Νέος, προσγειωμένος και δημιουργικός, ο Constantin Papakonstantinou με καταγωγή από την Αθήνα, εργάζεται ως Global Digital Content and Talent Director τα τελευταία χρόνια σε μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες ομορφιάς παγκοσμίως, τη L’Oréal Paris. Ο ίδιος, μας μιλά για την εξελικτική του πορεία στο χώρο της μόδας και της ομορφιάς, την καθημερινότητά του στο Παρίσι, αλλά και για το ρόλο που παίζουν τα social media στον τομέα του μάρκετινγκ.
Μεγάλωσες στην Ελλάδα. Πώς αποφάσισες να φύγεις για σπουδές στο Λονδίνο και στη συνέχεια να εγκατασταθείς στο Παρίσι;
Παραδόξως, ελάχιστα άτομα που με ακολουθούν στο Instagram γνωρίζουν ότι είμαι Έλληνας, γεννημένος και μεγαλωμένος στα προάστια της Αθήνας, κάπου ανάμεσα στη Γλυφάδα και τη Βουλιαγμένη. Από μικρός έβρισκα συναρπαστική την ιδέα να μετακομίσω στο εξωτερικό. Όταν αποφοίτησα από το σχολείο, το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν η προφανής επιλογή αφενός επειδή λατρεύω την αγγλική γλώσσα, σ’ αυτό βοήθησε ότι μεγαλώνοντας έβλεπα πολλές αμερικανικές σειρές (πριν την εποχή του Netflix) αφετέρου γιατί είναι από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες που προσφέρουν δυνατότητες γρήγορης εξέλιξης στον τομέα του μάρκετινγκ και της επικοινωνίας. Μέρος των σπουδών μου απαιτούσε πρακτική άσκηση στη Γαλλία, έτσι επέλεξα να εξερευνήσω την πιο μαγική πόλη στην Ευρώπη, το Παρίσι. Ύστερα από ένα χρόνο διαμονής εκεί, αποφάσισα να μετακομίσω μόνιμα και να συνεχίσω τη σταδιοδρομία μου στη βιομηχανία της ομορφιάς.
Για ποιο λόγο ασχολήθηκες με το μάρκετινγκ;
Το μάρκετινγκ είναι ένας τομέας σπουδών που ταιριάζει απολύτως στους πρόθυμους αλλά αναποφάσιστους ανθρώπους. Ήμουν γοητευμένος από τον κόσμο της μόδας και της ομορφιάς και δεδομένου ότι οι δεξιότητές μου στο σχέδιο ήταν χαμηλότερες από το μέσο όρο ώστε να μπορέσω να γίνω σχεδιαστής, το μάρκετινγκ φαινόταν σαν την επόμενη καλύτερη επιλογή. Όπως αποδείχτηκε, οι σπουδές στο μάρκετινγκ μου επέτρεψαν να μάθω πράγματα για διάφορους τομείς μιας επιχείρησης, δηλαδή τη χρηματοδότηση, το δίκαιο, την επικοινωνία και την ψηφιακή υποστήριξη.
Πώς είναι για έναν Έλληνα να ζει στην Πόλη του Φωτός;
Μοναχικά! Θέλω να πω ότι δεν είναι και η πιο προφανής επιλογή για τους Έλληνες, καθώς η εκμάθηση των γαλλικών είναι κυρίως μια δευτερεύουσα δραστηριότητα στο σχολείο και τείνει να είναι λιγότερο ελκυστική. Το καλό είναι ότι οι άνθρωποι εκτιμούν την εξωτική, για εκείνους, καταγωγή μου και λατρεύουν οτιδήποτε το ελληνικό. Έτσι, έχω πάντα ένα θέμα για να ξεκινήσω την κουβέντα. Βέβαια, ενθουσιάζομαι κάθε φορά όταν ανακαλύπτω ταλαντούχους Έλληνες που ζουν στην ίδια πόλη με εμένα.
Περίγραψέ μας μία τυπική ημέρα σου.
Εξαρτάται, το Μάιο, για παράδειγμα, κοιμάμαι ελάχιστα καθώς εργάζομαι για το φεστιβάλ των Καννών. Κάθε πρωί θα ξυπνήσω την ίδια ώρα με τις ambassadors της L’Oreal, τις οποίες ακολουθώ μέσα στην ημέρα τους για να δημιουργήσουμε το περιεχόμενο των social media. Έπειτα, ετοιμάζομαι για να τις συνοδεύσω στο κόκκινο χαλί και στη συνέχεια σε κάποιο event, όπως το amfAR Gala ή το πάρτι της Chopard. Προκύπτουν φυσικά και μικρές δυσκολίες που όμως κάνουν την εμπειρία πιο ενδιαφέρουσα. Σε πιο τακτική βάση, προσπαθώ να ξυπνάω νωρίς και να κάνω διαλογισμό ώστε να απαλλαγώ από το άγχος και να προετοιμαστώ για την ημέρα που θα ακολουθήσει. Πάντα υπάρχουν φωτογραφίσεις τις οποίες πρέπει να παρακολουθήσω και να δημιουργήσω το σχετικό περιεχόμενο. Φυσικά, προσπαθώ πάντα να βρω χρόνο για να γευματίσω με φίλους. Το απόγευμα συνήθως κάνω όλες τις κλήσεις που χρειάζεται με τους συνεργάτες μας στις ΗΠΑ.
Ποια είναι τα αγαπημένα σου μέρη στο Παρίσι;
Αν είμαι μόνος, θα πάω να διαβάσω κάπου στους κήπους του Palais Royal ή να επισκεφθώ τις τελευταίες εκθέσεις του Palais De Tokyo. Λατρεύω το κανάλι του Saint Martin και το Marais, επειδή είναι γεμάτο με μαγαζιά με βιολογικά και χορτοφαγικά πιάτα, όπως τα Season, Wild & The Moon, καθώς και απίστευτα concept stores όπως το Broken Arm και το Merci. Τις Κυριακές χαλαρώνω απολαμβάνοντας ένα καλό τοστ με αβοκάντο και smoothie στο Judy’s Cafe και ύστερα μια βόλτα στο Jardin De Luxembourg. Πρόσφατα, ανακάλυψα ότι έχω μια ταράτσα που συνδέεται με το διαμέρισμά μου στην οποία και πέρασα αρκετό χρόνο το καλοκαίρι διαβάζοντας και απολαμβάνοντας τη θέα του Πύργου του Άιφελ, της Μονμάρτης και του Grand Palais.
Εργάζεσαι σ’ ένα από τα μεγαλύτερα beauty brands, τη L’ Oreal Paris. Πώς προέκυψε η συνεργασία και πώς εξελίχτηκες τόσο γρήγορα;
Δουλεύω στο brand εδώ και έξι χρόνια. Όλα ξεκίνησαν, στα 20, ήμουν ακόμα φοιτητής και πήγα ως ειδικευόμενος για ένα χρόνο. Στάθηκα αρκετά τυχερός ώστε να με ξεχωρίσει ο πρόεδρος της L’Oreal κατά τη διάρκεια της ειδίκευσής μου και να μου προσφέρει θέση πλήρους απασχόλησης, την οποία και αποδέχθηκα μόλις τελείωσα τις σπουδές μου. Το καλό με το L’ Oreal group είναι ότι έχουν πρωτοποριακή νοοτροπία. ‘Ύστερα από σχεδόν δύο χρόνια που ασχολήθηκα με το marketing development, έτυχε να βρεθώ σε μία επαγγελματική συνάντηση με τον τότε πρόεδρο, Cyril Chapuy -τον καλύτερο μέντορα που είχα μέχρι σήμερα- ο οποίος με προσκάλεσε να τον βοηθήσω να αναπτύξουμε τα social media της εταιρείας. Χωρίς δισταγμό, δέχτηκα την πρόκληση και μέχρι σήμερα δεν έχει περάσει στιγμή πού να μην έχω μάθει κάτι καινούργιο. Τα social media έχουν μετατραπεί σε μια ασταμάτητη μηχανή που λειτουργεί 24 ώρες το 24ωρο και πραγματικά είμαι χαρούμενος που ασχολούμαι με αυτά. Αυτή τη στιγμή είμαι σύμβουλος για το online περιεχόμενο και το talent management.
Μέσα από τον προσωπικό σου λογαριασμό στο Instagram βλέπουμε ότι γνωρίζεις αρκετό κόσμο από το χώρο της μόδας και κυρίως supermodels. Πώς είναι να δουλεύεις και να κάνεις παρέα με αυτές τις γυναίκες;
Όντως, λατρεύω τα μοντέλα. Αυτά τα κορίτσια είναι άνθρωποι όπως εσύ και εγώ, που εργάζονται σκληρά και συνήθως είναι έξυπνες, δυναμικές γυναίκες με ισχυρές προσωπικότητες. Τυχαίνει να είναι πιο ψηλές και πιο όμορφες από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός ότι είναι ξεχωριστοί άνθρωποι με έντονη αίσθηση του χιούμορ. Κάποιες από αυτές τις κοπέλες είμαι περήφανος να τις αποκαλώ φίλες μου όπως η Barbara Palvin, η Soo Joo Park, η Kristina Bazan, η Natasha Poly και η Luma Grothe, καθώς έχουμε μοιραστεί αρκετές όμορφες στιγμές μαζί. Κάποιες άλλες, όπως η Liya Kebede και η Doutzen Kroes, έχουν γίνει μέντορες μου.
Πρόσφατα ο οίκος Balmain ανακοίνωσε τη νέα του συνεργασία με τη L’Oreal Paris που θα κυκλοφορήσει μέσα στον Σεπτέμβριο. Πες μας λίγα λόγια για τη συνεργασία. Τι προϊόντα περιέχει; Πώς είναι να συνεργάζεσαι με τον καλλιτεχνικό διευθυντή του οίκου, Olivier Rousteing;
Η συνεργασία προέκυψε κατά τη διάρκεια ενός δείπνου στο οποίο έτυχε να παρευρεθώ, ανάμεσα στον Olivier, τη Soo Joo Park και κάποιους φίλους του. Εκεί ήταν που ο Olivier εξέφρασε το θαυμασμό και την εκτίμησή του για την κληρονομιά της L’Oréal Paris και έτσι σκέφτηκα ότι θα ήταν ιδανικός για να συνεργαστεί με το brand. O Olivier είναι, με διαφορά, ο πιο έξυπνος, ο πιο ταπεινός και ο πιο αυθεντικός νεαρός σχεδιαστής που έχει καταφέρει πολλά μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Είναι από τους πρώτους που κατάλαβε τη δύναμη των social media. Η συλλογή αποτελείται από 3 σειρές κραγιόν που ανταποκρίνονται σε 3 τύπους κοριτσιών τις Glamazones, Rock & Roll και Couture Girls, δηλαδή τα 3 αρχέτυπα της γυναικείας δύναμης. Η συσκευασία, τα χρώματα, που δεν έχουμε ξαναδεί και η επικοινωνιακή εικόνα έγιναν υπό την επίβλεψη του ίδιου και της ομάδας του και το αποτέλεσμα είναι πραγματικά θεαματικό!
Τα social media εξελίσσονται ως τα μεγαλύτερα εργαλεία στον τομέα του μάρκετινγκ και της διαφήμισης. Πόσο επενδύει η L’Oreal σε αυτά;
Μας πήρε καιρό να συνειδητοποιήσουμε τη σπουδαιότητα των social media. Αρχίσαμε να τα χρησιμοποιούμε αρκετά αργά, τρία μόλις χρόνια πριν, αλλά έχουμε κάνει τεράστια βήματα και έχουμε επενδύσει στη δημιουργία μιας κοινότητα, διαλέγοντας millennial ταλέντα, με συνεργασίες έκπληξη καθώς και ολοκληρωμένες στρατηγικές λανσαρίσματος για να επιτύχουμε ένα ολοκληρωμένο αποτέλεσμα.
Ποια είναι τα κριτήρια με τα οποία η L’Oreal επιλέγει μία ambassador; Ποια είναι η αγαπημένη σου;
Όπως γνωρίζεις, είμαστε ένα από τα λίγα brands που έχουν δημιουργήσει μία οικογένεια με τόσο διαφορετικές πρέσβειρες. Όταν έρχεται η ώρα της επιλογής, το πιο σημαντικό κριτήριο είναι οι αξίες τους, η προσωπική τους ιστορία και ο τύπος ομορφιάς τους που θέλουμε να είναι αυθεντικός ώστε να συμπληρώνει και να δένει με την υπόλοιπη ομάδα. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποια διότι καθεμία είναι μοναδική με το δικό της τρόπο.
Όλο και περισσότερα brands ασπάζονται τη διαφορετικότητα, όπως η L’ Oreal, που επέλεξε το transgender μοντέλο Hari Nef για ambassador της. Για ποιο λόγο πιστεύεις ότι γίνονται αυτές οι αλλαγές τόσο στο χώρο της μόδας όσο και της ομορφιάς;
Γιατί τα social media και το internet διεύρυναν τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ομορφιά. Δεν χρειάζεται πια να είσαι όμορφη με την κλασική έννοια για να είσαι δημοφιλής. Όσο αφορά την LGBTQ κοινότητα, είναι ένα θέμα απέναντι στο οποίο όλο και περισσότερα brands δείχνουν να αποκτούν θετική στάση και να προωθούν μηνύματα ισότητας. Η Hari Nef έμοιαζε να είναι η καλύτερη για εκπροσωπήσει την trans κοινότητα, όπως και η Miss Fame για την κοινότητα των drag queens. Παρόλο που υπάρχουν διαφορές, ο στόχος, ο εορτασμός της διαφορετικότητας, είναι ο ίδιος.
Ως digital manager ποια είναι η άποψή σου για την επιρροή που ασκούν τα κοινωνικά δίκτυα στην καθημερινότητα των εν δυνάμει καταναλωτών; Και ποια η γνώμη σου για τους Influencers;
Τα social media είναι η νέα τηλεόραση και οι influencers είναι τα νέα περιοδικά. Τα τελευταία χρόνια κατάφεραν να γίνουν μία ισχυρή πλατφόρμα στην οποία οι θαυμαστές τους μπορούν να δουν τι προφέρει το κάθε brand, μέσα από τα δικά τους μάτια. Δεν υπάρχει τίποτα πιο ισχυρό στο μάρκετινγκ από τη διαφήμιση που διαδίδεται από στόμα σε στόμα, ειδικά όταν προέρχεται από κάποιον που θαυμάζεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η Kylie Jenner και τα Lip kits.
Οι Beauty Vloggers ασκούν μεγάλη επιρροή στον κόσμο μέσα από τα βίντεο τους. Πιστεύεις ότι αυτό μπορεί να αποτελέσει απειλή για τη βιομηχανία της ομορφιάς;
Όχι, απειλή, αλλά ευκαιρία. Αυτά τα άτομα έχουν εξαιρετικές ικανότητες στο μακιγιάζ αλλά τους λείπει ένα πράγμα σε σχέση με τα μεγάλα brands. Η δυνατότητα να αναβαθμιστούν και να πουλήσουν μαζικά. Είναι ευκαιρία, λοιπόν, να συνεργαστούν εξαιρετικά ταλέντα με εξαιρετικά μέσα.
Η βιομηχανία της μόδας περνάει μια δύσκολη περίοδο με ανακατατάξεις και αλλαγές που οφείλονται σε οικονομικούς παράγοντες, πόσο έχει επηρεαστεί από αυτές;
Παλιότερα μπορούσες να λανσάρεις ένα προϊόν στη μαζική αγορά 2 χρόνια μετά το κάθε trend, γιατί τόσο χρόνο έπαιρνε να μεταβούν τα trends από τις πασαρέλες στους δρόμους. Τώρα πια υπάρχει η λεγόμενη γρήγορη μόδα, αλλά υπάρχει και γρήγορη ομορφιά. Ό,τι βλέπεις στο Instagram, θέλεις να το έχεις την επόμενη μέρα. Μπορείς λοιπόν είτε να προσαρμοστείς στα δεδομένα της βιομηχανίας είτε να δεις την επιχείρησή σου να πεθαίνει καθώς χάνει την επαφή με το σήμερα. Γ’ αυτό, πρέπει να βρίσκεις τρόπους να επαναπροσδιορίζεις συνεχώς την ιστορία του brand σου, όπως έκανε ο οίκος Gucci στον τομέα της μόδας.
Μέσω του Instagram είδαμε ότι ασχολείσαι και με τη φωτογραφία. Τι σε εμπνέει δημιουργικά; Ασχολείσαι μόνο ερασιτεχνικά;
Συνειδητοποίησα ότι η φωτογραφία πλέον είναι άκρως επίκαιρη αλλά και «δημοκρατική». Οποιοσδήποτε έχει ένα iPhone μπορεί να υποστηρίξει ότι είναι φωτογράφος. Κι αυτό, κατά κάποιο τρόπο, είναι όμορφο. Το ταλέντο είναι το μόνο κριτήριο, ξεχωρίζει τους καλούς από τους μέτριους. Με τη φωτογραφία ασχολήθηκα ως χόμπι για τη δημιουργία περιεχομένου social media. Είναι συναρπαστική και αποτελεί ένα άμεσο μέσο για να ανακαλύψεις τον άνθρωπο που στέκεται από την άλλη μεριά του φακού.
Θα σκεφτόσουν ποτέ να επιστρέψεις στην Ελλάδα; Τι σου λείπει από αυτή;
Οπωσδήποτε αφού είναι μια πανέμορφη χώρα με απίστευτη κουλτούρα και εξαιρετικό φαγητό. Μου λείπει το ελληνικό πάθος που έχουν όλες οι γενιές, ακόμα και οι νεότερες, για τις τέχνες και το θέατρο. Μου λείπει ο ηλιόλουστος καιρός και η θετική νοοτροπία ακόμα και μέσα σε δύσκολες στιγμές της οικονομίας της χώρας. Η Ελλάδα έχει πολλά να προσφέρει και απογοητεύομαι να βλέπω ότι η οικονομία μας δεν πληρεί τις δυνατότητές της λόγω λανθασμένων πολιτικών αποφάσεων. Θα έπρεπε να πάρουμε παράδειγμα από το Παρίσι. Τα νησιά και οι πόλεις μας θα μπορούσαν να γίνουν ένα brand από μόνα τους. Υποτιμούμε το πόσο πολύ αγαπούν οι ξένοι αυτή τη χώρα και ότι αποτελεί προορισμό-όνειρο για τους περισσότερους. Θα μπορούσα να επιστρέψω σε κάποια φάση της ζωής μου και να αναπτύξω τη δική μου επιχείρηση ή να συνεργαστώ με τοπικούς επιχειρηματίες.
Από τον Σωτήρη Καμπέρη
Photo Credit: Nicolas Gerardin