Η συγγραφέας Μυρτώ Μαραγκού, μας μιλάει για το νέο της βιβλίο, «Το Τέλος», για όσα της δίνουν έμπνευση, αλλά και για τη θέση που κατέχει ο έρωτας σ’ αυτό, λίγο πριν την παρουσίασή του στο Polis Art Cafe, την Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου, στις 19:00.
Στα 26 της μόλις χρόνια, η Μυρτώ Μαραγκού έχει καταφέρει να συγγράψει και να εκδόσει δύο βιβλία. Το πρώτο της πόνημα, με τίτλο «Κυνηγός», έρχεται να διαδεχθεί η κυκλοφορία του νέου της μυθιστορήματος, «Το Τέλος». Λίγο προτού το παρουσιάσει στο ευρύ κοινό, την Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου στο Polis Art Cafe, στις 19:00, θελήσαμε να μάθουμε τι είναι αυτό που την τροφοδοτεί και την εμπνέει κατά τη συγγραφική διαδικασία, αλλά και για τη σχέση της με τον έρωτα, του οποίου η θέση διαδραματίζει κομβικό ρόλο στο νέο της βιβλίο.
Ποια είναι η Μυρτώ Μαραγκού; Με τι έχεις ασχοληθεί έως τώρα στη ζωή σου;
Πραγματοποίησα τις σπουδές μου πάνω στη Γλωσσολογία, μία από τις μεγάλες μου αγάπες. Έπειτα, η ζωή με κατεύθυνε στην επιμέλεια κειμένων και πραγματικά μέσα στην παραγωγή βιβλίων, όπου κατέληξα να είμαι υπεύθυνη της ύλης στις Πρότυπες Εκδόσεις Πηγή. Καταλαβαίνω ότι αυτή η δουλειά μπορεί να φαίνεται αρκετά μονοδιάστατη για πολλούς ανθρώπους, όμως κρύβει καθημερινά και μια άλλη έκπληξη! Το πιο σημαντικό για εμένα όμως είναι ότι έχω την τιμή να με αποκαλούν συγγραφέα και να βλέπω τις σκέψεις μου στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Από εκεί και πέρα, δοκιμάζω τον εαυτό μου συνεχώς σε πολλούς τομείς, όπως η χειροτεχνία, όπου με χαλαρώνει να δίνω νέα ζωή σε παλιά αντικείμενα που δεν χρησιμοποιούνται πια.
Σε ποια ηλικία θυμάσαι να αφυπνίζεται το ενδιαφέρον σου για τα βιβλία;
Δεν θυμάμαι ακριβώς κάποια χαρακτηριστική περίοδο της ζωής μου όπου ανακάλυψα τα βιβλία, γιατί τα βιβλία υπήρχαν παντού γύρω μου μέσα στο σπίτι. Πολλά παιδικά μου βράδια με νανούριζαν με ιστορίες, και άλλα τόσα πρωινά με έβρισκαν να διαβάζω δυνατά. Ήταν κάτι φυσιολογικό για μένα, σαν μια οποιαδήποτε ανθρώπινη ζωτική ανάγκη, και κάτι να περιμένω με ανυπομονησία σε κάθε γιορτή.
Πότε έγραψες το πρώτο σου βιβλίο; Μίλησέ μας γι’ αυτό.
Το πρώτο μου βιβλίο γράφτηκε σχεδόν από μόνο του σε μια περίοδο που δεν είχα τίποτα να διαβάσω γιατί τίποτα δεν με ενέπνεε. Δεν πίστευα ποτέ ότι μπορούσα να γράψω ένα ολόκληρο βιβλίο μόνη μου, αλλά όλως περιέργως ένιωσα ότι ήταν η πιο σωστή και αληθινή επιλογή που έκανα στη ζωή μου. Από εκείνη την ημέρα άρχισε μια καινούργια μανία που με οδήγησε αισίως στο βιβλίο μου «Κυνηγός» και τα πρώτα βήματά μου στον εκδοτικό χώρο. Ήταν η ανάγκη μου να αναπνεύσω μέσα από αυτό το βιβλίο, που πολλοί έχουν περιγράψει ως κλειστοφοβικό, και να περάσω στην επόμενη φάση, στην ενηλικίωση, και στο “Τέλος”.
Ποιοι συγγραφείς σε έχουν επηρεάσει στη συγγραφή του δικού σου έργου;
Είναι πάρα πολλοί. Θα αρκεστώ όμως σε αυτό το top 6:
Η Diana Wynne Jones, γιατί τα βιβλία της ήταν από τα πρώτα «σοβαρά» παιδικά βιβλία που μου πήραν οι γονείς μου.
Ο Neil Gaiman, γιατί σταμάτησε τη λογοκρισία του μυαλού μου που δεν με άφηνε να γράψω.
Η Charlotte Brontë, γιατί μου προσέφερε το αυθεντικό, ποιοτικό δράμα που έψαχνα.
Η Toni Morrison, γιατί χάρη σε εκείνη ξεκίνησα να γράφω.
Ο Irvin Yalom, γιατί μέσα από τα μάτια του είδα πώς αναλύεις μια ψυχή.
Και ο Ernest Hemingway, γιατί ήταν ο απόλυτος bon viveur.
Πότε έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτες συγγραφικές ανησυχίες σου;
Η αλήθεια είναι ότι δεν ξεκίνησαν από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου! Αυτό που θυμάμαι να κάνω, είναι να διαβάζω πολύ και ποικίλα πράγματα, να ψάχνομαι, να ονειροπολώ. Θα έλεγα ότι πιο πολύ είχα αναγνωστικές ανησυχίες. Το γράψιμο ξεκίνησε στη μορφή της έκθεσης στο δημοτικό, ενθουσιωδώς μπορώ να πω. Αλλά δυστυχώς η έμπνευση έσβησε από το γυμνάσιο μέχρι και το πρώτο έτους του πανεπιστημίου, όπου πια στο δεύτερο ένιωσα επιτέλους πιο ελεύθερη να σκέφτομαι. Αυτή η διαδικασία είναι κάτι που με χαρακτηρίζει μέχρι και σήμερα. Πολλή μελέτη, λίγο γράψιμο. Γι’ αυτό εξάλλου μου παίρνει και τόσο πολύ καιρό να τελειώσω αυτό που γράφω.
Πόσο εύκολο είναι για έναν νέο συγγραφέα στην Ελλάδα να φτάσει στο σημείο να εκδόσει μία δουλειά του και ποια διαδικασία ακολουθείται;
Παρότι ο εκδοτικός κόσμος περνάει κρίση τα τελευταία χρόνια, θα έλεγα ότι είναι πιο εύκολο αυτή τη στιγμή να εκδώσεις το βιβλίο σου παρά να το γράψεις και να πεις όντως αυτά που θες να πεις χωρίς λογοκρισία.
Δεν θέλω να μπω σε στάνταρ λεπτομέρειες για το τι γίνεται για να εκδοθεί ένα βιβλίο. Αυτό που προτείνω όμως να ακολουθήσουν οι ανερχόμενοι συγγραφείς εκεί έξω, είναι πρώτα να αγαπήσουν το έργο τους, γιατί η πίστη και η ελπίδα μπορούν να χαθούν (σε) μια μέρα, και μετά να βρουν έναν οίκο (με την πραγματική έννοια του σπιτιού) να τους αγκαλιάσει. Δεν χρειάζεται να κάνουν κάτι άλλο. Θα είναι ήδη επιτυχημένοι.
Υπήρξαν άνθρωποι που σε βοήθησαν στη δημιουργία του δεύτερου πονήματός σου με τίτλο «Το Τέλος»;
Υπήρχαν κάποια στιγμή άνθρωποι στη ζωή μου που μου προσέφεραν πολλή αγάπη και υλικό για να γράψω. Και υπάρχουν και οι άνθρωποι που εξακολουθούν και αντέχουν τις φιλοσοφικές μου αναλύσεις. Μου είναι το ίδιο πολύτιμοι.
Ποιες ήταν οι πηγές έμπνευσής σου που συνέβαλαν στη δημιουργία του νέου σου βιβλίου;
Κυρίως τα παιδικά μου τραύματα (γέλιο)!
Πιστεύω ότι πηγή έμπνευσης ήταν το γεγονός ότι έβλεπα πράγματα γύρω μου που δεν καταλάβαινα γιατί φαίνονταν τόσο φυσιολογικά σε εμένα αλλά τόσο δύσκολα στους άλλους, και το ανάποδο. Όπως επίσης το ότι οι άνθρωποι γύρω μου δεν μιλούσαν για αυτά που ένιωθαν. Έμπνευση για μένα είναι η καινούργια αρχή που λαχταρούσα να βρω. Και φυσικά, τα μυστικά που κρύβουν οι λέξεις…
Πες μας μερικά λόγια για όσα αυτό πραγματεύεται.
Η πλοκή είναι σχετικά απλή και συνηθισμένη μπορώ να πω. Γυναίκα γνωρίζει άντρα μέσα σε ένα μέσο μεταφοράς, από εκεί που δεν το περιμένει. Όμως, η ιστορία δεν εξελίσσεται όπως θα περίμενε κανείς. Το «Τέλος» ουσιαστικά μιλάει για όλα όσα δεν λέμε ενώ τα νιώθουμε, για τις ανθρώπινες σχέσεις, ειδικά γι’ αυτές που μας “βασανίζουν” πιο πολύ στη ζωή μας. Μιλάει για την αγάπη και την ελευθερία του να μπορείς να είσαι. Για το πού μπορείς να φτάσεις μέχρι να ανακαλύψεις ότι πρέπει να γυρίσεις πίσω. Για το τέλος, και ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τον καθένα. Ένα αντίο, μια καινούργια αρχή, έναν σκοπό. Ένα ταξίδι.
Ο έρωτας και το έντονο συναίσθημα, κατέχουν κεντρική θέση στο βιβλίο σου, θα λέγαμε κατά κάποιον τρόπο πως καθοδηγούν τη σκέψη σου. Ποια η γενικότερη θέση του έρωτα τόσο στο γράψιμό σου όσο και στη ζωή σου;
Ο έρωτας για μένα είναι να θες κάτι πάρα πολύ, τόσο που να χάνεις τη λογική τού για ποιον λόγο το θες. Απλώς θες να γίνεις ένα με το αντικείμενο του πόθου σου, ό,τι κι αν είναι αυτό, χωρίς να σε νοιάζει αν θα καταστραφείς και ποιον θα πάρεις μαζί σου στον γκρεμό. Στο βιβλίο μου βέβαια επικεντρώνομαι στο τι γίνεται όταν το να θες κάτι τόσο πολύ μάχεται σώμα με σώμα με το να αφήνεις αυτό το κάτι ελεύθερο, επειδή καταλαβαίνεις ότι αυτή η δίψα τελικά δεν θα σβηστεί ποτέ, κι ότι είναι πιο ουσιώδες και πιο αγνό μέσα σου το να το κρατήσεις αυτούσιο και μοναδικό έτσι όπως είναι. Και έτσι πράττω και στη ζωή μου.
Βρείτε τη Μυρτώ στα social:
Από την Λουίζα Σολομών-Πάντα και την Γεωργία Φέκου
Φωτογραφίες: Ναταλία Μαραγκού