Εκείνο το βράδυ όλα έμελλε να αλλάξουν.
Μπορεί να γνωριζόμασταν καιρό, όμως εκείνο το βράδυ τα μάτια μας συναντήθηκαν με άλλον τρόπο, διαφορετικό. Με έβλεπες με έρωτα και έτσι σε αντίκριζα κι εγώ. Ξαφνικά, χωρίς να το περιμένω. Χωρίς να το επιδιώξω. Και δεν ξέρω αν με ξάφνιασε τόσο το απροσδόκητο της στιγμής, όσο το ότι ήσουν εσύ που έδειχνες ενδιαφέρον. Μέχρι τότε νόμιζα ότι δεν με είχες παρατηρήσει ποτέ. Ίσως φταίει και το γεγονός ότι ήσουν σε άλλη σχέση και δεν υπήρχε χώρος για μένα. Ίσως πάλι απλά να φοβόμουν να σε προσεγγίσω, γιατί πίστευα πως δεν είχα ελπίδες μαζί σου.
Τα πρώτα βλέμματα νόμιζα ότι ήταν τυχαία, μέχρι που έγιναν αγγίγματα. Και η ένταση που υπήρχε στην ατμόσφαιρα δεν άφηνε περιθώρια για αμφιβολίες. Με ήθελες. Τώρα ήμουν σίγουρος. Ήμασταν εκεί στη μέση του πλήθους, κι όμως ήμασταν μόνοι μας. Δεν είχες μάτια για άλλον κι εγώ ήμουν παγιδευμένος στο βλέμμα σου. Και μέσα μου ευχόμουν κρυφά να κρατήσει λίγο παραπάνω αυτή η στιγμή, γιατί ήξερα ότι μόλις τελειώσει το πάρτι και ανάψουν τα φώτα, όλα θα τελειώσουν. Εσύ θα επιστρέψεις στη σχέση σου κι εγώ στη μοναξιά μου. Και για λίγο ξέχασα πόσες δυσκολίες θα είχε το μεταξύ μας. Δεν με ένοιαζε όμως. Ήθελα να το ονειρευτώ, έστω για τόσο. Ήθελα μία μικρή γεύση από τον παράδεισο, πριν χαθώ ξανά στην κόλασή μου.
Υπήρχε μεταξύ μας χημεία. Δυσεύρετο πράγμα στις μέρες μας. Και απρόσμενο. Δεν ξέρεις που, πότε και με ποιον θα εκδηλωθεί. Δεν σε ρωτάει, απλά βρίσκεται εκεί για να σου θυμίζει ότι η ζωή είναι πιο ωραία, όταν τη ζεις με πάθος. Και κάποιες φορές αυτό το πάθος μπορεί να είναι απαγορευμένο, όπως στη δική μας περίπτωση. Δεν ζήτησα ποτέ το δράμα στη ζωή μου κι όμως πάντα έβρισκε τρόπο να με βρίσκει. Εν προκειμένω δεν ήθελα να είμαι το τρίτο πρόσωπο σ’ αυτήν τη σχέση και γι’ αυτό προτίμησα να κοιμηθώ κι εκείνη τη βραδιά μόνος. Μου αξίζει κάτι περισσότερο από αυτό. Βλέπεις, ποτέ δεν μου άρεσε να έρχομαι δεύτερος, να είμαι η εναλλακτική λύση, το αντικλείδι. Ή όλα, ή τίποτα. Τα ενδιάμεσα είναι για τους αναποφάσιστους και εγώ ξέρω τι θέλω. Ξέρω πως θα ήθελα να ζήσουμε το μεταξύ μας, και σίγουρα αυτό προϋπόθετε να ήμασταν και οι δύο διαθέσιμοι στον έρωτα. Ο έρωτας μερικής απασχόλησης δεν ήταν ποτέ το φόρτε μου.
Η μουσική σταμάτησε, τα φώτα άναψαν και τα κορμιά μας απομακρύνθηκαν. Και κάπου εκεί επανήλθα απότομα στην πραγματικότητα. Το βλέμμα σου τώρα δεν έβγαζε τη φωτιά που έβγαζε νωρίτερα, αλλά μια θλίψη, μια γλυκιά μελαγχολία. Ήξερες κι εσύ πόσο δύσκολο είναι να είμαστε μαζί, αλλά δεν μπορούσες να κάνεις το επόμενο βήμα. Αυτό που περίμενα κι εγώ, για να αντιδράσω. Και σκεφτήκαμε πως τουλάχιστον είχαμε μία στιγμή μεταξύ μας. Είχαμε χημεία, και δεν το ένιωσα μόνο εγώ. Γι’ αυτό είμαι σίγουρος. Κι ας καλύψαμε τα ίχνη αυτής της παράνομης αγάπης, ήξερα έστω και για λίγο ότι υπήρξε.
Την επόμενη μέρα ξύπνησα με βαριά καρδιά και πρησμένα μάτια. Δεν ήξερα αν αυτό που έζησα την περασμένη νύχτα ήταν όντως αλήθεια, ή απλώς ένα όνειρο. Πήρα το κινητό στα χέρια, να δω αν μου έστειλες κάποιο μήνυμα, αλλά τίποτα. Είχες εξαφανιστεί… Κι εγώ εκεί. Περίμενα υπομονετικά να δώσεις ένα σημάδι ζωής. Λίγο ενδιαφέρον, όπως αυτό που μου εκδήλωσες το προηγούμενο βράδυ. Αλλά, τι περίμενα να αλλάξει; Μου λες; Την τύχη μου μαζί σου την γνώριζα εξ αρχής. Και δεν πρωταγωνιστούμε σε κάποια χολιγουντιανή ταινία, για να γίνει το ακατόρθωτο. Παρόλα αυτά δεν μπορούσα να σταματήσω να ελπίζω. Κι αυτό πονούσε. Να λοιπόν που η χημεία δεν κάνει μόνο θαύματα, αλλά και τραύματα. Εθίζεσαι μαζί της, κάνεις όνειρα και μετά καλείσαι να αντιμετωπίσεις την σκληρή πραγματικότητα. Μόνος, έτσι όπως ξεκίνησες στην αρχή. Ίσως κάποιοι άνθρωποι να είμαστε καταδικασμένοι να μας αγαπάνε όλοι, αλλά κανείς να μη μας ερωτεύεται. Δεν ξέρω αν φταίει η χημεία, οι ορμόνες ή απλά οι συγκυρίες. Έτσι είναι η ζωή.
Από τον Νικόλαο Μπάρδη