουν, και όχι για ένα απατηλό όραμα του κεφαλιού μου σύμφωνα με το οποίο πιστεύω ότι όλοι πρέπει να ντύνονται.
Λανσάρεις το Volume 5. Περί τίνος πρόκειται; Τι είναι το Wavy Mix;
Είχα μέσα στο κεφάλι μου την ιδέα ενός love story. Και αυτό που μου ερχόταν περισσότερο στο μυαλό ήταν η εμπειρία μου με τους νεανικούς έρωτες, τότε που έφτιαχνες κασέτες για τους φίλους και τα αντικείμενα του πόθου σου. Έτσι, αντιστοίχισα κάθε ομάδα ρούχων με μια playlist. Επίσης, αφού σχεδίασα τις πέντε ομάδες, που ονομάζονται «Ride me Like a Bike», «You Plaid Me», «Get my Heart Racing», «Block Party» και «I’ ve Met my Match», σκέφτηκα, ας φτιάξουμε μια ιστορία αγάπης με τις φάσεις του ενθουσιασμού, της απογοήτευσης και όλων όσων συμβαίνουν ενδιάμεσα.
Τι σε εμπνέει;
Η σύνδεση. Νομίζω η πιο αγαπημένη μου έμπνευση έρχεται όταν κάνω έρευνα για το πώς ήταν τα ρούχα και η διαφήμιση στο παρελθόν, για τις ταινίες, την τέχνη και την άνεση. Συνδυάζω λοιπόν σε ένα brand όλους μου τους έρωτες με πολιτισμικά κινήματα, καλλιτέχνες, μουσικούς και άνεση. Αλλά αυτό που μου αρέσει είναι και η γνώση ότι κάποιος φέρνει και τη δική του προσωπική εμπειρία όταν φοράει Fall Risk.
Ποια είναι τα όνειρά σου για το μέλλον της Fall Risk; Πώς φαντάζεσαι τον εαυτό σου σε δέκα χρόνια;
Μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να δουλεύει σε μια τοπική φάρμα, να κατανοώ από πού προέρχεται το φαγητό μας και να βοηθώ να το παράγουμε τοπικά, κάτι που μάλιστα είναι ένα όνειρο που πολύ σύντομα πρόκειται να ξεκινήσω. Με φαντάζομαι να δουλεύω στο branding και ως creative director σε μια εταιρεία καλλυντικών ή σε οποιαδήποτε εταιρεία συνδέεται πραγματικά με την επιστήμη και το κλίμα, ή σε μια αποστολή που με εμπνέει. Και φαντάζομαι τη Fall Risk να κάνει αυτό που κάνει, επιμελημένα λανσαρίσματα με πράγματα που αγαπώ και αισθάνομαι ότι έχουν σχέση με έναν τρόπο ζωής που, αναμφίβολα, θα μας φέρει πιο κοντά και θα μας κάνει να καταλανώνουμε πιο συνειδητά, τώρα και στο μέλλον. Νιώθω τέτοια περηφάνια για τη Fall Risk και για αυτό το DNA του brand που δημιούργησα, και θέλω αυτό να μεγαλώσει, αλλά δε βιάζομαι. Είμαι υπομονετικός και κοιτάζω μακροπορόθεσμα στη ζωή, αναλογιζόμενος τον αντίκτυπό μου στην κοινότητα και τον πλανήτη περισσότερο από τα χρήματα.
Το Volume 5: The Wavy Mix λανσάρεται στις 15 Ιουλίου εδώ.
Συνέντευξη: Ελένη Φιλιππίδου
Φωτογραφίες: Nicholas Prakas