Βγήκα έξω κι άναψα ένα τσιγάρο.
Δεν μου αρέσει να κάθομαι πολλές ώρες μόνος μου, γιατί σε σκέφτομαι. Ανασύρω από τα βάθη της καρδιάς μου όλες τις αναμνήσεις, καλές και κακές, και είναι σαν να ξεφυλλίζω το άλμπουμ της ιδιαίτερης σχέσης μας. Στο τέλος, πάντα καταλήγω να κλαίω. Δεν ξέρω βέβαια αν αυτό είναι αδυναμία. Ίσως ήμουν αρκετά δυνατός για μεγάλο χρονικό διάστημα και τώρα απλά ξεσπάω. Αφήνω τον εαυτό μου ελεύθερο να εκφραστεί, μετά από καιρό. Βλέπεις, ξεπάγωσα τα συναισθήματά μου και τώρα τα βάζω και πάλι στην κατάψυξη. Ο έρωτάς μας τελείωσε, αν όντως άρχισε ποτέ…
Είναι δύσκολο να νιώθεις πράγματα για έναν άνθρωπο και να μην μπορείς να τα μοιραστείς με κανέναν. Όλες αυτές οι σκέψεις έρχονται κάτι τέτοιες στιγμές σαν κύματα και με πνίγουν. Και να φανταστείς, νόμιζα πως ήξερα κολύμπι, όπως νόμιζα ότι ήξερα και σένα. Όμως, όταν είσαι ερωτευμένος είναι σαν να κολυμπάς σε αχαρτογράφητα νερά, που είναι τόσο επικίνδυνα και τρομακτικά σε σημείο να σκέφτεσαι να κολυμπήσεις ξανά πίσω στην στεριά, που πατάς και έχεις τον έλεγχο. Έπειτα πάλι σκέφτεσαι πως εμείς έχουμε γεννηθεί για να κολυμπάμε σε βαθείς ωκεανούς. Δεν μας αρκούν μερικές λακκούβες με νερό. Και δώστου ξανά από την αρχή. Βουτιά και άγιος ο θεός. Αψηφούμε τους κινδύνους και πέφτουμε με τα μούτρα στον έρωτα, αυτόν που κάθε ξεχωριστή φορά μας μαγεύει κι ας μας έχει απογοητεύσει πρωτύτερα.
Γι’ αυτό δεν την αντέχω τη μοναξιά. Γιατί σε θυμίζει. Θυμίζει αυτό που μου άφησες πίσω φεύγοντας. Το απόλυτο κενό. Ένα βαρύ κι ασήκωτο τίποτα. Το παίρνω κάθε βράδυ και το επεξεργάζομαι, μα λύση δεν βρίσκω. Και η θέα στο ταβάνι κάπου άρχισε να κουράζει. Από όπου και να πιάσω την ιστορία, ο έρωτάς μας έχει κενά. Ίσως γι’ αυτό να μη βγάζει νόημα. Κι ας μου έλεγαν όλοι πως κάνω λάθος, δεν το έβλεπα. Κι ας φώναζαν πως μου κάνω κακό, δεν το ένιωθα. Ήθελα να καταλήξω μέσα μου και η τελική απόφαση να είναι δική μου, όχι των άλλων. Ούτε καν δική σου. Άραγε, θα καλυτερεύσει ποτέ η κατάσταση, ή θα με πονάει πάντα το ίδιο; Σχεδόν είμαι σίγουρος… Ποτέ δεν θα γίνει καλύτερη. Απλά θα μάθω να ζω με τον πόνο.
Κάπου διάβασα ότι όλα τα προβλήματα ξεκινούν από τους ανθρώπους που δεν μπορούν να μείνουν για πολύ μόνοι τους σε ένα δωμάτιο. Ίσως, όμως, γι’ αυτά τα προβλήματα να ευθύνονται εκείνοι που προκάλεσαν τη μοναξιά σ’ αυτούς τους ανθρώπους και «φυλάκισαν» εύθραυστες καρδιές σε μικρά διαμερίσματα, που κάποτε έσφυζαν από έρωτα και πλέον διατυμπανίζουν τη μοναξιά. Είναι ο έρωτας μοναχικό ή συλλογικό συναίσθημα; Και αρκεί η επίρριψη ευθυνών για να προχωρήσεις ή πρέπει να αντικρίσεις τη μοναξιά, για να εκτιμήσεις μετά τη συντροφικότητα; Είμαστε όλοι φτιαγμένοι για σχέσεις ή κάποιοι από εμάς είμαστε καταδικασμένοι να πορευτούμε μόνοι μας;
Από τον Νικόλαο Μπάρδη