Η νέα τάση στα κρασιά έχει όνομα: Orange Wine. Δεν πρόκειται για κρασί από πορτοκάλια, αλλά ένα παρακλάδι των ποικιλιών του λευκού κρασιού που δεν έχει γίνει τυχαία trending. Διαβάστε όλα όσα πρέπει να ξέρετε για το δημοφιλές κρασί, πριν το ζητήσετε από τον barman (ή τον sommelier).
Πρώτα από όλα ας ξεκαθαρίσουμε ότι ο όρος “Πορτοκαλί Κρασί” αφορά μόνο στο χρώμα. Δεν χρησιμοποιούνται πορτοκάλια για την παρασκευή του, ούτε η γεύση του θυμίζει το γνωστό εσπεριδοειδές. Το orange wine (ή amber wine) παίρνει το όνομά του από το χαρακτηριστικό πορτοκαλί χρώμα του. Μπορεί το χρώμα του να μην είναι τόσο έντονο όσο μιας πορτοκαλάδας, αλλά είναι σίγουρα χρυσοπορτοκαλί. Πολλοί λένε ότι τους θυμίζει χρησιμοποιημένο νερό από bong. Όπως και να έχει, είναι ένα ιδιαίτερο χρώμα, και ασυνήθιστο για κρασί.
Το χρώμα αυτό δημιουργείται λόγω του τρόπου που γίνεται η παραγωγή του. Για την παραγωγή ενός λευκού κρασιού, αφού απομακρυνθούν τα κοτσάνια, τα σταφύλια πολτοποιούνται και ο χυμός απομακρύνεται το συντομότερο δυνατόν από τις φλούδες ώστε να διατηρηθεί το λευκό χρώμα. Αντίθετα στην ερυθρή και στη ροζέ οινοποίηση, φλούδες και χυμός μένουν μαζί μέχρι και αρκετές εβδομάδες. Μέσα σε αυτόν τον χρόνο, οι ερυθρές χρωστικές ουσίες, στις οποίες οφείλεται το χρώμα, περνάνε από τους φλοιούς στον χυμό. Στη συνέχεια ο χυμός, που εν τω μεταξύ έχει αποκτήσει το επιθυμητό χρώμα και την επιθυμητή γεύση, μεταφέρεται σε ανοξείδωτες δεξαμενές ή και σε βαρέλια όπου ολοκληρώνεται η αλκοολική ζύμωση.
Όσον αφορά την παραγωγή του πορτοκαλί οίνου, η μάζα από σταφύλια μαζί με τα κουκούτσια και τις φλούδες αποθηκεύεται σε τσιμεντένιες δεξαμενές και ανάλογα με το επιθυμητό αποτέλεσμα μένει έτσι από μερικές μέρες μέχρι και ένα χρόνο.
Το “νέο ροζέ” όμως, κάθε άλλο παρά νέο είναι. Η μέθοδος παραγωγής του είναι αρχαία και έχει τις ρίζες της στη Γεωργία. Από το 6000 π.Χ. οι κάτοικοι του Καυκάσου φτιάχνουν πορτοκαλί κρασί, και έχουν ακόμα και τώρα από τις μεγαλύτερες παραγωγές πορτοκαλί κρασιού στον κόσμο. Με τον τρόπο που περιγράψαμε, τα κρασιά ζυμώνονται σε μεγάλα σκεύη (τα Qvevri), που θάβονται στο χώμα και σφραγίζονται με πέτρες και κερί μέλισσας. Μένουν κάτω από το έδαφος, όπου η θερμοκρασία παραμένει ίδια καθ’ όλη διάρκεια του χρόνου, επιτρέποντας στα κρασιά να ζυμώσουν με τη φυσική δροσιά της γης.
Μπορεί η Γεωργία να έχει τα εύσημα για την παραγωγή του γευστικότατου και σε όψη πανέμορφου κρασιού, αλλά την πρώτη θέση στην παραγωγή κρατάει η βορειοανατολική Ιταλία, μετρώντας πάνω από δέκα διαφορετικές ετικέτες. Και βέβαια δε θα μπορούσαμε να λείπουμε και εμείς από τον χάρτη. Λόγω της ιδιαίτερης παρασκευής του δεν έχουμε πολλές ετικέτες, αλλά υπάρχουν οι: Πιερία Ερατεινή (Πιερία Μαλαγουζιά), Μεθυμναίος Πορτοκαλί – Γιάννης Λάμπρου (Λέσβος Χυδηριώτικο) και Τάτσης Ροδίτης (Γουμένισα).
Με δυό λέξεις: Δοκιμάστε το!
Από τη Μαρία Δάτσικα